Του Παύλου Ελευθεριάδη*
Η δεύτερη θητεία του κ. Τσίπρα ολοκληρώνεται με με την στήριξη μιας ετερόκλητης ομάδας βουλευτών που αποσκίρτησαν από κόμματα της αντιπολίτευσης. Η σύνθεση της ομάδας αυτής είναι εντελώς παράδοξη. Η κ. Παπακώστα εξελέγη με την Νέα Δημοκρατία. Οι κκ. Παπαχριστόπουλος, Κόκκαλης, Ζουράρις και Κουντουρά εξελέγησαν με τους Ανεξάρτητους Έλληνες. Ο κ. Δανέλλης εξελέγη με το Ποτάμι. Δεν φαίνονται εκ πρώτης όψεως να έχουν κάτι που να τους συνδέει ιδεολογικά ή πολιτικά. Η ευκαιριακή αυτή στήριξη μια κρίσιμη στιγμή για τον κ. Τσίπρα, αφού του επιτρέπει να επιλέξει τον χρόνο των εκλογών, γεννά πολλά ερωτηματικά.
Γι αυτό ίσως η κυβέρνηση έβαλε τους έξι βουλευτές να υπογράψουν δηλώσεις νομιμοφροσύνης. Στέλνοντας τις – παράδοξες - δηλώσεις αυτές στον Πρόεδρο της Βουλής, οι δηλωσίες δίνουν στον Πρόεδρο της Βουλής την αφορμή να τους προσμετρήσει στην κοινοβουλευτική ισχύ του Σύριζα, αν και δεν έχουν ενταχθεί στην κοινοβουλευτική του ομάδα. Καθώς η κυβέρνηση δεν στηρίζεται πλέον στην στήριξη κομμάτων η συνοχή της και η στήριξη της από τη Βουλή βασίζεται μόνο στον συνδετικό ιστό των δηλώσεων νομιμοφροσύνης. Μόνο αυτές κρατούν τα πολύχρωμα και ετερόκλητα στοιχεία στην σωστή τους θέση. Άρα σωστά αποκαλείται κυβέρνηση «κουρελού».
Αν προσέξει όμως κανείς την πορεία του κ. Τσίπρα θα δει ότι η κατάληξη αυτή δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Η κυβερνητική του θητεία ήταν γεμάτη παραδοξότητες, ευκαιριακές αποφάσεις, κυβιστήσεις, τακτικισμούς και απουσία μακροχρόνιας στρατηγικής. Ή άσκηση της εξουσίας από τον κ. Τσίπρα δεν φαίνεται να έχει οποιαδήποτε κατεύθυνση.
Αυτό φάνηκε κατ' αρχήν από την απουσία κυβερνητικής συμφωνίας μεταξύ Σύριζα και Ανεξαρτήτων Ελλήνων. Σε αντίθεση με συμμαχικές κυβερνήσεις στην Ευρώπη αλλά και την πρακτική της κυβέρνησης Σαμαρά/Βενιζέλου, οι οποίοι δημοσίευσαν γραπτές προγραμματικές συμφωνίες τον Ιούλιο του 2012 και τον Οκτώβριο του 2013, οι κκ. Τσίπρας και Καμμένος βάσισαν την κυβερνητική τους συνεργασία αποκλειστικά και μόνο στην προσωπική τους σχέση, χωρίς προγραμματική συμφωνία. Τα χρώματα της διακυβέρνησης ρίχτηκαν τυχαία, δεν σχεδιάστηκαν από πριν.
Η συνέχεια ήταν ανάλογη. Στις προγραμματικές δηλώσεις της 5ης Οκτωβρίου 2015, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι ο στόχος της κυβέρνησή του ήταν «να ανοίξουμε τον δρόμο για ένα νέο οικονομικό παραγωγικό μοντέλο που θα αντιστρέφει την πορεία των εξελίξεων των τελευταίων δεκαετιών και ειδικά της τελευταίας πενταετίας». Είπε ότι ο «δικός μας στόχος είναι να βαδίσουμε ένα δρόμο διαφορετικό από αυτόν που προτείνουν οι συντηρητικοί κύκλοι της ελληνικής και ευρωπαϊκής ελίτ». Κατηγόρησε τις προηγούμενες κυβερνήσεις και την Ευρωπαϊκή Ένωση ότι είχαν δήθεν ένα «νεοφιλελεύθερο σχέδιο», που «απέτυχε παταγωδώς».
Όπως όμως είναι γνωστό ο κ. Τσίπρας έκανε ακριβώς το αντίθετο από αυτό που είπε. Ακολούθησε κατά γράμμα το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής που του ζήτησε η ΕΕ. Φυσικά, το πρόγραμμα αυτό δεν ήταν «νεοφιλελεύθερο» αλλά αντικείμενο συναίνεσης μεταξύ πολλών τάσεων της οικονομικής θεωρίας και αντικείμενο συναίνεσης μεταξύ συντηρητικών και σοσιαλιστών σε άλλες χώρες. Ο κ. Τσίπρας ακολούθησε τελικά, χωρίς ποτέ να το αποδέχεται, την ίδια πολιτική της προηγούμενης πενταετίας και των προκατόχων του, Γιώργου Παπανδρέου, Λουκά Παπαδήμου και Αντώνη Σαμαρά, δηλαδή το πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης που είχε προτείνει η ΕΕ και το ΔΝΤ, με τη διαφορά ότι η Ελλάδα ήταν σε πολύ χειρότερη θέση πλέον λόγω της ανίκανης και καταστροφικής «διαπραγμάτευσης» του πρώτου εξαμήνου.
Η κυβέρνηση σήμερα θριαμβολογεί για τα απίθανα υπερπλεονάσματα που πέτυχε, δηλαδή για μια δρακόντεια λιτότητα. Η τεράστια ειρωνεία είναι ότι ο κ. Τσίπρας πηγαίνει προς τις εκλογές με σύνθημα ότι «πέτυχε» η λιτότητα και βγήκαμε από τα μνημόνια, δηλαδή πέτυχε η συνταγή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, του κ. Παπαδήμου, του κ. Σαμαρά και του κ. Παπανδρέου. Κάνει σημαία του την πολιτική που είχε πολεμήσει με νύχια και με δόντια όσο ήταν στην αντιπολίτευση και την οποία είχε επίσης απορρίψει στις προγραμματικές του δηλώσεις, τόσο τον Φεβρουάριο όσο και τον Οκτώβριο του 2015.
Η ίδια παραδοξότητα βρίσκεται όμως και σε άλλους τομείς. Oι δύο πιο σημαντικοί, τουλάχιστον σύμφωνα με την ρητορική του κ. Τσίπρα, είναι η διαφθορά και η ισότητα. Και στους δύο τομείς, τα δεδομένα δείχνουν ότι η κατάσταση είναι χειρότερη ή ίδια με αυτήν του 2014. Στον τομέα της διαφθοράς ο κ. Τσίπρας δεν πέτυχε τίποτα. Η κυβέρνηση διόρισε και διορίζει στρατό κομματικών εγκάθετων, συζύγων, τέκνων και ανιψιών. Ακόμα και η τρόικα, που ανέχεται σχεδόν τα πάντα για να μην βλέπει την Ελλάδα στα πρωτοσέλιδα της Γερμανίας, αρνήθηκε να εγκρίνει τις προκηρύξεις μονίμων γενικών γραμματέων, αφού διαπίστωσε πρόθεση κομματικής, δηλαδή διεφθαρμένης, παράκαμψης της αξιοκρατίας.
Στην δικαιοσύνη η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Δικαστές παραιτούνται καταγγέλλοντας παρεμβάσεις στο έργο τους. Υπουργοί και φιλικοί εκδότες απειλούν όσους δικαστές δεν συμμορφώνονται. Η παραπομπή πολιτικών αντιπάλων για το σκάνδαλο Novartis με βάση μυστικούς μάρτυρες, ενδεχομένως κατόπιν εκβιασμών, είναι ένα σκάνδαλο που πρέπει να ερευνηθεί ποινικά. Ο διορισμός της κ. Θάνου στο νομικό γραφείο του κ. Τσίπρα την επομένη της συνταξιοδότησής της, είναι ένα χαστούκι στην δικαιοσύνη, που δεν μπορεί να ξεχαστεί.
Αντίστοιχα, οι προσπάθειες του κ. Τσίπρα να προστατεύσει τους φτωχούς, έχουν επίσης αποτύχει. Όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι η ανισότητα χειροτέρευσε από το 2014 και μετά. Προστατεύοντας κυρίως τους συνταξιούχους ο κ. Τσίπρας άφησε εκτεθειμένους τους νέους και τα παιδιά, που σήμερα υποφέρουν περισσότερο από την φτώχεια από κάθε άλλη κοινωνική ομάδα στην Ελλάδα. Στην πιο πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου Bertelsmann για την κοινωνική δικαιοσύνη στην ΕΕ η Ελλάδα παραμένει τελευταία.
Ο κ. Τσίπρας τα έκανε όλα στο πόδι. Η θητεία του δεν είχε αρχή, μέση και τέλος. Τελικά, ίσως το δεύτερο χαρακτηριστικό δεδομένο της κυβέρνησης Τσίπρα/Καμμένου, δίπλα στην δημαγωγία, να είναι η παραδοξότητα. Η τετραετία στο σύνολό της δεν βγάζει νόημα. Ήταν όλη μια ετερόκλητη κουρελού.
*Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης είναι καθηγητής δημοσίου δικαίου στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και δικηγόρος στο Λονδίνο.