Του Θανάση Χειμωνά
«Μα είναι δυνατόν να αυτοκτόνησε; Όλο γέλιο και χαρά ήταν στο Facebook!». Διάβασα πολλά τέτοια σχόλια σχετικά με την (κατά πάσα πιθανότητα) αυτοκτονία της 48χρονης δικηγόρου, της καλής διαδικτυακής φίλης Δώρας που δυστυχώς δεν πρόλαβα να γνωρίσω ποτέ από κοντά.
Είναι εντυπωσιακό πόσος κόσμος βρίσκεται ουσιαστικά εγκλωβισμένος στα κοινωνικά δίκτυα. Πως τόσοι άνθρωποι θεωρούν πως η ζωή είναι αυτό που αφήνει να φανεί ο καθένας στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook. Εκεί δηλαδή όπου διεξάγεται καθημερινά ένα ράλι «ευτυχίας». Μια ασταμάτητη επίδειξη κάλπικης ευδαιμονίας. Όλοι ζούμε μέσα στην καλή χαρά, έχουμε πολλούς και υπέροχους φίλους, βγαίνουμε κάθε βράδυ στα πιο όμορφα και κυριλέ μέρη, τρώμε κάθε μέρα του σκασμού, πίνουμε μόνο ψαγμένα κοκτέιλ και σαμπάνια, κάνουμε πρωί, μεσημέρι, βράδυ σεξ.
Με τον ίδιο τρόπο, πολλοί θεωρούν πως γνωρίζουν καλά κάποιον μόνο και μόνο επειδή τον έχουν φίλο στο Facebook. Πιστεύουν πως ξέρουν πως σκέφτεται, πως νιώθει, πότε είναι χαρούμενος και πότε λυπημένος.
Στην πραγματικότητα η πραγματική ζωή είναι, συχνά, τελείως διαφορετική. Και φυσικά, αυτή έχει σημασία, αυτή μετράει τελικά. Όχι η πλαστή, η «κατασκευασμένη» διαδικτυακή. Πολλοί συνάνθρωποί μας ανεβαίνουν κάθε μέρα γολγοθάδες τους οποίους κρατάνε καλά κρυμμένους στα ενθουσιώδη emoticon των σόσιαλ μίντια. Από αξιοπρέπεια. Από φόβο.
Και ξέρετε κάτι; Να μην ανησυχείτε για όσους περιφέρουν την (όποια) κατάθλα τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μόνο και μόνο για να αποσπάσουν λάικ, συμπάθεια, ενδεχομένως και το τηλέφωνο κάποιας ή κάποιου αφελή. Αυτοί είναι οι τελευταίοι άνθρωποι στον πλανήτη που θα έβαζαν ποτέ τέλος στη ζωή τους.
Υ.Γ. Επί προσωπικού. Είναι φυσικά αστείο να πιστεύει κανείς πως ένα βιβλίο (όσο και αν η Λογοτεχνία διαθέτει τεράστια δύναμη) θα μπορούσε από μόνο του να οδηγήσει έναν άνθρωπο στην αυτοχειρία. Η ιδέα όμως πως πιθανότατα το τελευταίο πράγμα που έκανε στη ζωή της η Δώρα ήταν να διαβάσει ένα μυθιστόρημα μου με στοιχειώνει.