Του Ανδρέα Λοβέρδου
Επειδή οι ψίθυροι, οι φήμες και οι δηλώσεις περί «κυβέρνησης ανοχής» τις τελευταίες ημέρες έχουν μετατραπεί αν όχι σε κραυγές τουλάχιστον σε φωνές, η πρώτη ενέργεια που θεώρησα σκόπιμη αλλά και επιβεβλημένη να προβώ ήταν να ζητήσω επίσημη ενημέρωση από κυβερνητικά χείλη για το τι ακριβώς και τελικά συμβαίνει μεταξύ των δύο κυβερνητικών πόλων.
Ρώτησα τον κ. Ρήγα στην Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής, διότι στο Υπουργείο Άμυνας συγκατοικούν οι δύο συνιστώσες της δεδηλωμένης. Και είναι γεγονός ότι απάντηση από τον Αναπληρωτή Υπουργό Άμυνας δεν έλαβα. Αυτό όμως που συμβαίνει δεν μπορεί να συνεχιστεί. Ούτε η εθνική αντιπροσωπεία ούτε ο ελληνικός λαός μπορεί να ενημερώνεται για ένα τέτοιο κρίσιμο ζήτημα από δημοσιογραφικές πληροφορίες. Οι δύο κυβερνητικοί εταίροι οφείλουν να ξεκαθαρίσουν δημοσίως την κατάσταση.
Σε κάθε περίπτωση το ζήτημα της ύπαρξης «κυβέρνησης ανοχής» έχει δύο παραμέτρους, οι οποίες συνδέονται με την συνταγματική πρόβλεψη η πρώτη και με την κοινωνική και οικονομική ανοχή και κυρίως αντοχή η δεύτερη. Εξετάζοντας την πρώτη παράμετρο είναι αναντίλεκτο ότι πράγματι το γράμμα του Συντάγματος δεν αποτελεί τροχοπέδη για μια τέτοιου είδους κυβέρνηση. Δεν την απαγορεύει και δεν την αποκλείει ρητά. Και επίσης στην εφαρμοσμένη πολιτική υπάρχουν χώρες που κυβερνώνται από τέτοιες κυβερνήσεις. Ουδέποτε όμως στα ελληνικά πολιτικά χρονικά επισυνέβη κάτι ανάλογο.
Όποτε κυβέρνηση βρέθηκε χωρίς απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή, ο εκάστοτε Πρωθυπουργός προκήρυξε αμέσως εκλογές. Ο Κώστας Μητσοτάκης π.χ. μετά την αποχώρηση του Βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας κ.Συμπιλίδη δεν ανέχθηκε να παραμείνει Πρωθυπουργός με 150 βουλευτές και οδήγησε τη χώρα σε εκλογές. Μπορεί να υποστηριχθεί πως από το τέλος του 19ου αιώνα δημιουργήθηκε μια συνθήκη πολιτεύματος, σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση που δεν διαθέτει απόλυτη πλειοψηφία στην Βουλή ή παραιτείται ή οδηγεί τη χώρα σε εκλογές.
Αναφορικά στη δεύτερη παράμετρο όμως η κομβική παρατήρηση είναι μία: μία κυβέρνηση ανοχής και εκ της φύσεως και εκ της θέσεώς της είναι εκτεθειμένη σε συνθήκες ανασφάλειας και η πολιτική ανασφάλεια συνεπάγεται οικονομική ανασφάλεια. Απέναντι σε αυτό το ενδεχόμενο ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να είναι συγκεκριμένος. Θα αναλάβει αυτή την ευθύνη; Θα οδηγήσει την κοινωνία και την οικονομία σε ακόμη δυσκολότερα σταυροδρόμια με αντάλλαγμα την παραμονή του στην εξουσία για λίγους μήνες ακόμη;
Η έως σήμερα σταδιοδρομία των κυβερνώντων έχει αποδείξει ότι τίποτε, ούτε πολιτικό ούτε ηθικό, δεν μπορεί να συγκριθεί με τον εθισμό τους στη νομή της εξουσίας. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που διακινδύνευσαν την ευρωπαϊκή υπόσταση της χώρας και το ισχυρό νόμισμα που διαθέτει για να λαϊκίζουν ασύστολα εφαρμόζοντας θεωρίες παιγνίων. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που δίχασαν τους Έλληνες με ένα ψευδεπίγραφο δημοψήφισμα, του οποίου το αποτέλεσμα –και ευτυχώς τουλάχιστον γι΄αυτό- δεν σεβάστηκαν. Είναι εκείνοι που στρέφονται σχεδόν καθημερινά εναντίον των θεσμών και της Δικαιοσύνης κάθε φορά που οι αποφάσεις τους δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους. Και πρόκειται γι΄αυτούς που καταπάτησαν κάθε νομικό και ηθικό φραγμό με σκοπό να εξοντώσουν με πλεκτάνες, ψέματα, διαβολές και λάσπη τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Συγκρότησαν ένα πραγματικό παρακράτος, θέτουν έτσι με τον πιο σαφή τρόπο σοβαρό θέμα Δημοκρατίας.
Ως εκ τούτου καμία έκπληξη δεν θα προκαλούσε το γεγονός να αποφάσιζε ο ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίσει την καταστροφική του διακυβέρνηση με μία κυβέρνηση ανοχής. Να έχουν όμως υπόψιν τους οι θεσιθήρες που θα αποφάσιζαν κάτι τέτοιο ότι η κυβέρνηση ανοχής δεν μπορεί σε καμία των περιπτώσεων να είναι αντοχής. Κι αν το επιδιώξουν ο Μάιος είναι ο τελευταίος τους μήνας.