Του Παναγιώτη Γκλαβίνη
Στη Θεσσαλονίκη, επανήλθε η συζήτηση για την ανάπτυξή της με επίκεντρο την ΔΕΘ. Δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει. Όσο αρνούμαστε να σκεφτούμε έξω από το κουτί μας, εκεί θα καταλήγουμε. Λόγος για τον οποίο θα πρέπει να τελειώνουμε με το θέμα αυτό και για ν' απαλλαγούμε θα πρέπει να το λύσουμε.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ζήτημα της ανάπλασης του οικοπέδου της ΔΕΘ είναι κεντρικό, όπως κεντρική είναι και η θέση του στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Δεν είναι, όμως, μοναδικό, ούτε πανάκεια για την ανάπτυξή της. Όποιος αποπειράθηκε να το λύσει, προσέκρουσε στο αιώνιο δίλημμα: να μείνει η ΔΕΘ εδώ που είναι ή να φύγει; Κι αν φύγει, πού να πάει; ανατολικά ή δυτικά;
Ελλείψει πειστικής εναλλακτικής λύσης, αυτό που φαίνεται να προκρίνεται σήμερα, είναι να παραμείνει η ΔΕΘ εκεί που είναι. Αυτό, βέβαια, δεν λύνει το πρόβλημα, απλά το διαγράφει. Λίγο πράσινο εδώ, λίγο σουλούπωμα εκεί, κάποια καινούργια κτήρια παραπέρα, δεν το λες κι αναπτυξιακό έργο! Το ζήτημα της προσέλκυσης επενδυτή στον εκθεσιακό φορέα, το λύσαμε; Θα το λύσουμε; Καλά η ανάπλαση. Το επιχειρηματικό σκέλος, το ξεχάσαμε; Είναι κάτι που λησμονούν όσοι προτείνουν τη μια ή την άλλη αρχιτεκτονική ή χωροταξική λύση. Δεν διαφωνώ να διατηρήσουμε τον εθνικό εκθεσιακό μας φορέα ως έχει, αν έτσι συμφέρει. Να το πούμε, όμως. Ότι η περίφημη συζήτηση περί ιδιωτικοποίησης της ΔΕΘ, η οποία φέτος κλείνει εικοσαετία, τελειώνει κάπου εδώ. Κι ότι με ΔΕΚΟ θα μπορούμε να φτάσουμε τους άλλους εταίρους μας στην Ευρωζώνη, όταν αυτοί τρέχουν με Ferrari.
Για να επανέλθουμε, όμως, στο χωροταξικό, που καθορίζει και τα άλλα: να θυμίσουμε πως πριν δέκα χρόνια, το ΑΠΘ είχε εκπονήσει μια μελέτη για την μετεγκατάσταση της ΔΕΘ σε τμήμα του Αγροκτήματός του, που βρίσκεται δίπλα στο αεροδρόμιο και πάνω στη θάλασσα. Την μελέτη αυτή είχε εκπονήσει ο συνάδελφος της Αρχιτεκτονικής Σχολής καθηγητής Νίκος Καλογήρου.
Σήμερα, πρέπει να κτίσουμε πάνω στην πρόταση αυτή και να την επικαιροποιήσουμε υπό το φως των εξελίξεων στις υποδομές της πόλης. Τα έργα αναβάθμισης του λιμανιού, από τη μια μεριά, και του αεροδρομίου, από την άλλη, είναι μια πρόκληση για να μετατραπεί η Θεσσαλονίκη σε διεθνές επιχειρηματικό κέντρο.
Μας λείπει, όμως, ένα σύγχρονο trade centre. Αυτό προτείνω να δημιουργήσουμε στον χώρο που βρίσκεται σήμερα η ΔΕΘ. Και η τελευταία να μετεγκατασταθεί στο τμήμα του Αγροκτήματος του ΑΠΘ που βρίσκεται δίπλα στο αεροδρόμιο. Με τον τρόπο αυτό, θα καταστήσει βιώσιμη και την επέκταση του μετρό στο αεροδρόμιο, που δεν είναι δεδομένη σήμερα.
Η μετεγκατάσταση της ΔΕΘ δίπλα στο αεροδρόμιο, σε νέες εγκαταστάσεις πλάι στη θάλασσα, όπου θα μπορεί να κατασκευαστεί και μια μεγάλη μαρίνα για τη διενέργεια ναυτιλιακών εκθέσεων, θα απαιτήσει επενδύσεις. Το Υπερταμείο, στο οποίο ανήκει σήμερα η ΔΕΘ, έχει τα εργαλεία εκείνα, ώστε αφενός να πολεοδομήσει το χώρο μετεγκατάστασής της, αφετέρου να προσελκύσει επενδυτές που θα μπορούσαν να επενδύσουν εκεί πέρα. Κι αν δεν τους βρει, ας ρωτήσει την Fraport που είναι δίπλα να του πει ονόματα και διευθύνσεις (αν δεν θελήσει να το πάρει η ίδια…).
Από την άλλη μεριά, το ΑΠΘ που θα φύγει από τον συγκεκριμένο χώρο, θα πρέπει κάτι να πάρει ως «αντιπαροχή», τη στιγμή μάλιστα που γίνεται καταλύτης για την τριπλή ανάπλαση που προτείνουμε. Την «αντιπαροχή» αυτή θα μπορεί να την πάρει μέσω μιας άλλης θυγατρικής του Υπερταμείου, της ΓΑΙΑΟΣΕ, η οποία τα τελευταία χρόνια επιχειρεί –χωρίς επιτυχία– να αξιοποιήσει το ακίνητο του Σιδηροδρομικού Σταθμού Θεσσαλονίκης. Εκεί θα μπορούσαν πολύ εύκολα να κτιστούν εγκαταστάσεις για το ΑΠΘ, ώστε αυτό να βρει τους χώρους που χρειάζεται για να εγκαταστήσει τα άστεγα τμήματά του και για ν' αναπτυχθεί. Τρεις στάσεις του μετρό δρόμος το χωρίζουν από τον Σταθμό! Ένα μετρό, που ειρήσθω εν παρόδω, διασυνδέει και τα τρία προτεινόμενα έργα.
Η ταυτόχρονη και συνδυασμένη τριπλή ανάπλαση του Αγροκτήματος του ΑΠΘ, του οικοπέδου της ΔΕΘ και του ακινήτου του Σιδηροδρομικού Σταθμού, συνιστά ένα «Ελληνικό Νο 2» για την Θεσσαλονίκη, ικανό να την μετατρέψει, μαζί με το λιμάνι και το αεροδρόμιο, στο μεγαλύτερο επιχειρηματικό και εκπαιδευτικό κέντρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η Θεσσαλονίκη το αξίζει. Και το χρειάζεται.
Καλώ τους φορείς της πόλης να προσεγγίσουν καλόπιστα την πρόταση αυτή και εφόσον την κρίνουν αντικειμενικά συμφερότερη για την ανάπτυξη της πόλης, να την στηρίξουν. Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται ένα αναπτυξιακό σοκ για να αφυπνιστεί. Το κράτος δεν έχει λεφτά για να επενδύσει ώστε να κατασκευάσει όποιες υποδομές θέλει πάνω σε κρατικά οικόπεδα με τη διαδικασία των δημοσίων έργων και με επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού, όπως συνέβαινε άλλοτε. Άρα, θα πρέπει να περιοριστεί στο να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις εκείνες, ώστε να προσελκύσει ιδιώτες επενδυτές να το κάνουν στη θέση του.
Για το σκοπό αυτό, εμείς του προτείνουμε να δομήσει ένα συγκροτημένο και συνεκτικό αναπτυξιακό σχέδιο, που θα είναι αφενός μεν ελκυστικό για τους επενδυτές να έρθουν να επενδύσουν, αφετέρου ικανό να καταστήσει την πόλη το σημαντικότερο επιχειρηματικό και εκπαιδευτικό κέντρο της περιοχής για το καλό των παιδιών της, που σήμερα σπάνε τα ρεκόρ της ανεργίας το ένα μετά το άλλο.
Κάποιοι σε θέσεις ευθύνης διερωτώνται γιατί η Θεσσαλονίκη ψηφίζει ό,τι νάναι. Η απάντηση είναι γιατί αυτοί αποφασίζουν ό,τι νάναι. Όπως στρώνει κανείς κοιμάται. Και την επόμενη φορά, μπορεί και να χάσουν τον ύπνο τους αν δεν αναλάβουν τις ευθύνες τους.
* Ο Π. Γκλαβίνης είναι Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου στη Νομική Σχολή ΑΠΘ