Του Κώστα Μποτόπουλου
Η σημερινή έγκριση από τη Βουλή του διορισμού της κυρίας Βασιλικής Θάνου ως Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού θα αποτελέσει, εφόσον πραγματοποιηθεί, θεσμική παρωδία και συγχρόνως θεσμική τραγωδία.
Παρωδία γιατί είναι εξόφθαλμο ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο, πρώην ανώτατη δικαστικός που μεταπήδησε στην πρωθυπουργία, επανήλθε στο δικαστικό σώμα και κατόπιν διορίστηκε στο γραφείο του Πρωθυπουργού, δεν διαθέτει κανένα από τα εχέγγυα ανεξαρτησίας που απαιτεί η θέση.
Το Σύνταγμα (άρθρο 101 Α, που προστέθηκε με την αναθεώρηση του 2001) προβλέπει για τα μέλη, και ιδίως για τις ηγεσίες, των Ανεξάρτητων Αρχών, αφενός να διορίζονται με ορισμένη θητεία και να παραμένουν στη θέση τους καθ' όλη τη θητεία τους, εκτός εάν υπάρξει σπουδαίος και σχετιζόμενος με την άσκηση των καθηκόντων τους λόγος, και αφετέρου να διέπονται από προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία, όπως αυτές συμπληρώνονται και από τις διατάξεις των ειδικών για κάθε Αρχή νόμων.
Ως λειτουργική ανεξαρτησία νοείται η παροχή από την ελληνική Πολιτεία των μέσων για την επιτέλεση της αποστολής της κάθε Αρχής με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ενώ η –κρισιμότερη- προσωπική ανεξαρτησία έχει την έννοια της υποχρέωσης της Πολιτείας να αφήσει τις ηγεσίες των ανεξάρτητων Αρχών απερίσπαστες από κάθε είδους πίεση ή αθέμιτη επιρροή, αλλά και να επιλέξει πρόσωπα που να μπορούν να επιτελέσουν το έργο τους πέρα και έξω από τέτοιες επιρροές.
Στην περίπτωση της κυρίας Θάνου καμία από τις παραπάνω συνταγματικές προϋποθέσεις δεν πληρούται. Η προτεινόμενη έχει πολιτική/κομματική ιδιότητα και προϋπηρεσία, εξαιτίας των οποίων μάλιστα διορίζεται, αφού η τελευταία θέση της εγγενώς προϋπέθετε όχι μόνο εμπιστοσύνη αλλά και στενό δεσμό με ανώτατα κυβερνητικά κλιμάκια. Από το συγκεκριμένο πρόσωπο λείπει επίσης η εξειδίκευση στο αντικείμενο που θα κληθεί να διαχειριστεί, δεν εξουδετερώνεται δε αυτό το έλλειμμα από τη λειτουργία της γενικής για όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις αρχής να επιλέγουν πρώην δικαστικούς. Δεν είναι όλοι οι πρώην δικαστικοί ειδικοί σε όλα, αλλά τουλάχιστον θα έπρεπε να επιλέγονται οι πραγματικά ανεξάρτητοι.
Επιπλέον αυτός ο διορισμός φοβούμαι ότι θα είναι, και μάλιστα από δύο πλευρές, τραγωδία. Γιατί θα δώσει το τελικό χτύπημα στην αξιοπιστία των Ανεξάρτητων Αρχών στη χώρα μας, Αρχών που συκοφάντησε και άλωσε, κατά πρωτοφανή στη μεταπολίτευση τρόπο, η παρούσα κυβέρνηση. Και γιατί αυτό θα συμβεί σε ένα πεδίο εξαιρετικά κρίσιμο για την εν γένει οικονομική λειτουργία και την απαραίτητη οικονομική ανάπτυξη. Λόγω αυτών των ιδιαιτεροτήτων, είναι παραπάνω από ορθό, αναγκαίο, ότι ενημερώνονται και προειδοποιούνται οι αρμόδιες κοινοτικές αρχές.
Αναμένεται επίσης με ενδιαφέρον, αλλά όχι πολλή αβεβαιότητα, η στάση των κυβερνητικών εκείνων παραγόντων και βουλευτών που έχουν δηλώσει ή αφήσει να υπονοηθεί ότι αντιλαμβάνονται το πλήγμα που ετοιμάζεται, όχι για πρώτη φορά αλλά πιο απροκάλυπτα από ποτέ, να δεχτεί το Κράτος Δικαίου.