Του Αλέξανδρου Σκούρα
Πριν λίγες μέρες κυκλοφόρησε η φετινή έκδοση του Ευρωβαρόμετρου, της επίσημης δημοσκοπικής έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ανάμεσα στα πολλά ενδιαφέροντα ευρήματα της έρευνας, αξίζει να αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο οι Έλληνες βλέπουμε την ομοφυλοφιλία.
Σύμφωνα με ανάρτηση του ΚΕΦίΜ (στο οποίο προεδρεύω), “μόλις το 39% των Ελλήνων και των Ελληνίδων πιστεύουν πως ο γάμος μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου θα έπρεπε να επιτρέπεται σε ολόκληρη την Ευρώπη σε αντίθεση με το 69% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με το νέο δημοσιευμένο Ευρωβαρόμετρο η χώρα μας έχει ακόμη μεγάλη απόσταση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στην κοινωνική αποδοχή των ΛΟΑΤΙ ατόμων.”
Η αποδοχή των ΛΟΑΤΙ ατόμων από τις κοινωνίες που ζουν είναι ένα επίκαιρο φιλελεύθερο ζήτημα γιατί οι διακρίσεις που υφίστανται, στον πυρήνα τους αναδεικνύουν κολλεκτιβίστικες συμπεριφορές που αρκετά συχνά οδηγούν σε επικίνδυνα μονοπάτια.
Όταν κρίνουμε έναν άνθρωπο αρνητικά επειδή πιστεύει σε μία διαφορετική θρησκεία, έχει διαφορετικό χρώμα, ή αγαπάει και αγαπιέται από άτομα του ίδιου φύλου, στην ουσία δεν κρίνουμε τον συγκεκριμένο άνθρωπο αλλά βάσει προκαταλήψεων τον κατατάσσουμε σε μία κατηγορία ανθρώπων που αντιπαθούμε. Αυτή η συμπεριφορά στερεί από το υποκείμενο της κρίσης μας το βάθος και την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης υπόστασής του. Τον κρίνουμε πριν γνωρίσουμε τις αξίες, την πορεία, τα ταλέντα, την ηθική και τα χαρίσματά του.
Αν αυτές οι συμπεριφορές δεν είχαν πολιτικές προεκτάσεις, τότε θα ήταν ανεκτό το φαινόμενο αυτό έστω και αν παρεκκλίνει από τη φιλελεύθερη αρχή της ατομικότητας, ότι δηλαδή κάθε άτομο, ως αυτόνομος φορέας ηθικής, πρέπει να κρίνεται για το περιεχόμενο των λόγων και των έργων του και όχι με βάση τις διάφορες ομάδες στις οποίες ανήκει. Όμως, εδώ τίθεται και ένα θέμα δικαιωμάτων, όπως για παράδειγμα το θέμα του γάμου των ομοφυλοφίλων.
Οι κυριότερες φιλελεύθερες προσεγγίσεις σε αυτό το ζήτημα είναι δύο, αρκετά διαφορετικές μεταξύ τους αλλά σύμφωνες στο ότι η διάκριση κατά των ΛΟΑΤΙ ατόμων είναι παράλογη και παραβιάζει την αρχή της ισονομίας.
Η πρώτη προσέγγιση, η πιο δημοφιλής, προτείνει την εξίσωση των δικαιωμάτων στο γάμο για τα ομόφυλα ζευγάρια. Αυτή η εξίσωση καταργεί τις νομικά επιβεβλημένες διακρίσεις εις βάρος των ΛΟΑΤΙ και επιβάλλει στο κράτος την ισότιμη αναγνώριση των γάμων ανεξαρτήτως του φύλου των συμμετεχόντων. Η δεύτερη, λίγο πιο ακραία, απαιτεί την απομάκρυνση του κράτους από τον ρόλο του στον γάμο (π.χ. την έκδοση άδειας, την παροχή φορολογικών ελαφρύνσεων κλπ.) κρίνοντας πως όταν δύο ενήλικοι πολίτες συναινούν στον έγγαμο βίο, πως δεν πρέπει να πέφτει κανένας λόγος στο κράτος να παρέμβει.
Όποια και από τις δύο προσεγγίσεις κι αν προτιμά κανείς, το ζητούμενο σε μία φιλελεύθερη κοινωνία είναι να μπορούν οι άνθρωποι να ζήσουν αρμονικά και να επιδιώξουν την ευτυχία τους ελεύθερα, ανεξαρτήτως του φύλου των συζύγων τους.