Εάν ο Λουτσιάνο Καλεστίνι, ο πρώτος επίσημος εκπρόσωπος της UNICEF στην Ελλάδα, είχε μείνει στη χώρα μας περισσότερο από τον ενάμιση χρόνο που την κατοικεί, θα είχε παρατηρήσει ότι δεν υπάρχει ημέρα που τα ΜΜΕ δε θα ασχοληθούν με ένταση, σε δραματικούς τόνους με τις συντάξεις και τους συνταξιούχους. Έτσι, μιλώντας προ ημερών στην Ηλιάνα Μάγρα στην Καθημερινή, δε θα εμφανιζόταν έκπληκτος που η Ελλάδα, η χώρα που όλοι ασχολούμαστε εμμονικά με τους συνταξιούχους και τα δικαιώματά τους είναι και η χειρότερη της Ευρωπαϊκή Ένωσης για τα παιδιά.
Σύμφωνα με την UNICEF η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα σε παιδική παχυσαρκία και η τρίτη σε παιδική φτώχεια στην ΕΕ. Και στην ποιότητα των υπηρεσιών προς το παιδί είμαστε ουραγοί: Η μέση χώρα της Ε.Ε. ξοδεύει 7.000 ευρώ τον χρόνο για την εκπαίδευση κάθε παιδιού, εδώ ξοδεύουμε 2.688.
Και θα το επαναλάβουμε όσες φορές χρειαστεί: πως θα μπορούσαν ποτέ τα παιδιά της χώρας να ευημερούν όταν η ελληνική κοινωνία ασχολείται εμμονικά με τους συνταξιούχους, όταν αντί να ασχολούμαστε με το παρόν των παιδιών προτιμούμε να ευημερούν οι παππούδες τους για να τα χαρτζιλικώνουν;
Και είναι και διπλά κωμικοτραγικό αν αναλογιστούμε ότι της συνταξιολογίας συνυπάρχει η βιομηχανία των τεχνητών γονιμοποιήσεων για την απόκτηση του πολυπόθητου μωρού, μια βιομηχανία που έχει συνάψει και ανίερες συμμαχίες με την Εκκλησία και από κοινού, μέσα από τα συνέδρια που διοργανώνουν μας βομβαρδίζουν με μηνύματα για την ιερότητα της γονιμότητας, των ωαρίων και την υπαρξιακών διαστάσεων σημασία που έχει κάθε γυναίκα να γεννήσει ένα παιδί,«κάθε Ελληνίδα να γεννήσει κι ένα Ελληνόπουλο!».
Αυτή η χώρα λοιπόν είναι η χειρότερη για να είσαι παιδί.
Είναι αλήθεια ότι τα θέματα που έθιξε στη συνέντευξή του στην Καθημερινή ο εκπρόσωπος της UNICEF δεν είναι άγνωστα, με την έννοια ότι έχουν γίνει αναφορές από τον ίδιο τον πρωθυπουργό σε αυτά, ειδικά στο θέμα της παιδικής παχυσαρκίας αλλά και της ποιότητας της εκπαίδευσης.
Αλήθεια είναι ακόμα ότι από τον Ιούλιο του 2019 οι αλλεπάλληλες κρίσεις απαιτούν αφοσίωση στη διαχείριση των θεμάτων στο day to day, μια κατάσταση που ροκανίζει πόρους και ενέργεια. Όμως είναι γνωστό σε όλους ότι εδώ και χρόνια η διακυβέρνηση έχει πάψει να είναι μια ευχάριστη συνθήκη όπου οι κυβερνώμενοι περνούν καλά και οι κυβερνώντες ακόμα καλύτερα.
Έτσι είναι πλέον η κανονικότητα στο σύγχρονο κόσμο: μια ατέρμονη διαχείριση σοβαρών κρίσεων.
Από αυτή τη νέα κανονικότητα δεν μπορεί να απουσιάζει ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός ειδικά για στα ζητήματα δημόσιων πολιτικών στο κοινωνικό κράτος και την υγεία. Πρέπει να βρεθεί χρόνος και γι αυτά.
Σε τελευταία ανάλυση είναι και θέμα αυτοσεβασμού: πρέπει ως Έλληνες να ντρεπόμαστε που η χώρα μας είναι η χειρότερη για να ζει ένα παιδί. Δηλαδή, το παιδί μας.