Δεν θυμάμαι ποτέ στην ζωή μου, ακόμη και στα δύσκολα παιδικά χρόνια, να έχει τόσο μεγάλη ουσία η λέξη ελπίδα. Η επόμενη μέρα της πανδημίας, ίσως φέρει μια νέα πραγματικότητα με καινούργιες ευκαιρίες για συνεργασίες, ευκαιρίες που έχουν ανάγκη κυρίως οι νέοι άνθρωποι, είναι το μήνυμα που στέλνει μέσω Liberal ο Γιώργος Νταλάρας.
«Φοβάμαι και εγώ το μετά, την απομόνωση, τους καινούργιους διαχωρισμούς στην κοινωνία μας που ενδεχομένως θα προκύψουν μετά. Είμαι όμως από τη φύση μου αισιόδοξος και πιστεύω ότι το τέλος της πανδημίας, που μας σάρωσε κυριολεκτικά, ίσως φέρει μια αλλαγή προς το καλό», επισημαίνει ο γνωστός καλλιτέχνης, τονίζοντας με νόημα, είναι μεγάλο μυστικό η αλληλεγγύη, δεν είναι λόγια, στα δύσκολα θα ξαναβρεθούμε.
Αισιόδοξος και άνθρωπος που πατά γερά στα πόδια του, ο Γιώργος Νταλάρας με την πολύχρονη κορυφαία καριέρα, με την αγάπη του κοινού να τον συντροφεύει και να τον αποθεώνει, είναι αφοσιωμένος στη μουσική, γενικά στην Τέχνη. Εργατικός, αυστηρός με τον εαυτό του, απολύτως πειθαρχημένος, επιλέγει με προσοχή και αγάπη τι θα ερμηνεύσει. Παρά τον δύσκολο καιρό μας, κυκλοφόρησε δύο cd. Ένα με τίτλο «Της Σιωπής ο Τόπος», που αποτελεί τον πρώτο κύκλο ενότητας τραγουδιών και ορχηστρικών θεμάτων από το μουσικό έργο του Ανδρέα Κατσιγιάννη, με τον κεντρικό τίτλο Μεγάλες Ώρες. Και την «Κασέτα του Μελωδία 99,2» με τραγούδια που ο ίδιος ο ερμηνευτής επέλεξε.
Οι «Μεγάλες Ωρες» είναι, σύμφωνα με τον συνθέτη Ανδρέα Κατσιγιάννη, «ένα μουσικό έργο που κινείται στο πλαίσιο μιας ανθρώπινη προσέγγισης του Θείου». Της Σιωπής ο Τόπος είναι ο Άθως, το Άγιο Όρος, αυτός ο μεταξύ ουρανού και γης τόπος. Στίχους έχουν γράψει η Λίνα Νικολακοπούλου, η Ελένη Φωτάκη και ο Αλέξανδρος Φωτεινός, ενώ περιλαμβάνεται και ένα ποίημα του Φρ. Νίτσε.
Η «Κασέτα του Μελωδία» περιλαμβάνει 17 τραγούδια «κρυφά, κρυμμένα, κι αγαπημένα που μας καλούν να τα ανακαλύψουμε μέσα από μια νέα ματιά». Με τους μουσικούς Γιώργο Μάτσικα, Θανάση Σοφρά, Μάνο Γρυσμπολάκη, Ηλία Μαντικό, Στράτο Σαμιώτη και τους τεχνικούς Αντώνη Ζαχόπουλο και Ηλία Λάκκα να έχουν εργαστεί, όπως και ο Γιώργος Νταλάρας, ατέλειωτες ώρες.
Στο «σήμερα» και στους δύο δίσκους, επικεντρώθηκε η συζήτησή μας με τον Γιώργο Νταλάρα.
Συνέντευξη στην Αγγελική Κώττη
- Σε όλες τις δύσκολες εποχές, κάναμε το καλύτερο. Σας προβληματίζει, τώρα, η αντίδρασή μας απέναντι στην πανδημία και στη σημερινή κατάσταση;
Ναι, με προβληματίζει και με ανησυχεί. Ιδιαίτερα τα ακραία συμπτώματα επιθετικότητας και δυσπιστίας. Όμως έχω και μια ελπίδα, όπως λέτε, ότι στα δύσκολα θα ξαναβρεθούμε. Είναι μεγάλο μυστικό η αλληλεγγύη, δεν είναι λόγια.
- «Πάσχα των Ελλήνων Πάσχα, Πάσχα της αγάπης Πάσχα». Σύμφωνα με τους στίχους του Γιώργου Θέμελη, που τραγουδήσατε σε μουσική Σταύρου Κουγιουμτζή, το Πάσχα είναι μεγάλη γιορτή για τους Έλληνες. Πώς «ζείτε» το φετινό Πάσχα; Πώς βλέπετε ότι θα το ζήσει η Ελλάδα; Πώς θα τελειώσουμε με την πανδημία;
Καλό το λέτε. Tο Πάσχα είναι πολύ ελληνική γιορτή. Είμαστε εξωστρεφείς άνθρωποι και το ζούμε με τις οικογένειες και τους φίλους μας στη φύση. Είναι η ανάσταση της φύσης. Νομίζω η ερώτηση «τι θα κάνετε το Πάσχα;» ή «που θα πάτε το Πάσχα;» είναι η πιο συνηθισμένη στις παρέες μας. Αυτό το θυμάμαι από παιδί. Αυτό το Πάσχα θα είναι δύσκολο. Μπορούμε όμως να χάσουμε την ελπίδα και την προσμονή για κάτι καλύτερο; Φοβάμαι και εγώ το μετά. Φοβάμαι την απομόνωση, τους καινούργιους διαχωρισμούς στην κοινωνία μας που ενδεχομένως θα προκύψουν μετά. Μην ξεχνάτε ότι είχαμε ήδη μια φθαρμένη άποψη για τη συλλογικότητα εδώ και καιρό. Είμαι όμως από τη φύση μου αισιόδοξος και πιστεύω ότι το τέλος της πανδημίας, που μας σάρωσε κυριολεκτικά, ίσως φέρει μια αλλαγή προς το καλό, μια νέα πραγματικότητα με καινούργιες ευκαιρίες για συνεργασίες και στην επιστήμη και στην τέχνη, ευκαιρίες που έχουν ανάγκη κυρίως οι νέοι άνθρωποι.
- Είπατε πως αναζητάτε τον Θεό στο Άγνωστο. Κάτι σαν αυτό που έγραψε ο Σεφέρης; («τι είναι θεός; Τι μη θεός; Και τι το ανάμεσό τους;») Υπαρξιακό, φιλοσοφικό ή εμπειρικό αυτό το Άγνωστο;
Όχι τόσο υπαρξιακό! Το πέρασα αυτό όταν ήμουν πολύ μικρός, μια και είχα την ευθύνη της ζωής μου από παιδί. Περισσότερο φιλοσοφικό, εμπειρικό, αλλά και ιστορικό είναι το ενδιαφέρον. Δεν είχα την τύχη να κάτσω στα θρανία όσο θα επιθυμούσα και θέλω να εξερευνήσω αυτό το άγνωστο όσο μπορώ περισσότερο και όσο αντέχω φυσικά.
- Άλλη αναζήτηση, η αναζήτηση της Ιθάκης. Είπατε πως ο στόχος και η ελπίδα όπλιζαν τις ψυχές των ανθρώπων τις μεγάλες επαναστάσεις. Υπάρχει σήμερα ελπίδα για μια τέτοια επανάσταση; Από πού πιστεύετε ότι θα έρθει;
Υπάρχει ελπίδα. Βέβαια. Με στήριξη στους νέους ανθρώπους, με εγγύτητα, με αλληλεγγύη. Δε θυμάμαι ποτέ στη ζωή μου, ακόμα και στα δύσκολα παιδικά χρόνια, να έχει τόσο μεγάλη ουσία αυτή η λέξη.
- Δύο νέες δουλειές- δίσκοι όπως το λέγαμε παλιά- σε καιρούς που κανείς δεν ρισκάρει ή δεν έχει διάθεση να δημιουργήσει, ή να ερμηνεύσει. Είστε μαχητικός άνθρωπος. Έπαιξε ρόλο και αυτό; Πώς και κάνατε ένα τέτοιο βήμα μέσα στη δυστοπία;
Δε θα μπορούσα αλλιώς να τα καταφέρω. Δυστοπία, πολύ σωστά το λέτε. Φοβάμαι ότι θα συνεχιστεί για καιρό μ΄ αυτή την έλλειψη εγγύτητας ανάμεσά μας. Πως θα σηκώσουμε αυτό τον πόνο; Μόνο με την συναίρεσή του. Παίρνοντας όλες τις προφυλάξεις αυτούς τους μήνες δεν άφησα καθόλου το στούντιο. Και αυτή η επαφή μ’ έναν έναν, δυο δυο, τους μουσικούς, τους τεχνικούς, μας κράτησε ζωντανούς. Και το έργο «Της σιωπής ο τόπος» του Ανδρέα Κατσιγιάννη και η «Κασέτα του Μελωδία» με διασκευές τραγουδιών που σκάλισα όλο αυτό τον καιρό στο σπίτι, αποτυπώνουν αυτή την αγωνία και μαζί και τη χαρά και την προσμονή να ξανασυναντηθούμε.
- Στο «Της σιωπής ο τόπος», συνεργαστήκατε με νέους ανθρώπους- βεβαίως και με την υπέροχη Λίνα Νικολακοπούλου. Τι σας δίνει η συνεργασία με νεότερες γενιές από εσάς; Πιστεύετε στα νέα παιδιά;
Ο Ανδρέας είναι ένας πολύ καλός μουσικός, η Λίνα Νικολακοπούλου είναι ένας δικός μου άνθρωπος, την αγαπώ και τη θαυμάζω, τη θεωρώ σπουδαία και η Ελένη Φωτάκη από την πρώτη μέρα που διάβασα στίχους της, ήταν για μένα αποκάλυψη. Και βέβαια σαν να μην έφτανε όλη αυτή η καλή συγκυρία, γνώρισα και τον Γιώργο Νανούρη, αυτόν τον υπέρ ταλαντούχο άνθρωπο που έκανε αυτό το καταπληκτικό οδοιπορικό. Πήρα μεγάλη χαρά. Αν πιστεύω στα νέα παιδιά; Απόλυτα. Σ’ αυτούς χρωστάω ότι μπορώ να τους δώσω γιατί έτσι και εμένα απλόχερα με στήριξαν οι δάσκαλοί μου και ο κόσμος στο ξεκίνημά μου.
- Ο Νίτσε, είναι ένα «φαινόμενο». Πώς το προσεγγίσατε;
Τα λόγια αυτά γέμισαν την ψυχή μου. Μαγεύτηκα από τα λόγια και από την μουσική με την οποία τα έντυσε ο Ανδρέας. Απλά, αληθινά λόγια, με αλήθεια και ταπεινότητα προσπάθησα να τα τραγουδήσω και εγώ.
- Στο πνεύμα των ημερών, της σιωπής ο τόπος, σχετίζεται και με το Άγιον Όρος; Έχετε προσωπική εμπειρία από το Περιβολάκι της Παναγίας;
Κάθε άχρονος τόπος με ιστορία και παράδοση είναι ένας τόπος σιωπής και περισυλλογής.
- «Μοναχός» μέσα στην πολυκοσμία, είπατε. Κάτι σαν το «όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους;» (Μανόλης Αναγνωστάκης, και ο μέγας Μίκης).
Ο σπουδαίος Μανόλης Αναγνωστάκης! Πόσες φορές μέσα σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο ανατρέξαμε στα λόγια του; Λόγια με αλήθεια και ελπίδα. Στο ναυάγιο του Αναγνωστάκη, συνοψίζεται αυτή η προσπάθεια που πρέπει να κάνουμε όλοι μαζί τώρα, μετά από αυτό τον πόλεμο που ζούμε. Να καλαφατίσουμε το καράβι.
- Και μια και μιλάμε για τον Μίκη. Τι «πήρατε» από εκείνον;
Ο Μίκης… Έχουμε συνειδητοποιήσει άραγε πόσο τυχεροί είμαστε που ζούμε μαζί του, στον ίδιο τόπο, που τον βλέπουμε, που ακούμε τα λόγια του, τα τραγούδια του, που παραδειγματιζόμαστε από τη ζωή του; Στο ξεκίνημά μου με βοήθησαν πολύ οι άνθρωποι που με πίστεψαν, ο Σταύρος Κουγιουμτζής, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο Μάνος Ελευθερίου και αρκετοί άλλοι. Τους ευγνωμονώ πάντα. Παρ’ όλα αυτά αν δεν είχα πρότυπο τον Μίκη, αυτόν τον ασυμβίβαστο ήρωα της ζωής μου, δεν ξέρω αν θα είχα καταφέρει ν’ αντέξω σ’ αυτή τη δουλειά. Το πείσμα μου το χρωστάω σ’ αυτόν. Του χρωστάω βέβαια και πολλά άλλα όπως όλοι μας.
- «Με ενδιαφέρει πίσω από εμάς να μένουν καλά τραγούδια και να δίνουν χαρά στους ανθρώπους» είπατε για την Κασέτα του Μελωδία. Και πράγματι, τα καλά τραγούδια είναι τα μόνα που μένουν. Ωστόσο, στη «μόδα» της εποχής υπάρχει πολύ κακό τραγούδι…
Ωριμάζοντας, γερνώντας καλύτερα, έχω εδραιώσει την άποψη, ότι θα μείνει ότι αξίζει να μείνει. Τα άλλα όπως είπατε, είναι μόδα. Η μόδα δεν περνάει, υπάρχει πάντα, αλλά αλλάζει τρόπο έκφρασης. Οι εποχιακές εκφράσεις της μόδας θα περάσουν και θα μείνει η ουσία. Μην μας φοβάστε, είμαστε μεσογειακός λαός με μικρασιάτικες ρίζες, με μια πλούσια παράδοση και η μουσική μας θα ζήσει.
- Όντως η μελωδία ελαττώνεται μέχρις εξαφανίσεως ελέω τεχνολογίας; Πού στηρίζετε αυτή σας τη διαπίστωση;
Όχι μόνο ελέω τεχνολογίας. Παίζει ρόλο και αυτό που είπατε προηγουμένως. Η στόχευση σ’ ένα μεγάλο κοινό. Δεν υποτιμώ καθόλου το ρυθμό στο τραγούδι. Ίσα ίσα. Ο ρυθμός απευθύνεται σε όλο τον κόσμο. Η μελωδία έχει περισσότερο σχέση με τα βιώματα, την ιδιοσυγκρασία, την ιστορία, τις μουσικές καταβολές κάθε λαού… Και γι’ αυτό είμαι αισιόδοξος. Δε θα σταματήσει ποτέ να υπάρχει η μελωδία στο τραγούδι.
- Είπατε πως ρωτούσατε τον κόσμο τι θέλετε να ακούσετε και το κάνατε, πώς έγινε αυτό; Στον «κόσμο» συγκαταλέγεται και η οικογένειά σας; Είναι τραγούδια που λέγατε στην σύζυγό σας, μετά στην κόρη σας και τα λέτε τώρα και στους γιους της; Και που εξακολουθούν να είναι αγαπημένα του κοινού;
Αλήθεια είναι αυτό. Είναι κοινό μυστικό, ότι έχω ένα πολύ μεγάλο σκληρό δίσκο μέσα στο κεφάλι μου. Το καθένα από τα χιλιάδες τραγούδια, που είναι εκεί μέσα, που τα αγαπάω ανεξάρτητα αν το έχω πει εγώ ή όχι, έχουν τη θέση τους. Περίοπτη θέση. Τα φροντίζω, τ’ ακούω κάθε τόσο και στις δύσκολες ώρες επανέρχονται ζωντανά και ολοκαίνουργια.