Από το 1974 και εντεύθεν, η στρατηγική της Ελλάδος έναντι της Τουρκίας υλοποιήθηκε διττώς ως το δόγμα της αποτροπής (1974 – 1993 και 2008 – 2020) και το δόγμα της διευρυμένης αποτροπής (ή το δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου) (1994 – 2008). Εν έτει 2020, τα δύο δόγματα κρίνονται εντελώς ανεπαρκή ενώπιον της ανησυχητικής Τουρκικής επιθετικότητας: η Κύπρος και η Ελλάδα έχουν μετατραπεί σε δύο κράτη με περιορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα όπως μαρτυρούν οι σχεδόν καθημερινές (και κατάφωρες) παραβιάσεις της Τουρκίας.
Ως εκ τούτου, αποτελεί μία επιτακτική ανάγκη να υιοθετήσει ο Ελληνισμός σε Ελλάδα και Κύπρο μία ρηξικέλευθη στρατηγική πέραν των συνηθισμένων και συντηρητικών πλαισίων – η οποία θα συνοψιζόταν ως μία διττή στρατηγική «ανάσχεσης» και «υπονόμευσης» της Τουρκίας.
Κατά πρώτον, η Ελλάδα θα πρέπει να μετατρέψει τις διευρυνόμενες (και εμβαθυνόμενες) συνεργασίες με αντι-τουρκικούς δρώντες σε πραγματικές συμμαχίες. Δυστυχώς, ο υπό ανάδυση αντι-τουρκικός άξονας περιλαμβάνει ουκ ολίγους προθύμους από τον Περσικό Κόλπο (π.χ. ΗΑΕ) έως την Μεσόγειο (π.χ. Γαλλία και Ανατολική Λιβύη) που, όμως, δεν συντονίζονται μεταξύ τους. Η Τουρκία θα πρέπει να γνωρίζει πλέον πως μία κρίση στο Αιγαίο θα σημάνει ipso facto μία αναζωπύρωση των εστιών σε Συρία και/ ή Λιβύη και (το κυριότερο!) αντιστρόφως.
Κατά δεύτερον, η Ελλάδα θα πρέπει να αποβάλλει τα ταμπού του παρελθόντος και να υποστηρίξει τον όποιον εχθρό της Τουρκίας – από τους Κούρδους της Συρίας έως την Ανατολική Λιβύη. Υποστήριξη υπό την μορφή της οικονομικής, διπλωματικής και, πρωτίστως, στρατιωτικής αρωγής – ήτοι, δια συμβούλων, πολεμοφοδίων και χρημάτων και όχι ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη και μία προσευχή. Ας διδαχθούμε από τις χρόνιες πρακτικές των γειτόνων μας Ισραηλινών επ’ αυτού.
Βέβαια, μια τέτοια στρατηγική πρέπει να οικοδομηθεί επί νέων θεμελίων. Και ως θεμέλια δεν νοούνται μόνο οι εξοπλισμοί και οι επενδύσεις στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία (ιδίως σε κρίσιμες τεχνολογίες όπως drones). Η νέα στρατηγική προϋποθέτει ένα ουσιαστικό «αφήγημα» προς υποστήριξή του. Δηλαδή, πρέπει να αντιληφθεί η κοινή γνώμη της χώρας πως η μη φινλανδοποίηση του Ελληνισμού προϋποθέτει ουκ ολίγες θυσίες – ήτοι, αύξηση της στρατιωτικής θητείας, στράτευση των γυναικών, ανακατεύθυνση των πλεονασμάτων του προϋπολογισμού σε αμυντικές δαπάνες. Και η κοινή γνώμη θα συναινέσει σε τέτοιες θυσίες μόνο εφόσον πεισθεί πως η Τουρκία συνιστά πλέον την υπ’ αριθμόν 1 απειλή για την επιβίωση του Ελληνισμού σε Ελλάδα και Κύπρο.
Εν κατακλείδι, η προαναλυθείσα πρόταση προαπαιτεί την χάραξη μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής επί της βάση της Ισχύος. Η στρατηγική αυτή δεν σημαίνει πως δεν θα αξιοποιείται το Διεθνές Δίκαιο προς όφελος της χώρας· απλά δεν θα εξιδανικεύεται ως η «πανάκεια δια πάσαν νόσον». Μια δυναμική και, άρα, επιθετική στρατηγική έναντι της Τουρκίας (όχι πλέον παθητική και αμυντική) θα μετατρέψει την εμπλοκή της Τουρκίας σε πολλαπλά μέτωπα (Καύκασος, Ιράκ, Συρία, Λιβύη, Κέρας της Αφρικής, Περσικός Κόλπος ) σε έναν γεωπολιτικό «Πίθο των Δαναϊδων».
Οι προϋποθέσεις υπάρχουν για μία τέτοια στρατηγική χάρη σε μία άνευ προηγουμένου «ευθυγράμμιση των πλανητών και αστέρων». Η πρόθεση (ή καλύτερα το στομάχι) υπάρχει εκ μέρους των κυβερνόντων και κυβερνομένων...;
* Ο Δρ Σπύρος Πλακούδας εργάζεται ως Επίκουρος Καθηγητής Εθνικής Ασφάλειας στο Rabdan Academy.