«Εσύ καλά τα λες, αλλά πώς θα ξεπεραστεί το εμπόδιο της επικοινωνίας;». « Ε, όποιος δεν εμβολιάστηκε, κακό του κεφαλιού του.» Αυτό είναι δυο από τα σχόλια, που έστειλαν αναγνώστες της στήλης, διαβάζοντας το προχθεσινό άρθρο με τίτλο: «Τα εμβόλια νίκησαν. Και αυτό πρέπει να το κατανοήσει και ο τελευταίος πολίτης».
Είναι δυο εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις, που κυριαρχούν στη σκέψη των πολιτών. Από τη μια πλευρά, είναι η αγωνία για το πως θα προχωρήσει μέσω της πειθούς, το βραδυπορούν εμβολιαστικό πρόγραμμα και από την άλλη πλευρά, είναι η κόπωση όλων όσων έχουν συμμετάσχει με συνέπεια στους εμβολιασμούς και έχουν ακολουθήσει τα μέτρα κατά της υγειονομικής κρίσης, με αποτέλεσμα να δυσφορούν απέναντι στο συνεχιζόμενο αντιεμβολιαστικό κλίμα.
Άραγε τι παραπάνω χρειάζεται, για να πεισθούν οι αντιεμβολιαστές; Και αν δεν πεισθούν, είναι δυνατόν η συντεταγμένη πολιτεία να τους αφήσει στη τύχη τους, αλλά και να θέσει το σύνολο της κοινωνίας σε κατάσταση ομηρείας, από τους ανεμβολίαστους;
Ας προσεγγίσουμε το πρώτο ερώτημα. Το να προσπαθείς να πείσεις έναν αδαή ή έναν φανατικό ή έναν φοβισμένο, απαιτεί διαφορετικούς χειρισμούς. Είναι σαν να προσπαθείς να πείσεις κάποιον ότι η Γη είναι σφαιρική και όχι επίπεδη, όπου θα πρέπει να του παρουσιάσεις δορυφορικές φωτογραφίες, παρ’ όλο που ο κακόπιστος συνομιλητής μπορεί να τις θεωρήσει «φτιαχτές». Ή να προσπαθείς να εξηγήσεις, ότι τα chemtrails που αφήνουν πίσω τους τα αεροπλάνα, δεν είναι χημικοί ψεκασμοί.
Και όμως, είναι ακόμα πιο δύσκολο. Διότι το εμβόλιο δεν είναι κάτι που το βλέπεις ή το παρατηρείς, αλλά είναι «κάτι που βάζεις μέσα σου». Οπότε το αντιεμβολιαστής θεωρεί ότι αυτό το «κάτι» μπορεί να είναι από «φαρμάκι», μέχρι τσιπάκι και παρέμβαση στο dna του.
Με δεδομένο ότι η μη έγκαιρη επίλυση της υγειονομικής κρίσης θα οδηγήσει την οικονομία σε γενναίο πισωγύρισμα, η ανάγκη της ανάμειξης της επιχειρηματικότητας στη επικοινωνιακή μάχη κατά του αντιεμβολιασμού, είναι παραπάνω από επιτακτική. Στα πλαίσια της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης θα πρέπει όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να διαθέσουν χρόνο και χώρο στους μηχανισμούς προώθησης της εμβολιαστικής πραγματικότητας.
Οι διαφημιστικές εταιρείες, αλλά και οι μεγάλοι διαφημιζόμενοι όμιλοι, θα πρέπει να διαθέσουν τη δημιουργικότητα και τους πόρους τους, για την ανάπτυξη τηλεοπτικών spots, διαδικτυακών banners, videos και λοιπών επικοινωνιακών εργαλείων για να πλησιάσουν και τον τελευταίο ανεμβολίαστο πολίτη και τον τελευταίο θιασώτη του υγειονομικού αντισυστημισμού. Θα πρέπει να εξαντλήσουν την ευρηματικότητα τους και την παρεμβατικότητα τους, στη μάχη για τη νίκη του εμβολιασμού. Η εταιρική κοινωνική ευθύνη, για τη οποία όλοι μιλούν και στην οποία όλοι αναφέρονται, βρίσκει κάλλιστα εφαρμογή στο σχεδιασμό μιας νέας και διεισδυτικής επικοινωνιακής πολιτικής, γεμάτη φαντασία και εκπλήξεις. Διότι όπως έχουμε δει μέχρι σήμερα, οι παρεμβάσεις ηχηρών ονομάτων, σημαντικών τεχνοκρατών και η παρουσίαση στεγνών δεδομένων, δεν έχει φέρει να προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Ας έρθουμε τώρα στο δεύτερο ερώτημα. Αν δεν πεισθούν οι ανεμβολίαστοι, είναι δυνατόν η συντεταγμένη πολιτεία να τους αφήσει στη τύχη τους, αλλά και να θέσει το σύνολο της κοινωνίας σε κατάσταση ομηρείας, από τους ανεμβολίαστους; Και βέβαια όχι. Δεν είναι δυνατόν, η πολιτεία να αφήσει τους ανόητους, τους αδαείς ή τους παρασυρμένους συμπολίτες μας να νοσήσουν και πιθανόν να πεθάνουν, αλλά ούτε και με τη στάση τους να επιβαρύνουν υπέρμετρα στο υγειονομικό σύστημα της χώρας και τις νοσοκομειακές μονάδες.
Ο αριθμός των ανεμβολίαστων συμπολιτών μας, που δυνητικά θα νοσήσουν υπερβαίνει τα 3 εκατομμύρια. Ο αριθμός αυτών, για τους οποίους θα απαιτηθεί νοσηλεία, θα είναι ασφαλώς πολύ μικρότερος, αλλά δεν θα είναι αμελητέος για το εθνικό σύστημα υγείας.
Κατά τη γνώμη μας η κυβέρνηση, παρ’ όλο που έχει πάρει σχεδόν άριστα στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, έχει αργήσει στην επιβολή αυστηρών νόμων στο θέμα του εμβολιασμού, ειδικά προσώπων που ασκούν δημόσιο λειτούργημα. Ίσως να φοβήθηκε τις αντιδράσεις των αντισυστημικών ορδών που βρήκαν προστασία πίσω από τις επαμφοτερίζουσες θέσεις του Σύριζα, τις παρδαλές θέσεις του Μέρα25 και τις ψεκασμένες θέσεις της Ελληνικής Λύσης. Ίσως να φοβήθηκε τις αντιδράσεις του σκοταδιστικού μέρους της Εκκλησίας και των θρησκόληπτων ακόλουθων της.
Όμως ο λογαριασμός, που θα έρθει στο τραπέζι των ημιτελών λύσεων, θα είναι βαρύς και σκληρός. Η επιλογή νέου «λοκ ντάουν», βρίσκεται εκτός ημερησίας διατάξεως.
Οπότε η κυβέρνηση αποφάσισε χθες να προστατεύσει την κοινωνία «κάνοντας τη ζωή των ανεμβολίαστων, δύσκολη». Το πρώτο πείραμα του υποχρεωτικού εμβολιασμού πέτυχε. Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός των εργαζομένων σε προνοιακές δομές που θεσπίστηκε τον περασμένο Ιούλιο, είχε βρει το ποσοστό αυτών, που είχαν κάνει έστω τη μία δόση στο 62%. Ένα μήνα μετά, το ποσοστό είχε φθάσει στο 75%, ενώ σήμερα αγγίζει το 85%. Το ίδιο συνέβη με την αύξηση των εμβολιασμών στις δημόσιες δομές. Από 45% τον Ιούλιο, σήμερα, είναι εμβολιασμένο πάνω από το 90% του προσωπικού.
Έτσι αποφασίστηκε η αναστολή εργασίας από 1η Σεπτεμβρίου για τους εργαζόμενους στα νοσοκομεία που δεν έχουν εμβολιαστεί ή δεν έχουν πιστοποιητικό νόσησης. Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός αφορά και ιδιώτες γιατρούς και φαρμακοποιούς, διευκρίνισε ο υπουργός Υγείας εξηγώντας ότι θα επιβάλλονται πρόστιμα και κυρώσεις για όσους δεν ευθυγραμμιστούν.
Από εκεί και πέρα, οι ανεμβολίαστοι θα υποβάλλονται στο κόστος του rapid test, για να εργάζονται, να ταξιδεύουν, ενώ η πρόσβαση τους σε κλειστούς χώρους εστίασης, χώρους διασκέδασης θα γήπεδα θα απαγορεύεται. Και είναι απολύτως λογικό αυτό. Από τη στιγμή που τα εμβόλια χορηγούνται δωρεάν δεν υπάρχει κανένας λόγος οι ανεμβολίαστοι να κάνουν τεστ άνευ κόστους. Οι φορολογούμενοι δεν χρειάζεται να επωμίζονται το οικονομικό βάρος της στάσης των ανόητων, των αδαών και των «αντί». Η «υποχρεωτικότητα» των ελέγχων μένει να αποδειχθεί αν θα λειτουργήσει, ειδικά στον χώρο της εκπαίδευσης, που αποτελεί άβατο απέναντι στη νομιμότητα, αλλά και στον χώρο της εστίασης όπως γνωστοί μάγειρες έχουν στήσει εδώ και καιρό αντάρτικο.
Ας ελπίσουμε ότι τα νέα μέτρα θα λειτουργήσουν. Σε διαφορετική περίπτωση οι ΜΕΘ θα γεμίσουν από ανόητους ανεμβολίαστους, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να φιλοξενήσουν άλλους ασθενείς που έχουν ανάγκη περίθαλψης.