Του Σάκη Μουμτζή
Από την θεωρία τους οι μαρξιστές θεωρούσαν την μεσαία τάξη μια παρασιτική τάξη που αποτελείτο από αυτούς που χλευαστικά αποκαλούσαν «νοικοκυραίους».
Είναι όλοι αυτοί, που μέσα στην οχλοβοή της Μεταπολίτευσης, τσουβαλιάστηκαν ως λάτρεις της « ησυχίας, τάξης κι ασφάλειας».
Λες και ήταν κακό αυτό! Σημεία των καιρών που επιβίωσαν μέχρι τις ημέρες μας.
Οι αριστερομπαχαλάκηδες, αφού έκαψαν το 2008 τις περιουσίες των εμπόρων της μεσαίας τάξης, όταν ανέλαβαν την εξουσία την αποφράδα ημέρα της 25ης Ιανουαρίου 2015, ασχολήθηκαν με την οικονομική και κοινωνική εξόντωση των νοικοκυραίων. Πήγαν να αποτελειώσουν το έργο τους.
Όπως δήλωσε ο «πεφωτισμένος» Χουλιαράκης η υπερφορόλογηση τους ήταν μια συνειδητή πολιτική επιλογή. Μετέφεραν πόρους από τους νοικοκυραίους σε αυτούς που εξαθλίωσε η κρίση και κυρίως οι όροι του τρίτου και πιο βάρβαρου μνημονίου.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδος «Παρόν», την τετραετία 2015-2019 –δηλαδή την τετραετία ΣΥΡΙΖΑ—οι οφειλές των πολιτών προς τις Εφορίες και τα Ταμεία αυξήθηκαν κατά 54,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Από 84,5 δισεκατομμύρια που ήταν το 2014, εξαιτίας της πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ εκτινάχθηκαν στα 139 δισεκατομμύρια ευρώ το 2019.
Οι αριθμοί είναι άχαροι, αλλά αποτυπώνουν την αλήθεια. Μια αλήθεια που αποτυπώνεται στους κατασχεμένους λογαριασμούς και στα προσημειωμένα ακίνητα.
Επί της ουσίας εκατομμύρια μικρομεσαίοι και ελεύθεροι επαγγελματίες βρίσκονται κάτω από την κόκκινη γραμμή. Για να επιβιώσουν κινούνται στον χώρο της παραοικονομίας, με ό,τι αυτό σημαίνει για την εθνική μας οικονομία.
Δεν έχουν όμως άλλη επιλογή.
Η μεσαία τάξη λοιπόν υπερφορολογημένη και οικονομικά εξοντωμένη τιμώρησε στις ευρωεκλογές τον ΣΥΡΙΖΑ. Του καταλόγισε όλα όσα υπέστη αυτήν την τετραετία.
Τι περιμένει από την Νέα Δημοκρατία;
Περιμένει συγκεκριμένα μέτρα, άμεσης εφαρμογής. Όχι υποσχέσεις και σταδιακές ρυθμίσεις.
Όλοι αυτοί οι πολίτες πρέπει να ξαναγίνουν καταναλωτές. Να τους δώσει η νέα κυβέρνηση την ευκαιρία να κινηθούν πάνω από την κόκκινη γραμμή.
Ας αντιληφθεί το οικονομικό επιτελείο της Νέας Δημοκρατίας πως η οικονομίας της πατρίδος μας δεν πρόκειται να ανακάμψει ενόσω υπάρχουν εκατομμύρια κατασχεμένοι λογαριασμοί και ένα σημαντικό μέρος των εισοδημάτων κατευθύνεται προς την εξυπηρέτηση δανείων—κυρίως στεγαστικών.
Έτσι οφείλει η επόμενη κυβέρνηση να λάβει δύο μέτρα προς ανακούφιση της μεσαίας τάξης.
1.Θεαματική αύξηση του ακατάσχετου ορίου των τραπεζικών λογαριασμών. Έτσι το σημερινό όριο των 1250 ευρώ θα μπορούσε να ανέβει στα 1850 ή και στα 2000 ευρώ. Όλοι αυτοί οι πολίτες θα πρέπει να ανακουφισθούν και να ξαναγίνουν καταναλωτές.
2.Το 2007 ένα ακίνητο είχε μια τιμή χ. Σήμερα η τιμή του είναι χ/2. Έτσι ένα στεγαστικό δάνειο που συνήφθη το 2007 και δεν εξυπηρετείται λόγω της επιδείνωσης της επαγγελματικής κατάστασης του δανειολήπτη, κινδυνεύει να συμπαρασύρει και όλη τη υπόλοιπη περιουσία του. Κάτι εμφανώς άδικο, καθώς απαλλάσσει πλήρως την τράπεζα από το ρίσκο της δανειοδότησης.
Επιβάλλεται η επόμενη κυβέρνηση να θεσπίσει ρύθμιση—που υπάρχει σε πολιτείες των ΗΠΑ—πως ο δανειολήπτης ευθύνεται μόνον με το συγκεκριμένο ακίνητο για το οποίο συνήφθη το στεγαστικό δάνειο.
Ας αντιληφθεί η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας πως δεν θα έχει καμιά πίστωση χρόνου σε κανένα μέτωπο της κυβερνητικής δραστηριότητος. Ιδίως στην οικονομία.
Και εκεί που πρέπει να στρέψει αμέσως και πρωτίστως την δραστηριότητα της είναι προς την μεσαία τάξη.
Μέτρα ανακούφισης εδώ και τώρα!