Η κατάσταση στην Ανατολική Ουκρανία είναι τεταμένη από το 2014, από την προσάρτηση της Κριμαίας κι έπειτα, με αυξομείωση των εντάσεων. Σημαντικό μέρος της Ανατολικής Ουκρανίας είναι ρωσόφωνο και ρωσόστροφο. Κι επειδή εκεί βρίσκεται ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανίας της Ουκρανίας, και η οικονομία της είναι συνδεδεμένη με την αντίστοιχη ρωσική, υπάρχουν προφανώς και δυνάμεις οι οποίες επιζητούν την αυτονόμηση.
Μόνο που η Ρωσία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά δεν θα άντεχε μια νέα προσάρτηση ενός κομματιού της Ανατολικής Ουκρανίας. Οπότε προτιμά να είναι σ' αυτή την κατάσταση limbo. Άλλωστε, οι ουκρανικές δυνάμεις δεν μπορούν να ασκήσουν πλήρη κυριαρχία στην συγκεκριμένη περιοχή, όπως κάνουν στην υπόλοιπη χώρα.
Αυτό που έχει πυροδοτήσει την ένταση τις τελευταίες μέρες είναι ότι φαίνεται να υπάρχει μετακίνηση ρωσικών στρατευμάτων κοντά στα σύνορα με την Ουκρανία. Κάτι που προφανώς έχει θορυβήσει και τους Ουκρανούς, αλλά και τους Ευρωπαίους. Είχαμε και σχετικές ανακοινώσεις χθες από τον Μπορέλ. Το θέμα εδώ είναι ότι το Κρεμλίνο δεν έχει αρνηθεί ότι υπάρχει αυτή η κινητικότητα, αλλά επιμένει ότι δεν είναι απειλητική σε βάρος οποιασδήποτε τρίτης χώρας.
Πρόκειται για έναν πόλεμο νεύρων από πλευράς της Μόσχας. Διότι βλέπει την πίεση που ασκείται από τις ΗΠΑ, μετά, βέβαια, και από την τοποθέτηση Μπάιντεν η οποία ήταν απρόσμενη ως προς τον βαθμό επιθετικότητας του Αμερικανού προέδρου έναντι του Πούτιν. Κι επειδή οι Ρώσοι ξέρουν ότι οι Δημοκρατικοί στις ΗΠΑ διακατέχονται, παραδοσιακά, από αντιρωσισμό ή ακόμα κι εμμονή εναντίον της Ρωσίας, αρκετά περισσότερο απ' ό,τι οι Ρεπουμπλικάνοι, αντιλαμβάνονται ότι επίκειται μια δύσκολη περίοδος στις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ίσως και δυσκολότερες απ' αυτές των ΗΠΑ με την Κίνα.
Η Κίνα έχει μια τέτοια επιρροή στο διεθνές οικονομικό σύστημα, πολύ μεγαλύτερη από της Ρωσίας, που δεν θα είναι εύκολο για την Ουάσιγκτον να πάει σε μια ευθεία αντιπαράθεση με το Πεκίνο σε όλα τα επίπεδα. Θα πρέπει να βρει ένα modus operandi με την Κίνα. Και ό,τι γίνεται αυτή τη στιγμή γίνεται όχι στη λογική της αντιπαράθεσης και της σύγκρουσης, αλλά περισσότερο στη λογική της εξεύρεσης ενός modus operandi με τους όρους των ΗΠΑ.
Από την άλλη, η Μόσχα είναι αρκετά πιο ευάλωτη απέναντι στις ΗΠΑ και σε πιέσεις που μπορεί να δεχτεί από αυτές. Οπότε πρόκειται για μία ψυχολογική επιχείρηση απέναντι στην Ουκρανία, κατά την οποία δείχνει τα «νύχια της» στους Αμερικανούς, προσδοκώντας ότι οι τελευταίοι θα αντιληφθούν πως αν κι εφόσον βάλουν απέναντι τη Ρωσία, αυτό μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο όχι μόνο στα δικά τους συμφέροντα, αλλά και στα συμφέροντα κρατών με τα οποία συνεργάζονται και τα στηρίζουν. Άρα, ευελπιστεί ότι η Ουάσιγκτον θα σταθμίσει τα δεδομένα και θα αποφύγει την αντιπαράθεση μαζί της.
Φανταστείτε το σενάριο, που δεν είναι βέβαια το πιθανότερο αυτή τη στιγμή, να έχουμε μια επίθεση στην Ουκρανία που δεν έχει τις δυνάμεις να αντιδράσει. Στο σενάριο αυτό, η Δύση είναι επίσης σαφές ότι δεν πρόκειται να πολεμήσει για χάρη της Ουκρανίας. Σε αυτήν επομένως την περίπτωση, η Δύση θα εκτεθεί ακόμα περισσότερο στα μάτια κρατών όπως η Ουκρανία, δείχνοντας ότι δεν είναι πρόθυμη να τα υπερασπιστεί έναντι της Ρωσίας, στέλνοντας μήνυμα αδυναμίας συνολικά. Όμως, εξίσου δυσμενείς θα είναι οι συνέπειες και για τη Μόσχα, σε μία περίοδο που δοκιμάζεται η οικονομία της. Περισσότερο πρόκειται για εκφοβισμό του Κιέβου ώστε να μην μπει στον πειρασμό να αλλάξει το στάτους της Ανατολικής Ουκρανίας, γιατί η αλήθεια είναι ότι κάποιοι φλερτάρουν με την ιδέα, έχοντας αναθαρρήσει μετά την εκλογή Μπάιντεν και τη σκληρή του στάση έναντι του Πούτιν.
*Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι Εκτελεστικός Διευθυντής ΙΔΙΣ και αναλυτής διεθνών θεμάτων του Ant1