Νατοϊκοί «συν-ανταγωνισμοί» και η σημασία της συμμαχίας με τη Γαλλία
Γεωπολιτική

Νατοϊκοί «συν-ανταγωνισμοί» και η σημασία της συμμαχίας με τη Γαλλία

Τις τελευταίες ημέρες δημοσιεύονται άρθρα που αμφισβητούν την σχέση μας με την Γαλλία, λόγω του ότι ο Μακρόν συμφώνησε να μιλήσει με τον Ερντογάν και τον αποκάλεσε στο e-mail “αγαπητέ Ταγίπ”.

Και μάλιστα κάποιοι καταλήγουν να λένε ότι θέλει να πουλήσει φρεγάτες και όπλα στην Τουρκία, κάνοντας λογικά άλματα, με την γνωστή και άκρως επισφαλή μέθοδο να συνάγεις αυθαίρετα συμπεράσματα από το έλασσον για το μείζον.

Η συγκεκριμένη λογική πάσχει όχι μόνο λόγω του εξωφρενικά φτωχού στατιστικού δείγματος για να συνάγει κάποιος γενικούς κανόνες για την συμπεριφορά του Μακρόν (εκ του “αγαπητέ Ταγίπ”), αλλά και γιατί υπάρχουν πολλά και συνεχή δείγματα που δείχνουν το αντίθετο, την συνεχή δηλαδή υποστήριξη του Μακρόν έναντι των προκλήσεων της Τουρκίας.

Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί είναι σημαντική για την Γαλλία η αμυντική συμφωνία με εμάς και γιατί όχι μόνο χάνουμε ευκαιρία για να δημιουργήσουμε αξιόπιστα ερείσματα ασφαλείας, αλλά και την ευκαιρια να μειώσουμε την αυταρχική ισχύ της Γερμανίας σε εμάς και στην Ευρώπη γενικότερα.

Η Γαλλία και το ΝΑΤΟ

Η Γαλλία επί Ντεγκώλ είχε βγει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, όταν ο ίδιος την 21/2/1966 δήλωσε μπροστά σε χίλιους περίπου δημοσιογράφους:

«Τίποτα δεν μπορεί να συντηρήσει αμετάβλητη μια συνθήκη που δεν ανταποκρίνεται στις επικρατούσες συνθήκες….. Οι δυτικές χώρες δεν απειλούνται σήμερα από τις ανατολικές, όπως συνέβαινε στα πρώτα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οργανώθηκε μια Ευρώπη ως αμερικανικό προτεκτοράτο κάτω από τον μανδύα του ΝΑΤΟ.

Από την άλλη πλευρά, οι συγκρούσεις στις οποίες εμπλέκονται οι ΗΠΑ –προχτές στην Κορέα, χτες στην Κούβα, αύριο στο Βιετνάμ– χάρη στην περίφημη αρχή της κλιμάκωσης, κινδυνεύουν να πάρουν διαστάσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε γενική σύγκρουση. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Γαλλία, της οποίας η νατοϊκή στρατηγική συμπίπτει αναγκαστικά με εκείνη των ΗΠΑ, θα εμπλεκόταν σε μια σύγκρουση την οποία η ίδια δεν θα είχε επιδιώξει... Πάνω απ' όλα, η απόφαση της Γαλλίας να είναι υπεύθυνη για το πεπρωμένο της, είναι ασυμβίβαστη με έναν αμυντικό οργανισμό στον οποίο η χώρα έχει θέση υποτακτικού».

Η 1η Απριλίου 1967 τέθηκε ως το ύστατο όριο για τη μεταφορά από το Γαλλικό έδαφος των νατοϊκών βάσεων, που είχαν 37.000 νατοϊκούς στρατιώτες και πολιτικούς υπαλλήλους και 800.000 τόνους αμυντικό υλικό.

Την 1η Ιουνίου 1967, ο Σαρλ ντε Γκωλ ανακοίνωνε σε τόνο πολεμικού τελεσίγραφου, “από σήμερα απαγορεύεται η διέλευση νατοϊκών αεροσκαφών από το γαλλικό ουρανό, εκτός εάν έχει δοθεί ειδική άδεια από τις γαλλικές αρχές, ισχύος όχι μεγαλύτερης του ενός μηνός. Σε περίπτωση πτήσεων χωρίς άδεια, τα νατοϊκά αεροπλάνα θα αντιμετωπίζονταν σαν εχθρικά και θα καταρρίπτονταν χωρίς δισταγμό”.

O πρόεδρος ΛίντονΤζόνσον των Η.Π.Α. στην απαντητική του επιστολή τόνισε: «Σαν παλιός φίλος και σύμμαχος, η Γαλλία θα μπορεί πάντα να βρει τη θέση της να την περιμένει, έως ότου αποφασίσει να αναλάβει και πάλι τον ηγετικό ρόλο που της αρμόζει».

Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1966 το Συμβούλιο Μονίμων Αντιπροσώπων του ΝΑΤΟ εν τω μεταξύ είχε αποφασίσει να μεταφερθεί από το Παρίσι στο προάστιο Καστό των Βρυξελλών το Ανώτατο Αρχηγείο των Συμμαχικών Δυνάμεων (SHAPE).

Στη Στουτγκάρδη μεταφέρθηκε το Ανώτατο Αρχηγείο των αμερικανικών δυνάμεων που στάθμευαν στην Ευρώπη (EUCOM). Δεδομένου ότι η Γαλλία παρέμεινε στο πολιτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και δεν είχε αντίρρηση να παραμείνει στο Παρίσι η έδρα του Συμβουλίου του ΝΑΤΟ, το θέμα της μεταφοράς του προκάλεσε εντονότατες συζητήσεις μεταξύ των συμμάχων και απειλούσε να προκαλέσει κρίση στις σχέσεις τους.

Οι ΗΠΑ και η Μ. Βρετανία απαίτησαν την άμεση μεταφορά της έδρας του Συμβουλίου, ενώ η Ιταλία, ο Καναδάς, η Δανία και η Πορτογαλία ζήτησαν να παραμείνει στο Παρίσι, ώστε να διευκολύνεται ψυχολογικά ενδεχόμενη μελλοντική επιστροφή της Γαλλίας στο ΝΑΤΟ.

Τελικά, κάτω από την ασφυκτική πίεση της Ουάσινγκτον, στις 16 Οκτωβρίου 1966, αποφασίστηκε ομόφωνα η μεταφορά της έδρας του Συμβουλίου του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.

Παρά το γεγονός ότι η Γαλλία είχε παραμείνει στο πολιτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, η θέση της είχε αποδυναμωθεί μέσα στο ΝΑΤΟ αλλά και στις δομές Ευρωπαϊκής ασφάλειας, αφού εν πολλοίς υπήρχε το στοιχείο της πρωτοκαθεδρίας του ΝΑΤΟ στις αμυντικές δράσεις και δυνατότητες και της απλής συμπληρωματικότητας από πλευράς της ΕΕ, για να μην υπάρχουν έξοδα και επικαλύψεις.

Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, η Γαλλία έπεσε σε δεύτερη μοίρα, όχι μόνο από πλευράς παρουσίας αλλά και ηγετικών θέσεων σε όλες τις δομές που δημιουργήθηκαν.

Η Ελλάδα και η Γαλλία και τα στοιχεία ταύτισης συμφερόντων 

Ήμουν στην Στρατιωτική Επιτροπή του ΝΑΤΟ, όταν ξεκίνησαν οι προσπάθειες επανένταξης της Γαλλίας στη Στρατιωτικό σκέλος, που ολοκληρώθηκε στις 11 Μαρτίου του 2009, όταν ο Νικολά Σαρκοζύ ανακοίνωσε επίσημα την επιστροφή της χώρας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Και ήταν εξαιρετικά αποφασιστική και εξισορροπητική η στάση της Γαλλίας στις αποφάσεις του ΝΑΤΟ, αφού μέχρι τότε επικρατούσε ο αμερικανο-αγγλοσαξονικός παράγοντας, ο οποίος με χαρακτηριστική ευκολία αποφάσιζε για βομβαρδισμούς και παρεμβάσεις με όρους στρατιωτικής ισχύος, ακόμη και εκτός της περιοχής ευθύνης του.

Μία ημέρα με φώναξε ο αμερικανός Deputy Chairman στην NATO Military Committee και με ρώτησε ευθέως, εάν πριν από κάθε συνεδρίαση της Στρατιωτικής Επιτροπής συνεννοούμαστε με τους Γάλλους, γιατί κατά πλειονότητα συμφωνούν οι θέσεις μας.

Χαμογελώντας του απάντησα ότι: « …η εξήγηση είναι πιο απλή από την θεωρία συνωμοσίας. Απλά το ζήτημα είναι πολιτισμικό και τείνουμε προς αυτήν την κατεύθυνση λόγω της κοινής βάσης στην κλασσικής μας παιδείας, του διαφωτισμού και της επίδρασης του στην Γαλλική Επανάσταση και στον Ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα, και των κοινών ανθρωπιστικών αρχών μας.»

Ο αμερικανός αξιωματικός εξεπλάγη, γιατί όπως κατάλαβα περίμενε από εμένα απολογητικό ύφος με αμήχανες δικαιολογίες που να αποδεικνύουν την ορθότητα της σκέψης του. Και επειδή ήταν νοήμων και με καλή παιδεία, ελπίζω ότι και ο ίδιος αναθεώρησε την σκέψη του μετά από αυτό, για τον εξισορροπητικό ρόλο της Ελλάδος και της Γαλλίας στην τάση για άκρατη προβολή ισχύος του ΝΑΤΟ σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό οι σχέσεις μας με την Γαλλία είναι πολύ πιο βαθιές από μία επιφανειακή, πρόσκαιρη σχέση πώλησης όπλων.

Και σήμερα ο Μακρόν έρχεται να εκφράσει το ίδιο μήνυμα με τον Ντεγκώλ προς το ΝΑΤΟ, με συνεργατικό όμως τρόπο αυτήν την φορά, χωρίς αποχωρήσεις:

«Το ΝΑΤΟ είναι εγκεφαλικά νεκρό» είπε. Με λίγα λόγια εξήγησε ότι ναι μεν η Ρωσία είναι ένα κράτος με αυταρχική κυβέρνηση, που δεν διστάζει να δηλητηριάσει τους πολιτικούς αντιπάλους και να παρέμβει επιθετικά με την προσάρτηση της Κριμαίας, με παράνομους υβριδικούς τρόπους και με παραστρατιωτικές δυνάμεις και μισθοφόρους στο εσωτερικό άλλων χωρών (σημειωτέον ότι η Ρωσία παρενέβη και στις τελευταίες εκλογές της Γαλλίας), αλλά δεν αποτελεί την κύρια απειλή για το ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ σήμερα πρέπει να μετασχηματισθεί για να συνεισφέρει στην αντιμετώπιση των αναδυόμενων νέων απειλών ασφαλείας για την Ευρωατλαντική περιοχή, αλλά και για όλον τον κόσμο. Και οι απειλές αυτές είναι πολλές, όπως η αστάθεια των αποτυχημένων κρατών στην Αφρική και στην διευρυμένη Μέση Ανατολή που προκαλεί τεράστια μεταναστευτικά ρεύματα, τα προβλήματα στην Υποσαχάρια Αφρική, ο έλεγχος αναξέλεγκτων αναδυόμενων ασιατικών δυνάμεων, η κλιματική αλλαγή, η προστασία του περιβάλλοντος και η αποδυνάμωση των συνθηκών για τα πυρηνικά, οι υβριδικές απειλές, η τρομοκρατία, τα επιθετικά κράτη ταραξίες κλπ.».

Η διακυβέρνηση Τραμπ και η απόσυρση των ΗΠΑ από περιοχές στην Ευρώπη και στην Μέση Ανατολή ανέδειξε με ηχηρό τρόπο τις αδυναμίες του ΝΑΤΟ και του αμερικανο-κεντρικού διεθνούς συστήματος ασφαλείας. Μετά δε και την αποχώρηση της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ, η τελευταία ωθήθηκε να αρχίσει να σκέφτεται την βελτίωση των δικών της αμυντικών δυνατοτήτων, συμπληρωματικά πάντα με αυτές του ΝΑΤΟ.

Ο Μακρόν είναι ο μόνος ευρωπαίος ηγέτης που έθεσε όλα αυτά τα προβλήματα με θάρρος και αποφασιστικότητα και ηγείται στην ουσία για την χειραφέτηση της ΕΕ στα ζητήματα ασφάλειας και άμυνας. Και σε αυτό το ηγετικό του έργο, ήθελε συμμάχους και βοήθεια.

Θέλει συμμάχους όχι μόνο εντός της ΕΕ αλλά και στο ΝΑΤΟ, για να μην αποδυναμώνεται ο ρόλος και η φωνή της Γαλλίας από τον αμερικανο-αγγλοσαξωνικό παράγοντα, ο οποίος παρουσιάζει σφιχτή κοινή πολιτική και από το κοινό μέτωπο των πρώην ανατολικών χωρών, που εξακολουθούν να σκέφτονται εντός του ΝΑΤΟ με όρους ψυχρού πολέμου και να συντάσσονται με τους Αμερικανο-Αγγλοσάξωνες.

Η θητεία Τραμπ ήταν μία χρυσή ευκαιρία για να αναβαθμισθεί ο ρόλος της Γαλλίας και να δημιουργηθεί ισχυρό μέτωπο γύρω της εντός του ΝΑΤΟ. Η ευκαιρία αυτή φαίνεται να χάνεται με την νέα αμερικανική κυβέρνηση, ή οποία εκτιμώ ότι θα επαναφέρει την αντίληψη ότι το ΝΑΤΟ είναι εργαλείο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής για Συλλογική ασφάλεια (με την ηγεσία και την καθοδήγηση της Αμερικής), και με νέο αναβαθμισμένο ηθικό πρόταγμα για τις οιεσδήποτε παρεμβάσεις.

Όμως τέτοιου είδους ηθικά προτάγματα, εάν δεν υπάρχει μέτρο και εξισορρόπηση, τείνουν να λειτουργήσουν καταχρηστικά και δογματικά επιφέροντας περισσότερο κακό από καλό, όπως έχουμε διδαχθεί διαχρονικά από την Ιστορία.

Σε μία τέτοια αμερικανική πολιτική, που θα διατηρεί την σκληρή αντιπαλότητα και το δόγμα της απομόνωσης για την Ρωσία, που θα επανακάμψει στην Μέση Ανατολή και θα ενισχύσει τον ρόλο της στο ΝΑΤΟ, η Τουρκία θα είναι πολύτιμη για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.

Και εκτιμώ ότι θα εξαντλήσουν όλα τα όπλα και εργαλεία πειθούς για να την επαναφέρουν. Και όσο θα γίνεται αυτό, τόσο θα αναβαθμίζεται ο ρόλος της Τουρκίας στο διεθνές περιβάλλον και τόσο θα το εκμεταλλεύεται αυτό η Τουρκία για να γίνει ισότιμος συνομιλητής και να διευρύνει τα συμφέροντά της και τις διεκδικήσεις της.

Η δε Γερμανία που κυριαρχεί αυτήν την στιγμή στην ΕΕ, εκμεταλλεύεται τις φοβίες των πρώην ανατολικών χωρών και εμφανίζεται εγγυητής της ασφαλείας τους από πλευράς ΕΕ, εκμεταλλευόμενη ανώδυνα ταυτόχρονα την Αμερικανική ζέση στο ΝΑΤΟ για περιορισμό της Ρωσίας, και για να μην αναγκαστεί να αυξήσει σημαντικά τις δαπάνες για εξοπλισμούς και συμμετοχή.

Εδώ υποκρύπτεται βέβαια και η επιθυμία της, από την μία πλευρά να χειραγωγεί την ΕΕ και έμμεσα και το ΝΑΤΟ, βελτιώνοντας προσεκτικά και σταδιακά τις αμυντικές της δυνατότητες χωρίς να προκαλεί τους φόβους και τα παραδοσιακά αντανακλαστικά των ευρωπαϊκών χωρών για τους εξοπλισμούς της. Μετά δε και την αποχώρηση της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ, η Γερμανία αντιλαμβάνεται ότι η μόνη δύναμη εντός της ΕΕ που μπορεί να προκαλέσει την ηγεμονία της και να την περιορίσει είναι η Γαλλία, η οποία διαθέτει και την αμυντική ισχύ και τα πυρηνικά όπλα, όχι μόνο για να διασφαλίσει την αποτρεπτική ισχύ της ΕΕ αλλά και δυνητικά για να κυριαρχήσει.

Και όπως πάντα, η Γερμανία σκεπτόμενη με όρους πολιτικούς και οικονομικής ισχύος, θεώρησε ότι μία συμφωνία με την Γαλλία (Συμφωνία του Άαχεν), που θα αναγνωρίζει μεν την αμυντική ισχύ της Γαλλίας, αλλά και η Γαλλία θα αναγνωρίζει την πολιτική και οικονομική ισχύ της Γερμανίας εντός της ΕΕ, θα ήταν η καλύτερη λύση για να καθησυχαστούν οι φόβοι και να μοιραστεί η πίτα.

Όμως η Γαλλία, παρά την προσπάθεια της να δημιουργήσει regional συμμαχίες εντός της ΕΕ (αλλά και με χώρες στην Μεσόγειο), με τις Συνδιασκέψεις των Μεσογειακών χωρών της ΕΕ, (τέτοιες συναντήσεις προβλέπονται θεσμικά εντός της ΕΕ), εν τούτοις δεν κατάφερε να δώσει σημαντική υπόσταση στην Συνδιάσκεψη, λόγω του αμφιλεγόμενου ρόλου της Ιταλίας αλλά και της Ισπανίας, που παραδοσιακά συμπράττουν εν πολλοίς με την Γερμανία.

Το ερώτημα είναι εμείς τι θέλουμε και συρόμαστε από το άρμα της Γερμανίας και δεν ενισχύουμε την Γαλλία στις προσπάθειες της, οι οποίες πολιτικά και στρατηγικά εξυπηρετούν και τα δικά μας συμφέροντα και μας δίνουν ισχυρά ερείσματα στον διεθνή συν-ανταγωνισμό. Και οπωσδήποτε ισχυρότερα από της Γερμανίας.

Και μιλάω για συν-ανταγωνισμό, γιατί θεωρώ ότι όλοι οι δρώντες μπορεί την ίδια στιγμή να είναι συναγωνιστές αλλά και ανταγωνιστές ανάλογα με τα συμφέροντά τους.

Και αυτήν την πραγματικότητα πρέπει να την αντιληφθούμε και να εκμεταλλευθούμε ανάλογα και έγκαιρα τις περιστάσεις προς το συμφέρον μας. Σε αυτό το άκρως επισφαλές περιβάλλον για τα εθνικά μας συμφέροντα, θα πρέπει να δημιουργήσουμε τα κατάλληλα ερείσματα. Και αυτά δεν μπορεί να είναι μόνο η προσπάθεια δημιουργίας συμμαχίας με Ισραήλ, Αίγυπτο και ΗΑΕ.

Η συμμαχία αυτή ενώ εμφανίζεται ιδιαίτερα ευνοϊκή, εν τούτοις είναι επισφαλής σε πολλά επίπεδα, ζήτημα που θα αναλυθεί για λόγους οικονομίας σε άλλο κείμενο.

Από την άλλη πλευρά, η αμυντική συμμαχία με την Γαλλία εμφανίζει πολύ περισσότερα ερείσματα και πλεονεκτήματα, όχι μόνο για τους λόγους που εξήγησα πιο πάνω, αλλά και γιατί θεσμικά στέκεται ως στρατηγική αμυντική δυνατότητα εντός της ΕΕ, όπως έχω αναλύσει διεξοδικά σε προηγούμενο άρθρο μου .

Και κυρίως γιατί υποστηρίζει τα δικά μας συμφέροντα αλλά και της Γαλλίας στο σκληρό συν-ανταγωνιστικό Ευρωατλαντικό περιβάλλον.

* Ο κ. Στέλιος Φενέκος είναι Υποναύαρχος ε.α. ΠΝ και Πρόεδρος της «Κοινωνίας Αξιών».