Κατέβηκα την Πανεπιστημίου προς την Ομόνοια. Θέλησα να δω το επίτευγμα του δημάρχου. Φτάνοντας στην γωνία με την Πατησίων σήκωσα τα μάτια μου. Και τι βλέπω; Ένα σιντριβάνι! Εκείνη την ώρα δεν ξέρω τι περίμενα να δω. Αυτό πάντως που είδα ήταν απλό και όμορφο. Κι έμεινα ώρα να το κοιτάω, όπως ακριβώς έκανα πέντε χρονών, όταν για πρώτη φορά βρέθηκα στο κέντρο του κόσμου...
Δεν ξέρω τι περίμενα να δω. Μέσα στο μυαλό μου χόρευαν διάφορες σκέψεις, παρμένες από χιλιάδες λέξεις που κτίστηκαν γύρω από την πλατεία και έκτισαν ένα τείχος, σε μια προσπάθεια καλών και επιφανών ανθρώπων να αναβαθμίσουν τον ρόλο της, να την αναδείξουν. Στην προσπάθειά τους να ανακαλύψουν γιατί αυτή η πλατεία τους μάγεψε κάποτε, την έκρυψαν, τελικά, από τον κόσμο. Αλλοίωσαν την εικόνα της, νομίζοντας ότι με το τείχος που όρθωσαν γύρω της, θα προστάτευαν στην καρδιά της πλατείας αυτό που αντιπροσώπευε κάποτε η πλατεία γι αυτούς. Στο τέλος την κατέστρεψαν. Η Πλατεία Ομονοίας έπαψε να είναι αυτό που ήταν πριν από 40 ή 60 χρόνια. Έγινε κάτι άλλο. Ένα πρωτοποριακό έργο κάποιου σπουδαίου αρχιτέκτονα, μια αλληγορική εικόνα μιας ομάδας νέων ανθρώπων. Όμορφο, άσχημο, δεν έχει σημασία. Δεν ήταν η Πλατεία Ομονοίας. Ήταν κάτι άλλο, κτισμένο στα συντρίμμια της Ομόνοιας.
Ο Κώστας Μπακογιάννης επανέφερε την μαγεία της πλατείας. Μιας πλατείας σύμβολο, ακριβώς επειδή ήταν το κέντρο της πόλης. Εκεί έδιναν τα ραντεβού τους οι άνθρωποι. Έξω από του Μπακάκου ή ακόμη στα καφενεία της περιοχής, το κάθε ένα από τα οποία συγκέντρωνε ανθρώπους από διαφορετικές περιοχές της χώρας. Σε αυτό το καφενείο οι Τριπολιτσιώτες, σε εκείνο οι Χανιώτες και ούτω καθεξής. Μπορεί όλα αυτά να έχουν χαθεί, να είναι κομμάτια μιας άλλης εποχής, αλλά η πλατεία όχι! Η πλατεία είναι ίδια, όπως ήταν. Γιατί; Επειδή είναι απλή. Όπως απλή ήταν και τότε. Είναι μία πλατεία. Δεν είναι έργο τέχνης, δεν είναι η έκφραση κάποιας ομάδας «προχώ». Είναι απλά μία πλατεία. Και στο μέσο της έχει ένα σιντριβάνι. Ένα όμορφο σιντριβάνι που πετάει το νερό μέχρι τον ουρανό και μας κάνει να χανόμαστε, όπως τότε που ήμασταν παιδιά.
Η πλατεία δεν συγκεντρώνει πλέον τους επαρχιώτες που αναζητούν τον ξάδελφο ή έναν φίλο στην πρωτεύουσα. Εξακολουθεί όμως να είναι στο κέντρο της πόλης. Η περιοχή είναι υποβαθμισμένη. Δεν είναι αυτό που ήταν κάποτε. Μαχαιρώματα, ναρκωτικά, νταβατζήδες. Το κέντρο της πόλης έχει γίνει κακόφημο. Και πρέπει να το πάρουμε πίσω από τις συμμορίες. Ο δήμαρχος, λοιπόν, έκανε μια καλή αρχή. Έριξε φως σε μια σκοτεινή πλευρά της πόλης. Κι απ' ότι φαίνεται αυτός είναι ένας δρόμος. Κάτι που μπορεί να φέρει αποτέλεσμα. Αρκεί να κατηφορίσουμε στην πλατεία για να χαζέψουμε το σιντριβάνι. Κι ύστερα μέσα στα στενά ίσως ανακαλύψουμε τα όμορφα νεοκλασικά. Κάπως έτσι αλλάζουν οι πόλεις. Από το χνώτο των ανθρώπων...
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]
ΥΓ: Όμορφο και το «πεντάκυκλο», το υδροκίνητο γλυπτό του αναγνωρισμένου γλύπτη Γεώργιου Ζογγολόπουλου. Αυτή η πόλη μπορεί, τελικά, να γίνει όμορφη!