Του Γιάννη Μαντζίκου
Πέραν του Brexit, το οποίο έχει εκνευρίσει αφάνταστα όπως φαίνεται τους Ευρωπαίους, η Βρετανία «προκαλεί» για έναν ακόμα λόγο την Ε.Ε. Συγκεκριμένα, η πρόθεση της βρετανικής κυβέρνησης να επιτρέψει να εγκαταλειφθούν πλατφόρμες πετρελαίου που βρίσκονται στη Βόρεια Θάλασσα αναγκάζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ακόμα πέντε κράτη-μέλη της να χτυπούν το καμπανάκι κινδύνου, όπως αποκαλύπτει η εφημερίδα Guardian.
Στις αρχές του χρόνου η κυβέρνηση Μέι ενέκρινε τα σχέδια της πετρελαϊκής Royal Dutch Shell να εγκαταλείψει τις υποδομές της Βόρειας Θάλασσας, παρότι η γερμανική κυβέρνηση εξέφραζε σοβαρές περιβαλλοντικές ανησυχίες για το θέμα. Η Γερμανία κατέθεσε επίσημη καταγγελία, η οποία τώρα υποστηρίζεται από τη Σουηδία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και το Λουξεμβούργο.
Στις 18 Αυγούστου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απηύθυνε επιστολή στην υπουργό Περιβάλλοντος της Βρετανίας Τερέζα Βίλιερς, εκφράζοντας ανησυχίες και υπενθυμίζοντας ότι το περιεχόμενο των κυψελών αποθήκευσης στις πλατφόρμες πετρελαίου χαρακτηρίζεται πλέον ως επικίνδυνο απόβλητο, σύμφωνα με το δίκαιο της Ε.Ε. Με το Brexit όμως να βρίσκεται προ των πυλών, οι Ευρωπαίοι φοβούνται ότι η Βρετανία θα εκμεταλλευτεί το γεγονός για να μην εφαρμόζει τέτοιες διατάξεις.
Στερεύει από πετρέλαιο...
Πριν από δύο δεκαετίες, η Βόρεια Θάλασσα ήταν μια από τις μεγαλύτερες πηγές πετρελαίου παγκοσμίως, με παραγωγή 6 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Για παράδειγμα, μόνο το κοίτασμα Forties διέθετε το ισοδύναμο των 5 δισ. βαρελιών αργού πετρελαίου και το Brent, δηλαδή 100 φορές περισσότερο από τους όγκους παραγωγής ενός τυπικού κοιτάσματος που ανακαλύπτεται σήμερα. Η έναρξη της παραγωγής υδρογονανθράκων στη Βόρεια Θάλασσα, τη δεκαετία του ''70, βοήθησε να αποδυναμωθεί ο ΟΠΕΚ και να δημιουργηθούν οι βάσεις για δύο δεκαετίες φθηνής ενέργειας -από τα μέσα της δεκαετίας του ''80 έως και τα μέσα της δεκαετίας του 2000. Τώρα, είναι μία από τις ταχύτερα φθίνουσες περιοχές πετρελαίου στον πλανήτη υποστηρίζει η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας.
Την ίδια ώρα, στην περιοχή δικαιοδοσίας της Βρετανίας η παραγωγή αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου υποχωρεί με ετήσιο ποσοστιαίο ρυθμό της τάξης του 7,5%, από το 2002. Σε πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου στη Σκοτία υποστηρίζεται ότι τόσο η βρετανική όσο και η σκοτσέζικη βιομηχανία πετρελαίου εισέρχονται στην τελευταία δεκαετία του παραγωγικού τους βίου. «Η παραγωγή από τη Βόρεια Θάλασσα θα συνεχίσει να φθίνει» υποστήριξε ο Μάικ Γουάγκσταφ, ο πρώην τραπεζίτης της Schroders και νυν διευθύνων σύμβουλος της Venture Production, εταιρείας παραγωγής αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου που δραστηριοποιείται στη Βόρεια Θάλασσα. «Είτε επενδύσουμε είτε όχι, δεν θα αλλάξει τους ρυθμούς επιβράδυνσης της παραγωγής παρά μόνο κατά μία με δύο ποσοστιαίες μονάδες» τόνισε χαρακτηριστικά ο ίδιος. Με την παραγωγή να φτάνει μετά βίας τα 1,5 εκατομμύρια βαρέλια την μέρα, αρκετοί στρέφουν το ενδιαφέρουν τους στο πώς θα παροπλιστούν οι περίπου 600 πλατφόρμες παραγωγής στη Βόρεια Θάλασσα, εκ των οποίων οι 470 ανήκουν σε εταιρείες βρετανικών συμφερόντων.
Αποχωρήσεις λόγω «ξηρασίας»
Η πιο ηχηρή ωστόσο αποχώρηση από την εν λόγω Θάλασσα έγινε από αμερικανική εταιρεία, την Exxon Mobil, η οποία παράγει περίπου 80.000 βαρέλια πετρελαίου και 441 εκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου την ημέρα στη Βρετανική Βόρεια Θάλασσα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της. Η μεγαλύτερη εισηγμένη ενεργειακή εταιρεία στον κόσμο σκοπεύει να επικεντρωθεί στην παραγωγή αμερικανικού σχιστολιθικού πετρελαίου και φυσικού αερίου και σε νέα έργα, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του Reuters. Σύμφωνα με τρεις πηγές που επικαλείται το ίδιο πρακτορείο, η πώληση των περιουσιακών στοιχείων της στη Βόρεια Θάλασσα θα μπορούσε να της αποφέρει μέχρι 2 δισ. δολάρια. Οι επίσης αμερικανικές ενεργειακές εταιρείες Chevron και ConocoPhillips πούλησαν την πλειονότητα των περιουσιακών τους στοιχείων στη Βόρεια Θάλασσα νωρίτερα το 2019.
Πρόβλημα δεκαετιών
Οι διαφωνίες σχετικά με τον χειρισμό της παροπλισμένης υποδομής πετρελαίου χρονολογούνται από το 1995, όταν η Shell πρότεινε να βυθιστεί ο σημαντήρας αποθήκευσης πετρελαίου του Brent Spar. Έπειτα από διαμαρτυρίες της Greenpeace και μποϊκοτάζ βενζίνης στη Γερμανία, η Shell ανακοίνωσε ότι θα επιδιώξει μια πιο φιλική προς το περιβάλλον λύση. Ωστόσο, όσο και να φαίνεται περίεργο, ο παροπλισμός στις πλατφόρμες πετρελαίου δεν έχει αρχίσει, όπως σημειώνει ο Άλαν Κλίφτον της εταιρείας London Offshore Consultants. «Όπως συμβαίνει με τους φορείς εκμετάλλευσης σε όλον τον κόσμο, η ακριβής απόφαση για παροπλισμό εξαρτάται από πολλές μεταβλητές -η τιμή του πετρελαίου παγκοσμίως, η διαθεσιμότητα πετρελαίου και φυσικού αερίου από χερσαίες ραβδώσεις, οι όλο και αυστηρότεροι κανονισμοί. Ο παροπλισμός μιας πλατφόρμας κοστίζει χρήματα και γι'' αυτό κανένας χειριστής δεν θέλει να ξεκινήσει μια δαπανηρή διαδικασία» σχολιάζει ο Βρετανός αναλυτής.
Μια διαρροή την εβδομάδα
Σύμφωνα με ειδικούς, οι πιο επικίνδυνες πλατφόρμες είναι αυτές που κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του 1970 -όταν ανακαλύφθηκαν υδρογονάνθρακες στη Βόρεια Θάλασσα- και πλησιάζουν τώρα το τέλος της ζωής τους. Άλλωστε όταν σχεδιάστηκαν είχαν όριο ζωής τα 30 χρόνια. Ελάχιστοι πίστευαν πως θα μπορούσαν να λειτουργούν και τον 21ο αιώνα. Πριν από αρκετά χρόνια η εφημερίδα Guardian είχε αποκαλύψει έγγραφο, σύμφωνα με το οποίο σοβαρές διαρροές πετρελαίου και αερίου συμβαίνουν σχεδόν κάθε εβδομάδα στις παλαιότερης τεχνολογίας πλατφόρμες εξόρυξης της Βόρειας Θάλασσας. Την περίοδο 2009-2010 συνέβησαν 100 «μεγάλες» και «σημαντικές» διαρροές, από τις οποίες οι περισσότερες δεν είδαν το φως της δημοσιότητας. Η πλατφόρμα στην οποία σημειώθηκαν τα περισσότερα περιστατικά, με την ονομασία Brent Charlie, ανήκει στην ολλανδο-αγγλική Shell, η οποία σχεδιάζει νέες γεωτρήσεις στις θάλασσες του Μποφόρ και του Τσούκσι.
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Πέμπτης 5 Σεπτεμβρίου