Συχνά συμβαίνει στις ανασκαφές ο επικεφαλής αρχαιολόγος να ζητά να γίνει κάποια μικρή τομή, και να «πέφτει» επάνω σε κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον, τόσο, ώστε να πρέπει να συνεχίσει την ανασκαφή. Αυτό συμβαίνει και στη φετινή ανασκαφή στη Ζώμινθο συνεχίζεται, όπως μας πληροφορούν από τα Ανώγεια, όπου ανασκάπτει η Έφη Σαπουνά- Σακελλαράκη. Όμως, μαζί με τις λοιπές δυσκολίες λόγω Covid-19 έχει προγραμματιστεί και περιορισμένη έρευνα, δηλαδή η έρευνα για την πρόσβαση μόνο προς τη βόρεια είσοδο του Κεντρικού κτηρίου. Έτσι, θα ολοκληρωθούν σύντομα οι εργασίες, που φέτος λόγω της πανδημίας γίνονται με λιγότερο προσωπικό. Από τους επτά αρχαιολόγους που εργάζονταν συνήθως, τώρα συνεργάζεται μόνο ο Δημήτρης Κοκκινάκος.
Σε προηγούμενες ανασκαφικές περιόδους είχε φανεί η μεγάλη έκταση του Παλαιότερου συγκροτήματος στην περίοδο των παλαιών ανακτόρων (1900 - 1700 π.Χ.) πάνω στο οποίο έχει χτιστεί το ελίτ Κεντρικό κτήριο της νεοανακτορικής περιόδου. Το νεοανακτορικό κτήριο φαινόταν ότι ήταν μικρότερο σε έκταση από το παλαιότερο. Ωστόσο, στις τελευταίες έρευνες φάνηκε ότι εκτός από το Κεντρικό κτήριο, το νέο ανάκτορο επεκτεινόταν σε όλο το λόφο όπως το αρχαιότερο: οι μεγάλες βεράντες στο νοτιότερο τμήμα που είχε υποστεί και τη μεγαλύτερη καταστροφή στα πρόσφατα χρόνια (δεκαετία του 1960) και η ανατολική αυλή που χρησιμοποιήθηκε και στη ρωμαϊκή εποχή (εύρεση νομισμάτων που απεικονίζουν τους αυτοκράτορες Μάρκο Αυρήλιο και Αδριανό) δηλώνουν την έκταση προς νότο και ανατολικά.
Επιπλέον, στο δυτικό τμήμα, αμέσως μετά την ανέγερση του Κεντρικού κτηρίου (περίπου 1700π.Χ.) προσκολλήθηκαν σε αυτό σημαντικά εργαστήρια μεταλλουργίας, ορείας κρυστάλλου και κεραμικό εργαστήριο μαζί με τον μεγάλο κλίβανο. Στο βορειοδυτικό τμήμα αποκαλύφθηκαν χώροι λατρείας όπου βρέθηκαν πολύτιμα έργα όπως ρυτό σε σχήμα κεφαλής ταύρου.
Στο τέλος της ανασκαφικής περιόδου του 2019 και κατά τη φετινή έρευνα, τα οικοδομικά λείψανα που αποκαλύφθηκαν στο βόρειο τμήμα του λόφου έδωσαν σημαντικά στοιχεία έξω από το Κεντρικό κτήριο όπως το «βόρειο ιερό» όπου σε βωμό είχαν αποτεθεί πλήθος ιερών αντικειμένων (ρυτά κύπελλα κτλ). Το «βόρειο ιερό» βρίσκεται ακριβώς δίπλα σε χώρο με πολύθυρα και παράρτημα του κεραμικού εργαστηρίου. Το ιερό αυτό είναι χτισμένο πάνω σε παλαιότερο όπου βρέθηκαν ειδώλια, μεταξύ των οποίων «Η κυρά της Ζωμίνθου» και δωμάτια με εξαιρετικά δάπεδα που διασώζουν σύστημα αγωγών και ασφαλώς ανήκαν στην ελίτ κοινωνία του χώρου αυτού.
Πολύ ενδιαφέρον σύμφωνα με τη φετινή ανασκαφή είναι ότι πιθανώς στη ΥΜ ΙΒ περίοδο αναδιαμορφώνεται το εξωτερικό τμήμα της βόρειας εισόδου η οποία καλύπτει ένα μέρος των πολύ σημαντικών χώρων της ΜΜ ΙΙΙ - ΥΜ ΙΑ περιόδου (1700 - 1600 π.Χ.). Με την εύρεση των χώρων αυτών στη βόρεια κλιτύ του λόφου, αναδεικνύεται το Κεντρικό κτήριο που αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία ως ανεξάρτητο κέντρο που σχετίζεται άμεσα με το ιερό σπήλαιο, το Ιδαίο Άντρο.
Η δυναστεία της Κνωσού
Χώρος πολυτελούς κατοικίας σημαντικών προσώπων της δυναστείας της Κνωσού, αλλά και χώρος θρησκευτικών συγκεντρώσεων κατά τις εποχές του χρόνου που το γειτονικό διεθνές θρησκευτικό κέντρο του Ιδαίου Άντρου δεν ήταν προσιτό, λόγω καιρικών συνθηκών, ήταν το μεγάλο κτήριο που ανασκάπτει η Εφη Σαπουνά- Σακελλαράκη μετά το θάνατο του σπουδαίου Ελληνα αρχαιολόγου Γιάννη Σακελλαράκη. Η συνέχεια της ανασκαφής επιβεβαιώνει την αρχική εκτίμηση εκείνου ότι πρόκειται για ένα μεγάλο διοικητικό κέντρο που εκτείνεται σε ένα δαιδαλώδες τριώροφο κτήριο. Ισως εκεί να ζούσαν πρίγκιπες ή αξιωματούχοι από τα μινωϊκά παλάτια της Κνωσού. Ή ίσως και να ήταν το ασφαλές χειμερινό κατάλυμμα του πανίσχυρου Ιερατείου του Ιδαίου Αντρου για τους μήνες που η πρόσβαση στη χιονισμένη κορυφή ήταν αδύνατη.
Κατά τις ανασκαφές προηγούμενων ετών φάνηκε ότι το κεντρικό κτήριο ήταν διώροφο ή και τριώροφο σε ορισμένα σημεία. Διάδρομοι, κλίμακες, νέες υπόστυλες αίθουσες προστίθενται διαρκώς στους μεγαλοπρεπείς χώρους που είχαν πολύθυρα και φωταγωγούς. Οι τοίχοι, που διασώζονται σε ύψος από 2.5 έως 3 μέτρα, είναι τοιχογραφημένοι.
Οι αίθουσες συγκεντρώσεων φέρουν περιμετρικά θρανία, στοιχείο που οδηγεί στην ερμηνεία ότι το κτήριο ήταν εκτός από χώρος πολυτελούς κατοικίας σημαντικών προσώπων της δυναστείας της Κνωσού, και χώρος θρησκευτικών συγκεντρώσεων (όπως προαναφέραμε, ίσως κατά τις εποχές του χρόνου που το γειτονικό διεθνές θρησκευτικό κέντρο του Ιδαίου Άντρου δεν ήταν προσιτό, λόγω καιρικών συνθηκών.) Το πλήθος των αντικειμένων, χάλκινα θρησκευτικά αντικείμενα, όπως διπλοί πελέκεις, θυμιατήρια και άλλα αντικείμενα, δηλώνουν την θρησκευτική χρήση του χώρου αυτού. Αφιερώματα όπως σφραγίδες τα χάλκινα ειδώλια λατρευτών, χάντρες περιδεραίου, και άλλα είδη, όπως πήλινα θυμιατήρια, καρποδόχοι και πλήθος ειδικών αγγείων επιβεβαιώνουν την χρήση αυτή.
Οι Μινωίτες που εκμεταλλεύτηκαν τον πλούτο του Ψηλορείτη, είχαν οργανώσει στη Ζώμινθο εργαστήρια παραγωγής κεραμικών έργων, όπως δείχνει το κεραμικό εργαστήριο και ο κλίβανος, τα εργαστήρια επεξεργασίας ορείας κρυστάλλου, υλικού που υπάρχει στην περιοχή και ο μεταλλουργικός κλίβανος, που αποκαλύφθηκε κατά την φετινή ανασκαφική περίοδο. Δεν είναι τυχαίο το πλήθος των χαλκών που βρέθηκαν και φέτος.
Το μαλλί από τα πρόβατα που γνωρίζουμε από τις πινακίδες της Κνωσού, αλλά και τα φυτά του Ψηλορείτη που έστελναν στην Αίγυπτο, όπως γνωρίζουμε από αιγυπτιακές επιγραφές, και είχαν ιαματικές και καλλωπιστικές ιδιότητες, ήταν από τα κύρια προϊόντα που εμπορεύονταν οι κάτοικοι της Ζωμίνθου
Όλα δείχνουν ότι το κεντρικό κτήριο των περίπου 150 δωματίων, χτίστηκε από έναν μεγαλοφυή αρχιτέκτονα, που μακριά από τα μοντέλα των πεδινών ανακτόρων και επαύλεων, προσάρμοσε το σχέδιο του στο ορεινό τοπίο, το οποίο όμως τροποποιήθηκε πολλές φορές από τη συνεχή χρήση.
Το συγκρότημα, η μυθολογία και η ιστορία του
Το συγκρότημα βρίσκεται σε ύψος 1200μ. και αποτελεί το υψηλότερο κέντρο της Μινωικής Κρήτης. Ιδρύθηκε αρχικά περί το 1900 π.Χ. μαζί με τα πρώτα μεγάλα ανάκτορα και είχε συνεχή κατοίκηση. Μετά την καταστροφή του μινωικού συγκροτήματος κατά το 1450 π. Χ., τον ίδιο τόπο, τον πλούσιο σε νερά και βλάστηση, επέλεξαν οι Μυκηναίοι για να ιδρύσουν έναν οικισμό, 100μ. βορειότερα. Ενώ οι Ρωμαίοι, που εκμεταλλεύτηκαν με σωστή οργάνωση τα αγαθά του Ψηλορείτη, έκτισαν πάνω σε τμήμα του μινωικού συγκροτήματος ένα κτήριο-στρατώνα προξενώντας καταστροφές σε μεγάλο μέρος του.
Σύμφωνα με τον Όμηρο ο Μίνωας ανέβαινε κάθε εννέα χρόνια στο ιερό Ιδαίον Άντρον του Ψηλορείτη (όπου κατά τον μύθο είχε γεννηθεί ο Δίας) προκειμένου να πάρει από το θεό τους νόμους για να κυβερνήσει. Μαζί του ανέβαιναν και οι Μινωίτες ως προσκυνητές. Ο συντομότερος δρόμος προς το ιερό σπήλαιο του Ιδαίου Δία είναι αυτός της Κνωσού, ο οποίος περνάει από τη Ζώμινθο. Η λατρεία του Κρηταγενούς Δία συνεχίστηκε κατά την ελληνική αλλά και τη ρωμαϊκή εποχή της Κρήτης. Αυτό αποδεικνύεται καθώς από τα πολλά λυχνάρια και αναθήματα που βρέθηκαν στο Ιδαίον Άντρον τα τελευταία χρονολογούνται στην εποχή του Ιουλιανού.