Το Άρθρο ΙΙ του Συντάγματος των ΗΠΑ δίνει στον Πρόεδρο των ΗΠΑ το αποκλειστικό προνόμιο να απονέμει πλήρη χάρη για οποιοδήποτε αδίκημα έχει διαπραχθεί «εναντίον των ΗΠΑ», δηλαδή Ομοσπονδιακό αδίκημα. Η εξουσία αυτή του Προέδρου είναι απόλυτη και δεν απαιτεί σύμπραξη οποιουδήποτε άλλου θεσμικού οργάνου, σε αντίθεση με όσα ισχύουν στην ελληνική έννομη τάξη βάσει του Άρθρου 47 του δικού μας Συντάγματος.
Στις ΗΠΑ, παραδοσιακά η διαδικασία που ακολουθείται είναι η κατάθεση αίτησης από κάποιον ενδιαφερόμενο στο «Γραφείο Αξιωματούχου Χαρών» του Υπουργείου Δικαιοσύνης, το οποίο αξιολογεί τα σχετικά αιτήματα και εισηγείται σχετικά στον Πρόεδρο. Ωστόσο, αρκετές φορές Πρόεδροι των ΗΠΑ έχουν παρακάμψει αυτή τη διαδικασία.
Ορισμένες φορές για να στείλουν συμβολικά μηνύματα, όπως ο Πρόεδρος Κάρτερ σε όλους τους αρνητές στράτευσης του πολέμου του Βιετνάμ ή για να διορθώσουν μία κακοδικία. Άλλες φορές όμως, για να απονείμουν χάρη σε αμφιλεγόμενους εγκληματίες ή προσωπικότητες που είχαν απασχολήσει την κοινή γνώμη. Το έκανε ο Πρόεδρος Μπους ο Πρεσβύτερος για εμπλεκόμενους στο σκάνδαλο Ιράν-Κόντρα, ο Πρόεδρος Κλίντον την τελευταία ημέρα της θητείας του για πληθώρα αμφιλεγόμενων καταδίκων, συμπεριλαμβανομένου γνωστού χρηματοδότη του Δημοκρατικού Κόμματος και ο Πρόεδρος Ομπάμπα για την Τσέλσι Μάνινγκ, που είχε προβεί σε διαρροές απόρρητων στρατιωτικών μυστικών.
Ωστόσο, ο Πρόεδρος Τραμπ και σε αυτόν τον τομέα, διέρρηξε κάθε παράδοση, χρησιμοποιώντας τη χάρη ανοιχτά ως κατεξοχήν εργαλείο εξυπηρέτησης πολιτικών συμμάχων και φίλων, όπως ο Paul Manafort, o George Papadopoulos και ο Μichael Flynn, εγείροντας κατηγορίες ότι ουσιαστικά αυτές οι χάρες αποσκοπούσαν στο να εξασφαλίσουν τη σιωπή των εν λόγω πρώην συνεργατών του και στη συγκάλυψη πιθανών έκνομων δραστηριοτήτων του ίδιου του Trump.
Καθώς διανύουμε τα τελευταία 24ώρα της Προεδρίας του, οι φήμες πληθαίνουν ότι ο Τραμπ τώρα σκέφτεται να απονείμει «προληπτικές χάρες» σε μέλη της οικογένειας του, αλλά ακόμη και στον εαυτό του, για οποιοδήποτε τυχόν μελλοντικό αδίκημα στοιχειοθετηθεί εναντίον τους στο μέλλον, χωρίς μάλιστα να προσδιορίζεται καν σε τι μπορεί να αφορούν αυτά. Το μόνο ιστορικό προηγούμενο είναι η απονομή χάριτος από τον Πρόεδρο Ford στον Richard Nixon για το σκάνδαλο Watergate, αν και ακόμη δεν είχε ασκηθεί δίωξη και βεβαίως ο Nixon είχε ήδη παραιτηθεί. Η συνταγματικότητα της χάρης αυτής ποτέ δεν κρίθηκε από τα δικαστήρια, αφού ουδείς Εισαγγελέας προέβη τελικά σε άσκηση δίωξης και είναι ακόμη ένα ζήτημα που διχάζει τους Συνταγματολόγους.
Ακόμη πιο αμφίβολης συνταγματικότητας είναι η απονομή χάριτος από τον Πρόεδρο στον ίδιο τον εαυτό του (!!), το λεγόμενο «self pardon.». Όπως έχει ξεκαθαρίσει το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ σχετικά με τον θεσμό της χάρης στην απόφαση Burdick v. United States, 236 U.S. 79 (1915), η χάρη για να είναι έγκυρη πρέπει να γίνει αποδεκτή από τον ωφελούμενο και να γίνει επίκληση της ενώπιον του δικαστηρίου σε περίπτωση δίωξης.
Αυτό όμως το γεγονός από μόνο του, ουσιαστικά συνιστά παραδοχή ουσιαστικής ενοχής, αφού ένας αθώος άνθρωπος λογικά θα προτιμούσε να υποβληθεί στην κανονική ακροαματική διαδικασία ώστε να «καθαρίσει το όνομά» του παρά να βασιστεί στην τυπική συγχώρεση του από τον Αρχηγό του Κράτους. Αυτή μάλιστα η έμμεση παραδοχή ενοχής, μπορεί να τον αφήσει περισσότερο έκθετο σε αστικές αξιώσεις, για τις οποίες δεν έχει ισχύ ο θεσμός της χάρης.
Για ποιο λόγο, όμως, ο Τραμπ να προβεί σε μία τέτοια ακραία ενέργεια, αμφιβόλου νομιμότητας, με την οποία ουσιαστικά θα προβαίνει σε έμμεση αποδοχή πιθανής ενοχής του; Ο ένας λόγος είναι ότι φαίνεται πως ανησυχεί ιδιαίτερα για το ενδεχόμενο να γίνει ο πρώτος Πρόεδρος των ΗΠΑ που θα βρεθεί στη φυλακή και, για να το αποφύγει, είναι διατεθειμένος να φτάσει στα άκρα. Βεβαίως, αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι εναντίον του εκκρεμούν έρευνες από την Εισαγγελία της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, για φορολογικά και άλλα αδικήματα, τα οποία, ως βασιζόμενα στον Πολιτειακό Νόμο, δεν καλύπτονται από την προεδρική χάρη.
Ωστόσο, ο άλλος βασικός λόγος που ο Πρόεδρος Τραμπ σκέφτεται να προβεί σε μία τόσο σκανδαλώδη ενέργεια είναι η αίσθηση απόλυτης ασυλίας που απολαμβάνει ανάμεσα στη βάση των υποστηρικτών του, τόσο στο Κογκρέσο αλλά και στην κοινωνία. Αυτή η στήριξη όμως δεν είναι πια τόσο δεδομένη και απόλυτη.
Τα έκτροπα της 6ης Ιανουαρίου φαίνεται ότι, για πρώτη φορά τα τελευταία 4 χρόνια, δημιούργησαν ένα σοβαρό ρήγμα σε αυτή τη στήριξη, ειδικά ανάμεσα στους Ρεπουμπλικάνους στο Κογκρέσο αλλά και σε ένα ποσοστό που κυμαίνεται γύρω στο 15-20% τουλάχιστον, όσων των ψήφισαν στις πρόσφατες εκλογές, βάσει μετρήσεων των τελευταίων ημερών. Μία τόσο αμφιλεγόμενη ενέργεια όσο η προφανώς καταχρηστική και ευνοιοκρατική απονομή χάριτος στον εαυτό του και στον στενό του κύκλο πιθανόν να οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη απώλεια υποστηρικτών. Δεδομένου ότι ήδη οι ψηφοφόροι του Τραμπ στις εκλογές συνιστούσαν κοινωνική μειοψηφία, και της έντασης της αντίθεσης της κοινωνικής πλειοψηφίας, αυτό ίσως λειτουργήσει ως παράγοντας ενίσχυσης των μετριοπαθών τάσεων στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, αφού, με τέτοιες διαρροές, θα φαίνεται καταδικασμένο σε εκλογικό μαρασμό αν δεν αλλάξει πορεία και αποστασιοποιηθεί από τον «Τραμπισμό».
Εφόσον όμως συμβεί αυτό, ο ίδιος ο Τραμπ και ο στενός του κύκλος θα βρεθούν χωρίς οποιαδήποτε πολιτική κάλυψη και ακόμη πιο ευάλωτοι. Εν ολίγοις, ο Τραμπ μπορεί να μείνει ιστορία ταυτόχρονα ως ο πρώτος Πρόεδρος των ΗΠΑ που απένειμε χάρη στον εαυτό και ως ο πρώτος που κατέληξε στη φυλακή μετά τη λήξη της θητείας του.
* Ο Νικόλας Νικολαϊδης, Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών ΕΚΠΑ, Δικηγόρος