Του Σάκη Μουμτζή
Ο πρωθυπουργός, με την επιλογή συγκεκριμένων συνεργατών του, κατέθεσε το όραμα του. Βλέπει την Ελλάδα μετά από τριάντα χρόνια και επιδιώκει να βάλει αυτός τα θεμέλια της σήμερα. Οραματίζεται μιαν Ελλάδα που θα μπορεί να σταθεί στον κόσμο του εγγύς μέλλοντος.
Η προσπάθεια που θα πρέπει να καταβάλλουμε για να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις της μετα-ψηφιακής εποχής, θα είναι μεγάλη. Εκκινούμε εκατοντάδες μέτρα πίσω, σε έναν αγώνα μέσων αποστάσεων.
Η ψηφιοποίηση του Δημοσίου, οι ριζικές μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία και η απελευθέρωση της Οικονομίας από τα δεσμά του Κράτους, είναι οι τρεις στόχοι της νέας κυβέρνησης. Η επίτευξη τους δεν είναι εύκολη, καθώς, εκτός από τις αντιστάσεις που υπάρχουν εντός της Νέας Δημοκρατίας-- όπου σε ένα τμήμα της επικρατεί ο νόμος της αδράνειας—θα υπάρξουν αντιστάσεις και σε ένα τμήμα της κοινωνίας.
Το αποτελούν αυτοί, που οχυρωμένοι στα μικροσυμφέροντα τους, δεν επιθυμούν να αλλάξει τίποτα. Είναι οι λάτρεις της ακινησίας.
Φαίνεται όμως, από τους πρώτους μήνες διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, πως ο πρωθυπουργός θα παλέψει για την επίτευξη του οράματος του.
Από την άλλη πλευρά υπάρχει ο Αλέξης Τσίπρας που, εναγωνίως, έχει στραμμένο το βλέμμα του στο 1981. Εκεί θα προσπαθήσει να συναντήσει τα ιστορικά στελέχη του άλλοτε κραταιού ΠΑΣΟΚ.
Απευθύνεται σε ανθρώπους άνω των εξήντα πέντε ετών, τουλάχιστον, που κουβαλούν τις μνήμες του Ανδρέα Παπανδρέου και αναπολούν τα νιάτα τους και μιαν εποχή που έφυγε.
Κανένας πολιτικός δεν κτίζει το μέλλον προσβλέποντας στο παρελθόν. Και αν το κάνει, θα πρέπει να αντέξει την σύγκριση με τις προσωπικότητες και τους πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής.
Δηλαδή, ο Τσίπρας θα πρέπει να μπορεί να σταθεί σαν ίσος προς ίσον με τον Ανδρέα Παπανδρέου και ο συρφετός που τον ακολουθεί να μπορεί να συγκριθεί με έναν Γεννηματά, έναν Χαραλαμπόπουλο, έναν Αλευρά και τα τόσα στελέχη που στάθηκαν, με τιμιότητα, δίπλα στον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ.
Όλοι αυτοί που ήταν δεμένοι με την εξουσία, επί τριάντα χρόνια, και την ξεζούμισαν μέχρι τέλους, εδώ και πολύ καιρό έχουν ήδη μετακομίσει στον ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν τα γνωρίζει όλα αυτά ο Α.Τσίπρας; μπορεί και να μην τα γνωρίζει. Σε μια κρίση μεγαλείου μπορεί να πιστεύει πως είναι ο νέος Ανδρέας Παπανδρέου, με ολίγη ριζοσπαστική Αριστερά.
Μπορεί όμως και να επιχειρεί αυτήν την επιστροφή στο παρελθόν, γιατί δεν έχει τίποτα να πει για το μέλλον. Ένας καταληψίας, με περιορισμένο γνωστικό ορίζοντα, που δεν έζησε στο εξωτερικό και που έγινε πρωθυπουργός αποκλειστικά λόγω ιστορικών συγκυριών, τι όραμα να καταθέσει;
Με τι προσλαμβάνουσες παραστάσεις να προσεγγίσει το μέλλον; Με ποιους συνεργάτες; Αυτούς που συμμετείχαν στον εμπρησμό της Αθήνας το 2008; Ή με τα μαρξιστικά απολιθώματα της ένδοξης Σοβιετίας;
Ο Α.Τσίπρας κάνει αυτό που μπορεί και ξέρει να κάνει. Να ξανακαλλιεργήσει τον διχασμό, αυτήν την φορά όχι με όρους μνημόνιο-αντιμνημόνιο, αλλά με όρους 1981.
Να είστε σίγουροι πως θα ξανακούσουμε το σύνθημα «απόψε πεθαίνει η Δεξιά.» Το ζητούμενο είναι πόσοι θα το φωνάζουν.
Ο Κυρ.Μητσοτάκης μιλά, προσβλέποντας στην Ελλάδα που θα κυβερνούν τα σημερινά δεκαπεντάχρονα.
Ο Α.Τσίπρας μιλά προσβλέποντας σε ένα παρελθόν που έφυγε ανεπιστρεπτί.
Αυτή είναι η διαφορά τους.