Να ξεκαθαρίσουμε κάτι ευθύς εξ αρχής. Στην ελευθεροτυπία δεν υπάρχουν όρια, παρά μόνον αυτά που θέτει ο Ποινικός Κώδικας μιας δημοκρατικής πολιτείας. Κάθε πολίτης που έχει δημόσιο λόγο, δεν εκφέρει απλώς ελεύθερα την γνώμη του, αλλά μετά δεν υπάρχουν και συνέπειες, παρά μόνον αν αυτή η γνώμη είναι συκοφαντική ή εξυβριστική.
Τελεία, παύλα και πάμε παρακάτω.
Ο Στ. Κασιμάτης δήλωσε πως δεν γνώριζε την κατάσταση της υγείας του κ. Κατρούγκαλου και γι΄αυτό ζήτησε και συγγνώμη για το σχόλιο του. Όποιος πιστεύει πως λέει ψέματα φέρει και το βάρος της αποδείξεως.
Κανονικά το ζήτημα έπρεπε να κλείσει εδώ.
Όμως ο Στ.Κασιμάτης γνώρισε ένα πρωτοφανές λιντσάρισμα. Το να τον βρίζεις ήταν μόδα επί δύο ημέρες. Όλοι παρέλασαν, με πρώτους και καλύτερους του εκφραστές του «πολιτικά ορθού». Ακολούθησαν από κοντά όσες και όσοι υπέστησαν τα βιτριολικά σχόλια του.
Κατανοητή η συμπεριφορά και των δύο.
Ο Στ. Κασιμάτης έχει έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο γραφής. Κάνει πολιτικό σχολιασμό, αλλά πολλές φορές, τα σχόλια του έχουν μιαν επιθετική ειρωνεία. Κάτι που ενοχλεί αυτούς που ειρωνεύεται, καθώς είναι άνθρωποι με ισχύ και κύρος.
Όλοι αυτοί, μαζί με τους «πολιτικορθάκηδες», βρήκαν την ευκαιρία, με πρόσχημα τα όσα έγραψε, από άγνοια, για τον κ. Κατρούγκαλο, να ξεκαθαρίσουν τους λογαριασμούς μαζί του.
Και εδώ ακριβώς τίθεται το ερώτημα που ακουμπά τον τρόπο γραφής του Κασιμάτη και του κάθε Κασιμάτη.
Επιτρέπεται να σχολιάζουμε την εμφάνιση ενός ανθρώπου; Το ύψος του; τα κιλά του; το ντύσιμο του;
Απαντώ : από πότε αυτό απαγορεύεται; Ξεχνάμε τι έγραφαν διακεκριμένοι σχολιαστές για το ύψος του Κωνσταντίνου Τσάτσου; Τα κιλά του Ροδόπουλου; Τα γυαλιά του Σαρτζετάκη; Το ντύσιμο βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ;
Στις δημοκρατίες επιτρέπεται ό,τι δεν απαγορεύεται.
Κατά τα άλλα, κανένα ιερατείο δεν θα μας επιβάλλει νόρμες για το χιούμορ και την ειρωνεία, όσο δηκτική και αν είναι. Καμιά παρεούλα του διαδικτύου δεν μας πει τι είναι το comme il faut στην εκφορά του λόγου και μάλιστα του σχολιαστικού λόγου. Διαφορετικά μπαίνουμε σε επικίνδυνους δρόμους.
Εννοείται βέβαια πως και οι σχολιαστές, οι σκιτσογράφοι, οι αρθρογράφοι, κρίνονται και αυτοί. Δεν λιντσάρονται όμως, πολύ δε περισσότερο, δεν φιμώνονται.
Όσοι έχουν δημόσιο λόγο κρίνονται από το κοινό τους.
Δυστυχώς, γύρω από το ζήτημα της ελευθεροτυπίας διεξάγεται ένας αγώνας εξουσίας. Κάποιοι επιζητούν να επιβάλουν και να ελέγχουν ό,τι γράφεται και ό,τι λέγεται. Όπλο τους, η συντονισμένη επίθεση κατά του στόχου. Σκοπός τους, η τρομοκράτηση του που τελικά θα τον οδηγήσει στην αυτολογοκρισία.
Δεν είναι εύκολο να αντέξει κάποιος τις επιθέσεις από ανθρώπους που, καλώς ή κακώς, θεωρούνται διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Το είδαμε αυτό να γίνεται με την περίπτωση Κασιμάτη.
Έδωσαν κάποιοι γνωστοί και μη εξαιρετέοι το σύνθημα και η επίθεση γενικεύθηκε. Στην προκειμένη περίπτωση δεν άντεξε στην πίεση ο διευθυντής της εφημερίδας, καθώς αγνόησε την αναγνώριση του λάθους και την συγγνώμη του Στ.Κασιμάτη. Αμφισβήτησε ουσιαστικά την ειλικρίνεια του.
Αυτή είναι η καλύτερη εκδοχή για τον κ. διευθυντή.
ΥΓ 1. Τον Στ.Κασιμάτη δεν τον γνωρίζω προσωπικά.
ΥΓ 2. Στα πολιτισμένα κράτη, είθισται, οι πολιτικοί να δημοσιοποιούν την ασθένεια τους και για την αποφυγή παρόμοιων, δυσάρεστων καταστάσεων.