Δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι το 2021 θα είναι χρονιά ισχυρής ανάπτυξης. Η πανδημία φαίνεται ότι θα συνεχιστεί για σημαντικό της τμήμα, για αυτό και οικονομίες, όπως η ελληνική πρέπει να προετοιμαστούν για κάθε ενδεχόμενο.
Άλλωστε τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης έχουν τα όριά τους. «Στο δυσμενές σενάριο, ίσως να ζήσουμε ξανά ύφεση, ενώ ακόμη και το βασικό, αυτό για ανάπτυξη 4,5%, θα καλύψει τμήμα μόνο της φετινής ζημιάς», σημειώνει στο liberal ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ.
Ερωτηθείς με αφορμή την τριμηνιαία έκθεση του ιδρύματος, κατά πόσο η παγκόσμια κρίση θα μπορούσε να εξελιχθεί σε χρηματοπιστωτική, ο κ. Βέττας απαντά ότι τίποτα δεν το αποκλείει, άλλωστε ήδη πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.
Και επισημαίνει ότι εφόσον διαψευσθούν οι προσδοκίες για συγκράτηση της πανδημίας μέχρι την Άνοιξη του 2021, τότε οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες θα αναγκαστούν να διοχετεύσουν ακόμη μεγαλύτερη ρευστότητα στις οικονομίες, δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερα ελλείμματα και χρέη. Τα τελευταία θα πρέπει κάποια στιγμή να πληρωθούν. “Αν η συσσώρευση μεγάλης ρευστότητας ήταν δωρεάν, τότε θα το κάναμε και προ κρίσης για να βελτιώσουμε άκοπα την ευημερία μας”, σημειώνει χαρακτηρστικά.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Η κρίση ξεκίνησε από κρίση προσφοράς. Έχει μετατραπεί σε κρίση ζήτησης και το ερώτημα είναι κατά πόσο υπάρχει κίνδυνος να μετεξελιχθεί σε χρηματοπιστωτική κρίση ή κρίση χρέους;
Τα μέτρα για τον μετριασμό της κρίσης, η οποία έπληξε τόσο την προσφορά όσο και την ζήτηση, εκφράστηκαν από τη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική με τρόπο εμφατικό και σε ένα βαθμό μη συμβατικό, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το έντονο πρόβλημα. Εφόσον η τρέχουσα υγειονομική κρίση παραταθεί για πολλούς μήνες, εννοείται ότι τίποτα δεν αποκλείει να προκληθεί και μια κρίση χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα. Θα μπορούσε να ξεκινήσει με διάφορες αφορμές, δεδομένου ότι τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στον δημόσιο τομέα, συσσωρεύονται χρέη με επιταχυνόμενο ρυθμό.
Μια τέτοια κρίση μπορεί να επικεντρώνεται στη δυσχέρεια της συνέχισης χρηματοδότησης των υφιστάμενων χρεών. Είναι ήδη ξεκάθαρο πως πολλές από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, ιδίως της Αφρικής, θα δυσκολευτούν προσεχώς για τη χρηματοδότηση τους από τις αγορές και το ΔΝΤ ήδη προετοιμάζεται για αυτό το ενδεχόμενο.
Έως τώρα δεν υπάρχουν πάντως σημάδια αμφισβήτησης της σταθερότητας στις περισσότερο ανεπτυγμένες οικονομίες της Ευρώπης και των ΗΠΑ και το κεντρικό σενάριο είναι πως η κατάσταση θα παραμείνει εντός ελέγχου. Ωστόσο, η σημερινή απόκριση στο πρόβλημα έχει τα όριά της εφόσον στηρίζεται κυρίως σε δανεισμό.
- Μέχρι που φτάνουν χρονικά αυτά τα όρια;
Σήμερα οι προσδοκίες δείχνουν μια σταθερότητα και οι κεφαλαιαγορές προεξοφλούν ότι το πρόβλημα θα έχει τεθεί υπό έλεγχο μέχρι την Άνοιξη του 2021. Εάν και εφόσον αυτές οι προσδοκίες εκτροχιαστούν τότε οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να κινηθούν ακόμη πιο δυναμικά για την κάλυψη των σχετικών ελλειμμάτων και την διοχέτευση νέας ρευστότητας στην οικονομία.
Σε μια τέτοια περίπτωση θα αρχίσουν να δημιουργούνται σοβαρά ερωτηματικά. Επί του παρόντος πάντως, είναι ενδιαφέρον ότι δεν υπάρχουν σημάδια για πληθωριστικές πιέσεις στον ορίζοντα, ενώ τα χρηματιστήρια αντανακλούν πολύ υψηλή δυναμική ιδιαίτερα για τις επιχειρήσεις και κλάδους που συνδέονται με την τεχνολογία.
- Το ρωτώ γιατί μόλις την περασμένη εβδομάδα, δύο οίκοι αξιολόγησης υποβάθμισαν το αξιόχρεο της Γαλλίας και της Βρετανίας. Μπορεί λοιπόν, όπως λέτε, να μην είναι σήμερα το βασικό σενάριο, εντούτοις πρέπει να προετοιμαζόμαστε για το ενδεχόμενο να δούμε μια τέτοια εξέλιξη στο μέλλον;
Κρίση χρέους σημαίνει ότι όποιος σε χρηματοδοτεί μπορεί να σταματήσει τη χρηματοδότηση ή να απαιτήσει όρους στους οποίους σταδιακά δεν μπορείς να ανταποκριθείς. Αν και δεν είναι σήμερα το επικρατέστερο σενάριο, θα πρέπει να προετοιμαζόμαστε για το ενδεχόμενο μιας αρνητικής εξέλιξης που θα αποτυπώνει την μείωση εμπιστοσύνης στη δυνατότητα περαιτέρω χρηματοδότησης.
Παράγοντες που θα ενίσχυαν την πιθανότητα μιας τέτοιας κρίσης είναι ότι η νομισματική πολιτική στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ κινείται σε μη συμβατικές περιοχές ήδη για μεγάλο χρονικό διάστημα πριν ξεσπάσει η πανδημία. Ταυτόχρονα, οι εξελίξεις στην παραγωγικότητα και τις επενδύσεις δεν πείθουν ότι η τεράστια αυτή ρευστότητα αποτελεσματικά στην πραγματική οικονομία και έχει βελτιώσει σημαντικά τον δυναμισμό της.
Από την άλλη πλευρά, την περισσότερο αισιόδοξη, σε σημαντικά τμήματα της παγκόσμιας ζήτησης, όπως στην Κίνα, διαφαίνεται ήδη ισχυρή ανάκαμψη, ενώ τα σήματα που έχουν δώσει οι κεντρικές τράπεζες και οι κυβερνήσεις είναι ότι θα πορευθούν συντεταγμένα για να αποτραπούν ισχυρές πτωχεύσεις. Σημειωτέο πως, στην περίπτωση της Ευρωζώνης, η ευστάθεια σχετίζεται στενά με την υπόθεση της συνεχιζόμενης συντονισμένης κοινής απόκρισης και την προσδοκία εμβάθυνσής της συνεργασίας.
Σε κάθε περίπτωση είναι χρήσιμο να επισημανθεί πως αν η συσσώρευση μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων και η διοχέτευση απεριόριστης ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες ήταν χωρίς κόστος και παρενέργειες, θα το κάναμε και σε προηγούμενες περιόδους και θα βελτιώναμε άκοπα την ευημερία μας. Ασφαλώς, δεν ισχύει αυτό. Τα χρέη θα επιβαρύνουν τις επόμενες γενιές, ενώ και η ρευστότητα μέσα από τη ποσοτική χαλάρωση όταν γίνεται χωρίς όρια επιδρά στρεβλωτικά σε πλευρές της οικονομίας.
- Στην τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία, την οποία παρουσιάσατε χθες, το βασικό σενάριο για το 2021 μιλά για ανάπτυξη 4,5%. Υπάρχει όμως και ένα δυσμενές σενάριο που προβλέπει ύφεση 2,5% ως 4%. Είναι η πρώτη φορά που διατυπώνεται τόσο από ελληνικούς, όσο και ξένους φορείς, μια τέτοια πρόβλεψη…
Το νόημα της διατύπωσης αυτού του σεναρίου είναι ότι η επόμενη χρονιά δεν θα είναι απαραίτητα εύκολη, ούτε αναπτυξιακά, ούτε δημοσιονομικά. Υπάρχουν οι προϋποθέσεις ισχυρής ανάκαμψης, ωστόσο αυτές δεν θα ενεργοποιηθούν αυτόματα, ούτε και εξαρτώνται μόνο από εγχώριες πολιτικές και εξελίξεις.
Στην απευκταία περίπτωση, που δεν είναι και η πιο πιθανή ωστόσο είναι υπαρκτή, όπου η πανδημία θα συνεχίζει να επελαύνει με ένταση μέχρι την Άνοιξης του 2021, τότε οι εξαγωγές προϊόντων θα υποφέρουν, κυρίως όμως θα υπάρξει κίνδυνος απώλειας πολύ μεγάλου τμήματος και της επόμενης θερινής τουριστικής περιόδου. Οι εξαγωγές μας θα πιέζονται καθώς τα εισοδήματα των νοικοκυριών μειώνονται και στο εξωτερικό, ενώ αυξάνεται και η αβεβαιότητά που έχουν για το μέλλον τους.
- Το σενάριο αυτό δεν υπήρχε στην προηγούμενη έκθεση του ΙΟΒΕ τον περασμένο Ιούλιο…
Πράγματι δεν υπήρχε αλλά είναι χρήσιμο να υπάρχει μια προοπτική των προκλήσεων. Επιπλέον, είναι πιθανό τα μέτρα στήριξης του κράτους για νοικοκυριά και επιχειρήσεις που εφαρμόστηκαν φέτος να μην μπορούν να συνεχιστούν εξίσου εύκολα και το 2021. Και αυτό, καθώς για μια οικονομία, όπως η ελληνική, με υψηλό χρέος, το να εμφανίσουμε ελλείμματα ιδιαίτερα μεγάλα, τα οποία δεν ελέγχονται γρήγορα, δηλαδή από το 2022, μπορεί να είναι επικίνδυνο. Δεν εννοώ ότι το 2021 θα πρέπει η ελληνική οικονομία να παρουσιάσει απαραίτητα πρωτογενές πλεόνασμα, ωστόσο δεν γίνεται να εμφανίσει το ίδιο βαθύ έλλειμμα με αυτό που θα έχει φέτος.
- Πόσο πολύ θα βοηθήσουν την ανάκαμψη του 2021 τα ευρωπαϊκά κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης;
Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα ένα αξιόλογο τμήμα πόρων προγραμματίζεται να εισρεύσει στην χώρα μέσα στο 2021. Αν αυτοί συνοδευθούν από ένα αξιόπιστο σχέδιο δομικών αλλαγών στο δημόσιο τομέα και στις αγορές, ο συνδυασμός θα είναι ικανός να προσελκύσει πολύ σημαντικές επενδύσεις.
Ας μην ξεχνάμε ότι παρά τους κινδύνους που συζητήσαμε νωρίτερα, το βασικό σενάριο σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα είναι ότι το πρόβλημα θα έχει τεθεί υπό έλεγχο περίπου στα μέσα της επόμενης χρονιάς, και πως τότε θα δούμε μια αρκετά ισχυρή ανάκαμψη τόσο στην Ελλάδα, όσο και παγκοσμίως. Αυτή η εξέλιξη θα ανοίξει ένα εξαιρετικά σημαντικό παράθυρο ευκαιρίας για την τοποθέτηση των ελληνικών επιχειρήσεων ώστε να αυξηθούν τα εισοδήματα στη χώρα.
Μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί. Από την μια δηλαδή πλευρά δεν πρέπει να εφησυχάζουμε λόγω του κινδύνου συνέχισης της πανδημίας, ενώ από την άλλη θα πρέπει να προετοιμαζόμαστε βελτιώνοντας την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων καθώς η τράπουλα στον διεθνή καταμερισμό εργασίας ξαναμοιράζεται.
Είναι σε κάθε περίπτωση λανθασμένη η προσέγγιση ότι τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψη, ακόμη και αν απορροφηθούν στο σύνολό τους - έργο ούτως ή άλλως εξαιρετικά δύσκολο - επαρκούν από μόνα τους, προκειμένου να βάλουν σε ανάπτυξη την ελληνική οικονομία. Το συνολικό επενδυτικό κενό είναι πολύ μεγαλύτερο, τα κονδύλια αυτά οφείλουν να μοχλεύσουν ισχυρά ιδιωτικά κεφάλαια, να παρακινήσουν ανθρώπινο κεφάλαιο και να υποστηρίξουν τις απαραίτητες δομικές μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούν. Η πρόοδος σε αυτά τα μέτωπα, θα κρίνει τελικά τις προοπτικές της οικονομίας μας.
* Ο Νίκος Βέττας είναι γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ.