Ας σκεφτούμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι ένας ανθρώπινος οργανισμός, με πνεύμονες και καρδιά. Οι πνεύμονες χρειάζονται για να διοχετεύουν οξυγόνο στο αίμα και η καρδιά για να στέλνει το αίμα σε όλο το σώμα, ώστε να λειτουργήσουν σωστά και αποτελεσματικά, όλα τα ανθρώπινα όργανα. Τι μέλλον έχει άραγε ένας οργανισμός, που έχει εκχωρήσει όχι μόνο τους πνεύμονες του, αλλά και την καρδιά του σε τρίτους;
Διότι αυτό είναι, που λίγο - πολύ, συμβαίνει σήμερα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, για ιδεολογικούς, πολιτικούς και συχνά ιδεοληπτικούς λόγους έχει φτάσει στο σημείο να εξαρτάται πλήρως ενεργειακά από τη Ρωσία και τις χώρες του Περσικού Κόλπου. Οι πνεύμονες της λειτουργούν, αναπνέοντας αέρα τρίτων. Ταυτόχρονα, για οικονομικούς λόγους αλλά και για λόγους παρεμβάσεων στην αγορά, βλέπει μεγάλο μέρος της καρδιάς της, δηλαδή της βιομηχανικής παραγωγή της, να χτυπάει σε χώρες χαμηλότερου κόστους παραγωγής,
Και σήμερα έχει φτάσει η στιγμή που η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει προβλήματα τόσο με την αναπνοή της, όσο και με την καρδιά της. Η εκτόξευση των τιμών του φυσικού αερίου και η αύξηση των τιμών του πετρελαίου, δημιουργούν ένα είδος ασφυξίας, την ίδια στιγμή που η επιταχυνόμενη απόσυρση των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιθάνθρακα και λιγνίτη, δημιουργεί πρόβλημα στο ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης. Τα κινήματα που για χρόνια αντιστρατεύονταν την πυρηνική ενέργεια και την παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη και λιθάνθρακα, τελικά πέτυχαν τον στόχο τους.
Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που ανέτρεψαν αυτό το ισοζύγιο, που έχουν αναφερθεί κατ’ επανάληψη στα καθαρά οικονομικά και χρηματιστηριακά άρθρα της αδερφής ιστοσελίδας liberalmarkets, όπως είναι για παράδειγμα, η χαμηλότερη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τις ανεμογεννήτριες και από τις υδροηλεκτρικές μονάδες, που οφείλονται σε φυσικά γεγονότα.
Όμως η μεγάλη αύξηση του κόστους λειτουργίας των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από στερεά ορυκτά, οφείλεται αποκλειστικά στην σημαντική άνοδος της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων, που είναι ένα ανθρώπινο δημιούργημα. Μια επινόηση, που έχει συμβάλει τα μέγιστα στην ενεργειακή ασφυξία που βιώνει η Ευρώπη. Μια επινόηση, που οδήγησε στον υπερτριπλασιασμό της τιμής των δικαιωμάτων CO2.
Μια ασφυξία, που έχει οδηγήσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις σε αδιέξοδο, όχι μόνο γιατί τίθεται εν αμφιβόλω η επίτευξη των στόχων της ισχυρής οικονομικής επανάκαμψης, αλλά διότι οι πολίτες θα περάσουν ένα εξαιρετικά δύσκολο χειμώνα. Ιδίως στις χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ, των οποίων η θέρμανση κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών εξαρτάται καθ’ ολοκληρίαν από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Για να αντιληφθούμε την τάξη μεγέθους του αυξημένου ευρωπαϊκού ενεργειακού κόστους, χθες στην Ελλάδα το κόστος 1 μεγαβατώρας ήταν στα 204 ευρώ, όταν στην Πολωνία ήταν στα 141 ευρώ, στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία στα 185 ευρώ, στην Τσεχία, Σλοβακία και Ουγγαρία στα 271 ευρώ, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία στα 288 ευρώ, στη Γαλλία στα 298 ευρώ, στην Γερμανία στα 302 ευρώ και στην Ιταλία στα 307 ευρώ. Η μέση τιμή στην χώρα μας είχε διαμορφωθεί πέρυσι στα 57,8 ευρώ/MWh.
Ταυτόχρονα η Ευρώπη βιώνει και τις επιπτώσεις από την στρέβλωση στη λειτουργία της βιομηχανικής παραγωγής, της μεταφοράς και της εφοδιαστικής αλυσίδας, από τις χώρες που παράγουν προς τις χώρες που καταναλώνουν. Οι αυξήσεις στα κόστη παραγωγής (πρώτων υλών και εργατικών) και στις τελικές τιμές των προϊόντων, καθώς και οι καθυστερήσεις στις παραδόσεις χτυπούν τους καταναλωτές, αλλά και την ευρωπαϊκή βιομηχανία. Η Ευρώπη έχει σηκώσει τα χέρια, και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη Κίνα, που δίκαια χαρακτηρίζεται σαν το «εργοστάσιο του πλανήτη».
Και φυσικά αυτό δεν συνέβη, μέσα σε μια στιγμή. Η μεταφορά της Ευρωπαϊκής καρδιάς στην Κίνα, πήρε χρόνια. Και οι λόγοι δεν ήταν πάντα οικονομικοί. Ήταν και οικονομικοί. Πρωτίστως ήταν πολιτικοί. Οι πάσης φύσεως φόροι και τέλη, που επιβλήθηκαν με την μορφή “flat taxes”, σε μια σειρά από βιομηχανικά προϊόντα και παραγωγικές δραστηριότητες με τη δικαιολογία της προστασίας του περιβάλλοντος, της καθαρής ενέργειας, της διαχείρισης των απορριμμάτων κ.α., οδήγησαν σε υψηλότερα κόστη, στη μεταφορά επιχειρήσεων εκτός ΕΕ, καθώς και στην εισβολή σχετικών και παρόμοιων προϊόντων από τρίτες χώρες. Χώρες, που δεν ακολουθούν τους ευρωπαϊκούς κανόνες και λειτουργούν με χαμηλότερα κόστη.
Την περασμένη εβδομάδα στο άρθρο με τίτλο «Η Ευρώπη πυροβολεί τα «πόδια» της στην ενέργεια - Τι να προσέξουν οι επενδυτές», είχαμε αναφερθεί στη δυστοπική ενεργειακή ομίχλη, που μπορεί να ανατρέψει ισορροπίες δεκαετιών στην Ευρώπη.
Η Ευρώπη, πληρώνει τις πολιτικές και οικονομικές επιλογές της. Προς το παρόν οι καταναλωτές αρχίζουν και νοιώθουν το βάρος των αυξήσεων των τιμών σε μια μεγάλη γκάμα προϊόντων. Οι επιχειρήσεις στερούνται επαρκών μηχανημάτων, εξαρτημάτων και υλικών που απαιτούνται για τη λειτουργία τους. Και όλοι μαζί ανησυχούν για την αύξηση του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου, αλλά και για τις πιθανές διαταραχές στην συνεχή παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, τόσο σαν καταναλωτές, όσο και σαν παραγωγοί.
Και δυστυχώς οι πνεύμονες και η καρδιά της Ευρώπης, εξαρτώνται από σκληρά ολοκληρωτικά ή κατ’ επίφαση δημοκρατικά καθεστώτα, που ως πρώτο μέλημα έχουν την πολιτική και οικονομική εξουθένωση της Δύσης και της ΕΕ.