Την εκτίμησή του ότι η Ελλάδα δεν έχει ξεφύγει τον κίνδυνο και ότι η παρούσα κυβέρνηση κληροδοτεί στην επόμενη μια ωρολογιακή βόμβα, αφού η έξοδος της χώρας στις αγορές με βιώσιμα επιτόκια θα είναι εξίσου δύσκολη και το 2019, μεταφέρει στο liberal.gr, ο διευθυντής Ερευνών του Γερμανικού Ινστιτούτου DIW, Αλέξανδρος Κρητικός.
“Εκείνο για το οποίο είμαι σίγουρος είναι ότι αυτή η κυβέρνηση δεν θα κάνει κάποια σοβαρή προσπάθεια να εκδώσει ομόλογο μακράς διαρκείας (π.χ. 10ετές) στην αγορά, παρά θα αφήσει αυτή την κίνηση για την επόμενη κυβέρνηση”, όπως λέει χαρακτηριστικά. Και προβλέπει ότι αν η επόμενη κυβέρνηση δεν καταφέρει να βελτιώσει θεαματικά τους ρυθμούς ανάπτυξης, θα δυσκολευθεί και εκείνη με τη σειρά της να εκδώσει κρατικούς τίτλους με χαμηλά επιτόκια.
“Το μαξιλάρι δεν είναι παρά ένα ασφάλιστρο κινδύνου, με την έννοια ότι επιτρέπει στην Ελλάδα να δανειστεί με χαμηλότερα επιτόκια. Δεν είναι εκεί για να το χρησιμοποιήσουμε ως κεφάλαιο, αλλά μόνο για να μειώνεται δραστικά το λεγόμενο κόστος επισφάλειας ώστε να μπορεί η χώρα να βγαίνει στις αγορές με επιτόκιο βιωσιμότητας του χρέους. Δεν ξέρω πότε, αλλά αν τα παραπάνω δεν επιτευχθούν, κάποια στιγμή η Ελλάδα θα αναγκαστεί να ζητήσει προληπτική γραμμή στήριξης”, τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Κρητικός.
Το μήνυμα του επικεφαλής ερευνών του DIW, που στην προ μηνών έκθεσή του για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, προέβλεπε ανάπτυξη χωρίς δυναμική τα επόμενα χρόνια, είναι ότι η Ελλάδα πρέπει επιτέλους να πάψει να βασίζεται στον τουρισμό. Και να αποκτήσει έναν ισχυρότερο εξαγωγικό τομέα, που θα ευνοεί καινοτόμα προϊόντα τα οποία μπορεί και να είναι πιο ανθεκτικά στους παγκόσμιους κραδασμούς, σε αντίθεση με τις τουριστικές κρατήσεις.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Ενόψει και της άφιξης Μέρκελ στην Αθήνα την Πέμπτη 10 Ιανουαρίου, καλλιεργείται ένα κλίμα ότι οι θυσίες του ελληνικού λαού έπιασαν τόπο, και μπορεί πλέον μετά τα μνημόνια να σταθεί στα πόδια της. Έχει πράγματι η Ελλάδα διεθνώς την εικόνα μιας χώρας success story;
Εξαρτάται πως ορίζει κανείς την έννοια της επιτυχίας. Για τις άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, τους δανειστές της χώρας, ίσως και για το ευρύτερο κοινό εκτός Ελλάδας, τα κριτήρια της επιτυχίας διαφέρουν από εκείνο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως success story εντός Ελλάδας.
Στο εξωτερικό είναι σημαντικό ότι η Ελλάδα δεν παράγει πλέον αρνητικές ειδήσεις, ότι η κυβέρνηση δεν προκαλεί προβλήματα στις Βρυξέλλες (όπως η παρούσα Ιταλική ή η διακυβέρνηση Τσίπρα του 2015), και ότι ούτε λίγο ούτε πολύ, ολοκληρώνει τις εναπομείνασες μνημονιακές υποχρεώσεις, στη λογική ότι παράγει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
Επίσης είναι σημαντικό ότι η οικονομία αναπτύσσεται και ότι η ανεργία υποχωρεί. Έπειτα από τον πονοκέφαλο που προκαλούσε η Ελλάδα επί οκτώ χρόνια, οι δανειστές της θεωρούν ότι έχει εκπληρώσει όλες τις πέντε παραπάνω απαιτήσεις, επομένως η εικόνα που υπάρχει για τη χώρα στο εξωτερικό είναι ότι όλα πάνε καλά.
- Είναι αληθινή ή πλασματική αυτή η εικόνα;
Δυστυχώς δεν είναι αληθινή. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει ακόμη σοβαρά προβλήματα, όπως γραφειοκρατία, υπερρύθμιση, υπερφορολόγηση, με πολλά αντικίνητρα για τον ιδιωτικό τομέα, υψηλή ανεργία με ένα ασφαλιστικό σύστημα που δεν λειτουργεί σωστά, και, πάνω απ ''όλα, με ένα καταστροφικό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων που εξακολουθούν να υπερβαίνουν το 40% του χαρτοφυλακίου των ιδιωτικών τραπεζών. Όλα αυτά (και πολλά άλλα) εμποδίζουν την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
- Είναι πάντως κοινό μυστικό ότι η Γερμανία, οι Βρυξέλλες, όπως και άλλοι διεθνείς παίκτες, θέλουν να ολοκληρωθεί η Συμφωνία των Πρεσπών. Πιστεύετε ότι ακριβώς επειδή οι δανειστές της Ελλάδας έχουν αυτή τη προτεραιότητα, κάνουν τα στραβά μάτια απέναντι στα τόσα προβλήματα που κουβαλά ακόμη η ελληνική οικονομία;
Όχι, νομίζω ότι διαχωρίζουν αυτά τα δύο θέματα. Πράγματι υπάρχει στρατηγικό ενδιαφέρον στην ΕΕ να ολοκληρωθεί η Συμφωνία των Πρεσπών, και να επιλυθεί επιτέλους ένα ακόμη άλυτο ζήτημα στην Ευρώπη, στη λογική ότι θα συμβάλει κι αυτό στην ενίσχυση της ειρήνης στην ήπειρο.
Το σκεπτικό τους είναι ότι η συμφωνία πρέπει να φέρει τους δύο γείτονες πιο κοντά και να αυξήσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των δύο χωρών.
Είναι βέβαια το μέλλον εκείνο που θα δείξει κατά πόσο οι λεπτομέρειες της συμφωνίας είναι αρκετά καλές ώστε να βελτιώσουν τις σχέσεις Ελλάδας - FYROM, με δεδομένο για παράδειγμα το άλυτο ζήτημα γύρω από τη μακεδονική γλώσσα.
Εδώ πρέπει να σημειώσει κανείς ότι οι αντιδράσεις του ελληνικού πληθυσμού κατά της συμφωνίας δεν είναι εύκολα αντιληπτές σε άλλες χώρες της ΕΕ. Εχει ενδιαφέρον ότι αντίστοιχες αντιδράσεις κατά της συμφωνίας υπάρχουν και στη FYROM.
Δεν πιστεύω επομένως ότι οι ευρωπαίοι εταίροι συνδέουν το θέμα της ελληνικής οικονομίας με αυτό της Συμφωνίας των Πρεσπών, απλά θέλουν το ζήτημα να επιλυθεί και να προχωρήσουμε μπροστά.
Με άλλα λόγια, και χωρίς τη Συμφωνία των Πρεσπών, οι ευρωπαίοι εταίροι δεν θα εμπλέκονταν περισσότερο με τα ζητήματα της ελληνικής οικονομίας.
- Έχετε προβλέψει σε παλαιότερη μας συνέντευξη ότι η αδυναμία εξόδου της Ελλάδας στις αγορές θα συνεχιστεί και μέσα στο 2019, ότι η αναγκαστική χρήση του μαξιλαριού (cash buffer) θα εκληφθεί ως ένδειξη αδυναμίας, και ότι ίσως τελικά η χώρα χρειαστεί κάποια στιγμή τα επόμενα χρόνια να ζητήσει προληπτική γραμμή στήριξης. Συνεχίζετε να το πιστεύετε;
Εκείνο για το οποίο είμαι σίγουρος είναι ότι αυτή η κυβέρνηση δεν θα κάνει κάποια σοβαρή προσπάθεια να εκδώσει ομόλογο μακράς διαρκείας (π.χ. 10ετές) στην αγορά, παρά θα αφήσει αυτή την κίνηση για την επόμενη κυβέρνηση.
Επί του παρόντος, τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων μακράς διαρκείας υπερβαίνουν το 4%. Η έκδοση τέτοιων ομολόγων θα ήταν μακροπρόθεσμα μη βιώσιμη, δεδομένου του τρέχοντος ρυθμού ανάπτυξης μόλις 2% αλλά και του υψηλού δημόσιου χρέους της Ελλάδας.
Εάν η επόμενη κυβέρνηση δεν καταφέρει να επιτύχει σημαντικά υψηλότερα ποσοστά αύξησης του ΑΕΠ, της τάξης για παράδειγμα 5% στη πρώτη διετία, (γεγονός που φυσικά θα επηρεάσει θετικά τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων), δεν βλέπω πως θα μπορέσει να εκδώσει κρατικούς τίτλους, με λογικά επιτόκια.
Υπό αυτές τις συνθήκες, και από οικονομικης τουλάχιστον σκοπιάς, θα ήταν πιο λογικό να ζητήσει κάποια στιγμή η Ελλάδα μια προληπτική γραμμή στήριξης.
Όχι, η Ελλάδα δεν έχει ξεφύγει τον κίνδυνο. Κατά τη γνώμη μου, η παρούσα κυβέρνηση κληροδοτεί μια ωρολογιακή βόμβα στην επόμενη. Διότι όλοι ξέρουν ότι το μαξιλάρι δεν είναι παρά ένα "ασφάλιστρο κινδύνου", με την έννοια ότι επιτρέπει στην Ελλάδα να δανειστεί με χαμηλότερα επιτόκια. Δεν είναι εκεί για να το χρησιμοποιήσουμε ως κεφάλαιο, αλλά μόνο για να μειώνεται δραστικά το λεγόμενο κόστος επισφάλειας ώστε να μπορεί η χώρα να βγαίνει στις αγορές με επιτόκιο βιωσιμότητας του χρέους. Δεν ξέρω πότε, αλλά αν τα παραπάνω δεν επιτευχθούν, κάποια στιγμή η Ελλάδα θα αναγκαστεί να ζητήσει προληπτική γραμμή στήριξης.
- Σε μια χρονιά που κατά τεκμήριο θα είναι δυσκολότερη από τις προηγούμενες, ποιοι είναι οι μεγαλύτεροι φόβοι σας για την Ευρώπη; Αναφέρομαι στις πολλές εστίες αβεβαιότητας (Ιταλία, Brexit, εμπορικοί πόλεμοι, έξαρση λαϊκισμού, Ευρωεκλογές, κλπ). «Βλέπετε» σημαντικές ανατροπές στην παγκόσμια οικονομία;
Γενικά, είμαι αισιόδοξος. Όπως ακριβώς, σε αντίθεση με πολλούς άλλους οικονομολόγους στη Γερμανία, δεν πίστευα ποτέ ότι το καλοκαίρι του 2015 η Ελλάδα θα εγκαταλείψει την Ευρωζώνη, έτσι δεν περιμένω πως θα υπάρξει “άτακτο Brexit" χωρίς συμφωνία. Πιστεύω ότι Λονδίνο και Βρυξέλλες θα βρουν τελικά μια λογική λύση, έστω και στο τελευταίο δευτερόλεπτο, όπως συμβαίνει συχνά στην ΕΕ.
Προσωπικά ωστόσο με φοβίζουν δύο πράγματα το 2019: Πρώτον, τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών να ενισχύσουν την λαϊκιστική και εθνικιστική ακροδεξιά που απειλεί την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, ειδικότερα στη Γαλλία και την Ιταλία, και σε μικρότερο βαθμό στη Γερμανία.
Δεύτερον, περαιτέρω ανεξέλεγκτες αποφάσεις από τον κ. Τραμπ, πυροδοτώντας αρνητικές συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία.
Η πρόσφατη είδηση ότι η Apple πούλησε λιγότερα iPhone, λόγω και του εμπορικού πολέμου που κήρυξε ο Ντόναλντ Τραμπ μας έδωσε μια πρώτη γεύση για το τι θα μπορούσε να συμβεί στην παγκόσμια οικονομία, αν γενικευθεί η πολιτική του αμερικανού προέδρου.
- Πώς φαντάζεσθε ότι θα επηρεάσουν την Ελλάδα όλες αυτές οι προκλήσεις;
Κατά τη γνώμη μου ο μεγαλύτερος κίνδυνος αφορά τον ελληνικό τουριστικό τομέα. Η εκτιμώμενη μικρή αύξηση κατά 2% του ελληνικού ΑΕΠ το 2018 πιθανότατα οφείλονταν κυρίως στην πολύ θετική εξέλιξη του τουρισμού.
Μια επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας θα απειλούσε άμεσα την ανάπτυξη του τουρισμού το 2019, επομένως και τη μικρή ανάπτυξη του ΑΕΠ.
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα οφείλει να καταβάλει πολλές ακόμη προσπάθειες για να ενισχύσει τις εξαγωγές της υπόλοιπης βιομηχανίας της, πέραν του τουρισμού. Αυτές πήγαν σχετικά καλά το 2018.
Ωστόσο, σημασία έχει να αποκτήσει η Ελλάδα έναν ισχυρότερο εξαγωγικό τομέα, που ευνοεί καινοτόμα προϊόντα τα οποία μπορεί και να είναι πιο ανθεκτικά στους παγκόσμιους κραδασμούς.
Αυτός πρέπει να είναι ο σημαντικότερος στόχος της ελληνικής οικονομίας για τα επόμενα χρόνια.