Του Δημήτρη Καμπουράκη
Πάλι σε ρήξη με τους θεσμούς βρισκόμαστε ή μήπως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές ήμασταν ταμπουρωμένοι και τους πυροβολούσαμε, αλλά τώρα που τις διαβάζετε είμαστε πάλι σφιχταγκαλιασμένοι μαζί τους; Ποιος επιτέλους θα με βγάλει απ' αυτή την αγωνία; Σε ποιο ακριβώς σημείο βρίσκεται η σχέση Τσίπρα-δανειστών; Στα ηρωικά αντιμνημονιακά χαρακώματα ή στο κρεβάτι για αγκαλίτσες και φιλάκια;
Μα καλά, δεν έχουν πια αντιληφθεί εκεί στο Μαξίμου ότι ο κόσμος μπούκωσε απ' αυτές τις επικοινωνιακές Ταρζανιές, που μυρίζουν από μακριά κομπίνα που απευθύνεται σε χαζούς; Δεν έχουν αντιληφθεί ότι αυτά τα «και ρήξη και συμφωνία», «και εχθροί και φίλοι», «και αγαπημένοι και καταραμένοι», «και μέσα στο μνημόνιο και έξω απ' αυτό», «και με την Μέρκελ και με τον Μοράλες», έχουν πια κουράσει αφόρητα τους συφοριασμένους Έλληνες; Από πού νομίζετε ότι προέρχεται αυτή η διάχυτη δυστυχία που μετρά μέχρι και ο ΟΗΕ; Μόνο από τις οικονομικές δυσκολίες;
Δεν καταλαβαίνουν πως ο κοσμάκης είναι πλέον μια ανάσα από το να ξεστομίσει ένα «άει σιχτίρ» και να πάει αλλού ψάχνοντας την χαμένη του κανονικότητα; Δεν έχουν αντιληφθεί ότι ο μέσος Έλληνας αδυνατεί πια να βγάλει άκρη μ' αυτά τα μπρος-πίσω στον νόμο Κατσέλη, στις 120 δόσεις, στα λάθη των αναδρομικών και σ' όλα όσα τον ταλανίζουν πάλι το τελευταίο διάστημα; Δεν βλέπουν πως αρχίζει να τα παίρνει στο κρανίο με τα αντιφατικά μηνύματα που εισπράττει απ' την κυβέρνηση κάθε μέρα; Διάολε, δεν είμαστε πια ούτε στο 2015, ούτε στο 2017.
Τι φαντάζονται δηλαδή; Ότι ο μεροκαματιάρης που χάνει τον ύπνο του από τα μέσα κάθε μήνα διότι δεν έχει λεφτά ούτε για το εισιτήριο του μετρό, κάθεται κάθε μέρα ένα δίωρο και κάνει φροντιστήριο στον εαυτό του για να καταλάβει αν βρισκόμαστε σε συμφωνία ή σε ρήξη με τους θεσμούς; Διότι η κυβέρνηση, τις μονές μέρες του λέει πως επίκειται συμφωνημένη λύση (καθότι αποκαταστάθηκε το κύρος της χώρας στην Ευρώπη) και τις ζυγές μέρες του λέει πως πάμε σε άγρια κόντρα με τους ανάλγητους Ευρωπαίους (καθότι μας κυβερνά μια αριστερά που δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί της).
Αν ήταν της πιάτσας όπως διατείνονται, θα ήξεραν πως υπάρχει ένα όριο στις σχέσεις του παπατζή με τους αργόσχολους της Ομόνοιας. Στην αρχή οι πελάτες ποντάρουν, σίγουροι ότι ελέγχουν το παιχνίδι και θα τα οικονομήσουν. Στην συνέχεια αναρωτιούνται για τον τρόπο που ο μπαγάσας ανακατώνει τα τραπουλόχαρτα και ψάχνουν πως το κάνει. Αλλά στην τρίτη φάση, όταν συνειδητοποιήσουν ότι δεν βγαίνει άκρη, τον πλακώνουν στις κλωτσιές τον παπατζή και ησυχάζουν από δαύτον. Ε, εκεί λοιπόν βρίσκεται τώρα ο κόσμος.
Έχει σιχαθεί αυτό το αέναο παιχνίδι που δεν βγάζει πουθενά. Έχει πάψει πια και να αναρωτιέται και να προβληματίζεται. Δεν τον ενδιαφέρει πλέον λύση από τους σημερινούς κυβερνήτες, διότι έχει καταλάβει πως και κάτι να του προσφέρουν στο τέλος, πάλι σε καινούριο αέναο παιχνίδι θα οδηγήσει. Κουράστηκε πια ο κόσμος, βαρέθηκε, σιχάθηκε. Πάει για άλλα.