Ό,τι και να γράψουμε για την εκπομπή της ΕΡΤ «μουσικό κουτί» θα είναι λίγο. Τόσο οι δύο βασικοί συντελεστές της όσο και όλοι οι συνεργάτες τους χαρίζουν ποιότητα και ήθος. Προχθές απέδειξαν πως δεν έχουν και κανένα πολιτικό ταμπού. Κάλεσαν έναν σημαντικό καλλιτέχνη, με εξαιρετικές δημιουργίες, ο οποίος όμως δεν ήταν απλώς απέναντι στο κυβερνών κόμμα.
Ήταν και παραμένει σταθερά και κραυγαλέα απέναντι σε αυτό που έχει αποκληθεί «σύστημα». Στις πολωμένες ημέρες του 2015 ήταν από τα κόκκινα πανιά αυτών που υποστήριζαν το ΝΑΙ. Χθες κάποιοι λίγοι διαμαρτυρήθηκαν για την παρουσία του στη δημόσια τηλεόραση. Νομίζω πως οι περισσότεροι απλά απολαύσαμε έναν πολυτάλαντο δημιουργό, σε μια εξαιρετική εκπομπή. Άλλωστε η δημόσια τηλεόραση που εποπτεύεται από μια φιλελεύθερη κυβέρνηση είναι ανοικτή σε όλους τους δημιουργούς.
Ασυναίσθητα, το μυαλό μου -κάνοντας ένα μεγάλο άλμα και ξεφεύγοντας από την τρέχουσα συγκυρία- ανέτρεξε σε ένα χρόνιο ζήτημα που διχάζει τους πολίτες που έχουν μιαν έφεση προς τις τέχνες: Είναι η σχέση των ιδεολογικών και πολιτικών πεποιθήσεων του δημιουργού με το έργο του. Είναι θεμιτό αυτές οι δύο πτυχές της προσωπικότητας του να συναξιολογηθούν; Είναι θεμιτό να κρίνουμε έναν καλλιτέχνη με βάση και τα πολιτικά πιστεύω του; Από την άλλη είναι επίσης θεμιτό τα πολιτικά πιστεύω του να είναι το εφαλτήριο για την ανέλιξη του;
Μόνον αν έχουμε τις παρωπίδες του φανατισμού θα υποτιμήσουμε το έργο ενός δημιουργού εξαιτίας της πολιτικής στάσης του. Μόνον αν θέτουμε την ιδεολογία πάνω από τη δημιουργία θα οδηγηθούμε στην απόρριψη κορυφαίων πνευματικών ανθρώπων, ακόμα και αν ασπάζονταν απάνθρωπες ιδεολογίες.
Πώς να μην σταθείς με θαυμασμό μπροστά στο έργο του Σελίν, του Έζρα Πάουντ, του Κνουτ Χάμσουν, του Μαρινέτι; Αντισημίτες, θαυμαστές των ναζί και του ιταλικού φασισμού άπαντες. Μεγάλοι δημιουργοί όμως. Από την άλλη πλευρά ο Αραγκόν που ύμνησε με τους στίχους του τη δράση της Τσέκα -«τα γαλανά μάτια της επανάστασης λάμπουνε με αναπόφευκτη σκληράδα»- ή ο Μαξίμ Γκόρκι που θεωρούσε το 1932 θεμιτή τη φυσική εξόντωση των αντιφρονούντων, μπορεί το έργο τους να ριχθεί στο πυρ το εξώτερο;
Μπορεί όμως ο αναγνώστης να αρθεί πάνω από την προκατάληψη; Μπορεί να ξεπεράσει τις ιδεολογικές καταβολές τού δημιουργού τού έργου που μελετά; Εξαρτάται. Αν το έργο αναπαράγει με οποιονδήποτε τρόπο -απλοϊκό και χυδαίο ή εκλεπτυσμένο και συγκεκαλυμμένο- την ιδεολογία του καλλιτέχνη, αν δηλαδή ανήκει στη στρατευμένη τέχνη, δύσκολα ο αναγνώστης θα ξεπεράσει την ταύτιση του έργου με τις πεποιθήσεις του συγγραφέα. Πολλές φορές μάλιστα το μήνυμα υπερκαλύπτει τον τρόπο που εκφέρεται. Την τεχνική του δημιουργού.
Εννοείται ότι αυτοί οι προβληματισμοί αναφέρονται σε πνευματικούς ανθρώπους που συνδέθηκαν με ολοκληρωτικά καθεστώτα τα οποία έχουν καταχωρηθεί στον χώρο του Κακού. Στην Ελλάδα, στα προδικτατορικά χρόνια, παρ'όλη την φόρτιση τους λόγω του Εμφυλίου, αναδείχθηκαν δεκάδες συνθέτες, ποιητές, συγγραφείς, ηθοποιοί, που ανήκαν στους ηττημένους. Και σχεδόν όλοι, παρά τα πάθη και τις δυσκολίες της εποχής, έτυχαν καθολικής αναγνώρισης. Σε αυτό συνετέλεσαν η προσωπικότητα τους, το έργο τους και η γενναιοδωρία των νικητών.
Από την Μεταπολίτευση και μετά η ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς έλυσε δια παντός αυτό το πρόβλημα, καθώς ο χώρος των Τεχνών κυριαρχείται από καλλιτέχνες που ανήκουν σε αυτήν. Μάλιστα πολλές φορές ατάλαντοι αναδείχθηκαν απλώς γιατί ήταν αριστεροί.
Από μένα ένα μπράβο στην ΕΡΤ, στο «μουσικό κουτί» και στον Σταμάτη Κραουνάκη.