Ο έλεγχος της ρωσικής διανόησης ήταν εξ αρχής ένας από τους βασικούς στόχους της κομμουνιστικής εξουσίας.
Η αρχή έγινε το 1921, όταν μετά από παρακλήσεις των Γκόρκι και Λουνατσάρσκι, ο Λένιν αποφάσισε να μην εκτελέσει τους ανυπότακτους και εχθρικούς προς την πραξικοπηματική του κυβέρνησης διανοούμενους, τους οποίους οι κατά τόπους κομματικές οργανώσεις είχαν προγράψει και να τους αφήσει να φύγουν στο εξωτερικό. Έτσι, είχαμε το φαινόμενο που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως το «Ατμόπλοιο των φιλοσόφων» (περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ: https://www.liberal.gr/apopsi/i-megali-exodos-i-to-atmoploio-ton-filosofon/321831)
Στην συνέχεια, όμως, όσοι απέμειναν, είτε γιατί δεν ήθελαν να αυτοεξοριστούν είτε γιατί περίμεναν πολιτική αλλαγή σε σύντομο χρονικό διάστημα, έπρεπε να ελεγχθούν. Παρά το γεγονός πως πολλοί αντιμετώπιζαν θετικά το κομμουνιστικό καθεστώς, πιστεύοντας πως θα αποκαταστήσει τις αδικίες και τις ανισότητες του προηγούμενου, τσαρικού καθεστώτος, εν τούτοις, διατηρούσαν επιφυλακτικά στάση.
Στο σημείο αυτό, παρεμβαίνει ο κομματικός μηχανισμός, ο οποίος δεν ανεχόταν καμία παρέκκλιση από την κομμουνιστική ορθοδοξία και επεδίωκε με κάθε τρόπο να ελέγξει ασφυκτικά την πνευματική ζωή και το έργο των διανοουμένων.
Η πορεία για την επιβολή αυτού του ελέγχου ξεκίνησε νωρίς και ολοκληρώθηκε το 1933 με το 1ο Συνέδριο της Σοβιετικών Συγγραφέων, όπου υπό τα χειροκροτήματα των λογοτεχνών ο Στάλιν εκστόμισε την περιβόητη φράση «Ο σοβιετικός συγγραφέας είναι μηχανικός των ψυχών» και επικυρώθηκε το επίσημο, κρατικό δόγμα στην λογοτεχνία του «Σοσιαλιστικού ρεαλισμού». Ακολούθησε η μεγάλη, σκοτεινή νύχτα με διώξεις και εκτελέσεις συγγραφέων, με αυτοκτονίες, με τον θάνατο στα Γκουλάγκ. Η ρωσική διανόηση, ωστόσο, συνέχισε να δημιουργεί στις κατακόμβες και μας κληροδότησε πολλά αριστουργήματα.
* * *
Ενημερωτικό σημείωμα του αναπληρωτή διευθυντή του τμήματος Αγκιτάτσιας και προπαγάνδας της Κ.Ε. του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκοι) Γ. Γ. Γιάκοβλεφ προς τον Ι. Β. Στάλιν για την κατάσταση μεταξύ των συγγραφέων
[όχι αργότερα από τις 3 Ιουλίου 1922)
Προς τον σύντροφο Στάλιν
Σε απάντηση του αιτήματός σας, σάς ενημερώνω για τα παρακάτω:
1. Αυτήν την περίοδο έχουν ξεχωρίσει μία σειρά συγγραφέων όλων των ομάδων και των λογοτεχνικών κινημάτων, οι οποίοι έχουν πάρει ξεκάθαρα και συγκεκριμένα το μέρος μας. Το 1921 ήταν μια χρονιά ραγδαίας λογοτεχνικής άνθισης, η οποία παρουσίασε δεκάδες νέα λογοτεχνικά ονόματα, προερχόμενα από την νεολαία. Αυτή την στιγμή η πάλη διεξάγεται ανάμεσα σε εμάς και την αντεπανάσταση για τον προσεταιρισμό σημαντικού μέρους αυτών των λογοτεχνικών δυνάμεων (Όλος ο Τύπος των εμιγκρέδων προσπαθεί να «αγοράσει» την λογοτεχνική μας νεολαία∙ Τα «Πρωινά», περιοδικό του Οίκο Λογοτεχνών της Πετρούπολης, όργανο της φανερής αντεπανάστασης, αναγκάστηκε να στηρίζεται στα ίδια λογοτεχνικά ονόματα με εμάς). Τα κύρια οργανωτικά κέντρα της είναι ανενεργά, αδύναμα, δεν μπορούν να προσελκύσουν τον νέο συγγραφέα-επαναστάτη, τον σοβιετικό άνθρωπος, αλλά μη μέλος του Ρωσικού Οίκου Βιβλίου (Ο Οίκος Τύπου της Μόσχας, υπ’ αυτήν την έννοια είναι ανενεργός, η Ένωση Προλετάριων Συγγραφέων της Πετρούπολης διέγραψε τον Βσέβολοντ Ιβάνοφ για λόγους «πουριτανικού, αντικειμενικά επιζήμιου χαρακτήρα»).
2. Οι βασικές ομάδες, οι οποίες είναι κοντά μας αυτή την περίοδο, είναι:
α) οι παλιοί συγγραφείς, οι οποίοι ενώθηκαν μ’ εμάς κατά την πρώτη περίοδο της επανάστασης: Βαλέρι Μπριούσοφ, Σεργκέι Γκοροντέτσκι, Γκόρκι κ.ά∙
β) οι προλετάριοι συγγραφείς, οι της Προλέτκουλτ (της Πετρούπολης και της Μόσχας που περιλαμβάνουν μία σειρά ταλαντούχων ανθρώπων∙
γ) οι Φουτουριστές, ο Μαγιακόφσκι, ο Ασέγιεφ, ο Μπομπρόφ κ.λπ∙
δ) οι Ιμαζινιστές: Μαριενγκόφ, Γιεσένιν, Σερσενέβιτς, Κούσικοφ κ.ά∙
ε) οι «Αδελφοί Σεραπιόν», ο Βσέβολοντ Ιβάνοφ, ο Σαγκινιάν, ο Ν. Νικίτιν, ο Ν. Τίχονοφ, Πολόνσκαγια κ.ά.∙ μία σειρά αντιφαταλαντευόμενων, πολιτικά απροσδιόριστων, για την ψυχή των οποίων διεξάγεται πραγματικός πόλεμος ανάμεσα στα στρατόπεδα της εμιγκράτσιας και εμάς, όπως ο Μπορίς Παστερνάκ, ο Ζόσενκο κ.ά∙
στ) οι οπαδοί της Σμένας που έρχονται σε εμάς, όπως ο Αλεξέι Τολστόι, ο Έρενμπουργκ, ο Ντρόζντοφ κ.ά.
3. Να διαμορφώσουμε τις διαθέσεις συμπόρευσης με εμάς, να προσελκύσουμε στην πλευρά μας τους αμφιταλαντευόμενους μέσω της ίδρυσης ενιαίου κέντρου, το οποίο θα ενώνει αυτές τις ομάδες συγγραφέων. Η ένωση πρέπει να είναι οπωσδήποτε ακομμάτιστη. Η κομμουνιστική μειοψηφία θα πρέπει να απαρνηθεί την απαράδεκτη κομμουνιστική έπαρση, η οποία δεν δικαιολογείται, εμποδίζει την κομμουνιστική επιρροή στους μη κομματικούς συγγραφείς, οι οποίοι είναι πολιτικά και κοινωνικά κοντά μας, ιδιαίτερα τους νέους.
4. Τέτοιο οργανωτικό κέντρο μπορεί να γίνει η Πανενωσιακή Ένωση Συγγραφέων, η οποία διαθέτει μία υλική υποδομή και την οποία με λίγη δουλειά (ιδιαίτερα προσεκτική και διακριτική), μπορούμε να κατακτήσουμε. Ο Οίκος Τύπου της Μόσχας με μία αναδιοργάνωση μπορεί να γίνει η βάση μίας τέτοιας Πανενωσιακής Ένωσης.
Μπορούμε να ακολουθήσουμε και ένα άλλο δρόμο, τον δρόμο της οργάνωσης «Εταιρεία ανάπτυξης της ρωσικής κουλτοούρας», ως ακομμάτιστης οργάνωσης, η οποία έχει στους κόλπους της πριν απ’ όλα νέους λογοτέχνες και η οποία έχει μία σχετική υλική υποδομή.
Μπορούμε να ακολουθήσουμε ένα σύνθετο δρόμο, τον δρόμο της ίδρυσης «Εταιρείας» με πιο περιορισμένη σύνθεση και, ταυτόχρονα, να κατακτήσουμε την Πανενωσιακή Ένωση Συγγραφέων, τα πλαίσια της οποίας, σε αυτή την περίπτωση είναι πολύ μεγαλύτερα.
5. Και η μια και η άλλη οργάνωση θα πρέπει να έχουν σημαντικές εκδοτικές δυνατότητας.
Γι. Γιάκοβλεφ.
Αρχεία Προεδρείας Ρωσικής Ομοσπονδίας
Κιβώτιο 3, Κατάλογος 34, Φάκελος 185, Φύλλα 6-7. Πρωτότυπο. Δαχτυλόγραφο.