Να δεχτούμε προς χάρη της συζητήσεως πως ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να δηλώσει ό,τι αριθμό ψηφοφόρων επιθυμεί για τη διαδικασία ανανέωσης της ηγεσίας του Α. Τσίπρα. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει άλλος υποψήφιος ο οποίος θα έχει συμφέρον να παρακολουθήσει αν οι εκλογές είναι αδιάβλητες, τα πάντα είναι πλέον ανεξέλεγκτα.
Τι θέλουν να πουν; 100.000, 200.000 ή 300.000; κανένας δεν μπορεί να τους ελέγξει. Ως εκ τούτου ο σχολιασμός για τον αριθμό των συμμετεχόντων είναι άνευ ουσίας.
Το ερώτημα είναι τι τελικά έμεινε από όλη αυτήν την κινητοποίηση και κυρίως τι έμεινε από τη μαξιμαλιστική στοχοθεσία αυτής της εκλογής. Άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ υποστήριζαν πως «την Κυριακή να γράψουμε τους τίτλους τέλους της κυβέρνησης», άλλα μιλούσαν για την «αρχή του τέλους», ενώ ο ίδιος ο Α. Τσίπρας ήταν πιο συγκεκριμένος. Ζήτησε οι πολίτες με τη συμμετοχή τους να επιστρέψουν το λογαριασμό (της ακρίβειας) στον Μητσοτάκη.
Είμαι σίγουρος πως τίποτα από αυτά δεν θα συμβεί, γιατί πρώτα απ΄όλα βασίζονται σε μια ανυπόληπτη εσωκομματική εκλογική διαδικασία. Δεύτερον, γιατί αφορούν έναν πολιτικοποιημένο μικρόκοσμο. Αναμφίβολα η μαζική συμμετοχή αποτελεί ένα πολιτικό γεγονός, αλλά δεν καθορίζει τις εξελίξεις. Δεν θυμούμαι ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία να έδωσαν, τον Ιανουάριο του 2016 στη συμμετοχή 400.000 πολιτών* στις εσωκομματικές εκλογές, χαρακτήρα αποδοκιμασίας της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Επεσήμαναν την πολιτική σημασία του γεγονότος και προχώρησαν παραπέρα. Και ήταν μια διαδικασία με τέσσερις υποψηφίους και, ως εκ τούτου, δεν υπήρχε περίπτωση να γίνουν λαθροχειρίες.
Σήμερα, ο Α. Τσίπρας θα υποστεί τις συνέπειες όλων αυτών που βάζουν ψηλά τον πήχη. Θα περάσει από κάτω, ούτως ή άλλως.
Άλλωστε, ευθύς ως έγινε γνωστή η συμμετοχή στην προεδρική εκλογή και των 15χρονων, άρχισαν τα ειρωνικά σχόλια, κάτι που υπονόμευσε την ούτως ή άλλως υπονομευμένη, λόγω ενός υποψηφίου, εκλογική διαδικασία. Και δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από τη γελοιοποίηση.
Για κακή τύχη του ΣΥΡΙΖΑ ανήμερα της ανανέωσης της ηγεσίας του Α. Τσίπρα, είδε το φως της δημοσιότητας δημοσκόπηση που δείχνει πως η διαφορά μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ διευρύνεται. Ξεπερνά οριακά τις 10 μονάδες, κάτι που αγγίζει τα όρια του θαύματος, αν λάβουμε υπ' όψη τις καταστάσεις που διαχειρίσθηκε και διαχειρίζεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Δηλαδή, μετά από τρία χρόνια διακυβέρνησης, η Νέα Δημοκρατία όχι απλώς συντηρεί τα εκλογικά ποσοστά τής 7ης Ιουλίου 2019, αλλά τα έχει διευρύνει κιόλας.
Τελικά φαίνεται πως ο περίφημος λογαριασμός δεν επιστράφηκε στην κυβέρνηση. Απεναντίας, με τα κυβερνητικά μέτρα επιστρέφονται χρήματα στους λογαριασμούς των πολιτών. Τελικά η σημερινή Κυριακή δεν είναι της δημοκρατίας, όπως δήλωσε ο Α. Τσίπρας, αλλά της Νέας Δημοκρατίας.
*Περίπου το 27% των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015. Ενώ στις εκλογές για τον πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ συμμετείχε το 58% των ψηφοφόρων του στις εθνικές εκλογές του 2019. Καλόν είναι να κάνουμε και μια παρόμοια ποσοστιαία σύγκριση με τις χθεσινές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ. Το 2019 έλαβε 1.781.000 ψήφους.