Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Ο διαιτητής αποφάσισε την αναβολή του αγώνα Παναθηναϊκού – Ολυμπιακού. Το ντέρμπι της 11ης αγωνιστικής ανάμεσα στους «αιώνιους» αντιπάλους δεν ξεκίνησε ποτέ, αφού οπαδοί των γηπεδούχων πέταξαν φωτοβολίδες την ώρα που οι ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού μπήκαν να πατήσουν τον αγωνιστικό χώρο και έστησαν πόλεμο στους δρόμους έξω από το γήπεδο.
Είναι σκηνές που εξοργίζουν κανονικούς ανθρώπους. Σκηνές που προκαλούν την αισθητική, την ηθική και το δημοκρατικό ένστικτο πολιτών που θα ήθελαν να ζουν σε μία άλλη χώρα και σε μία άλλη κοινωνία. Όχι γιατί σκέφτηκαν να πετάξουν την ταυτότητά τους αλλά για να διασώσουν ό τι απέμεινε από την κακοποιημένη λογική τους.
Ουσιαστικά, μιλάμε για ένα ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα που αποτελεί , για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες, τη χειρότερη εστία μόλυνσης για ολόκληρη την κοινωνία. Ας δούμε τα χαρακτηριστικά του: Παραοικονομία, μαύρο χρήμα από εγκληματικές οργανώσεις, υπόδικοι παράγοντες, δίκτυα εξαπάτησης και εκβιασμών, δίκτυα με την πολιτική εξουσία, ποινικές υποθέσεις πολιτικών που χαρίζουν χρέη ομάδων, χειραγώγηση της οπαδικής μάζας για λογαριασμό του πολιτικού συστήματος, αναπαραγωγή κουλτούρας της βίας και του φασισμού!
Εν τω μεταξύ, το ελληνικό κράτος δεν επιθυμεί να βάλει τέρμα στο θέατρο του παραλόγου. Δεν συλλαμβάνει, δεν τιμωρεί, δεν αποβάλλει ομάδες, δεν κόβει χρηματοδοτήσεις, δεν θέλει γενικώς να σταματήσει τη σαπίλα που απλώνεται παντού. Η αστυνομία αμύνεται, οι εκπομπές στην τηλεόραση καλούν ανθρώπους του κοινού ποινικού δικαίου και η κοινή γνώμη ξεχνάει τα πάντα μόλις περάσουν μια δυο μέρες από κάθε επεισόδιο.
Η παράνοια στο ποδόσφαιρο συντηρείται από ένα κοινό κέντρο ανταποδοτικότητας ανάμεσα στις δύο «παράγκες»: Του κράτους και του αθλητισμού. Πρόκειται για συγκοινωνούντα δοχεία που αλληλοεξυπηρετούνται μέσω της βίας, του φανατισμού και της διαπλοκής. Οι «υπόδικοι» της πολιτικής υποθάλπουν τους «υπόδικους» του ποδοσφαίρου.
Το δίκτυο της ποδοσφαιρικής «παράγκας» ενίσχυσε την Χρυσή Αυγή, πότισε με λαϊκισμό την ελληνική κοινωνία, εξέθρεψε βαρβαρότητα, ατομικισμό, αποθέωσε την ημιμάθεια και υποκατέστησε την πολιτική συνείδηση με την μετατόπιση του ενδιαφέροντος στις ποδοσφαιρικές συζητήσεις.
Όλα αυτά όμως τα ανέχεται η κοινή γνώμη και πολλές φορές μιλάει και με ενθουσιασμό για την επικράτηση κάποιου «φυλάρχου» ο οποίος συντηρεί στρατιές μικροομάδων, δίκτυα και εγκληματικές οργανώσεις. Αδιαφορούμε όλοι και επιμένουμε να επιτρέπουμε στην κουλτούρα μας μία κατάσταση τελείως νοσηρή, απολίτιστη και φασίζουσα!
Δυστυχώς αυτή η κοινωνία υποβάλλεται συνεχώς σε τεστ IQ και πάντα το αποτέλεσμα είναι αποκαρδιωτικό. Μία θα ήταν η λύση για το ποδόσφαιρο στη Ελλάδα: Ερασιτεχνικό πρωτάθλημα, έως ότου εξυγιανθούν τα πάντα γύρω μας. Αλλά εδώ η χώρα τρέχει με χίλια προς το γκρεμό, το ποδόσφαιρο θα μας σώσει τώρα;