Του Σάκη Μουμτζή
Κάθε ανασχηματισμός - αναδόμηση τον αποκαλούσε ο Α. Παπανδρέου - φανερώνει τα αδιέξοδα ενός πρωθυπουργού. Την ανεπάρκεια και τις αβελτηρίες του κυβερνητικού έργου, που ο ανασχηματισμός καλείται να θεραπεύσει. Και βέβαια, είναι γνωστό πως με τον ανασχηματισμό δημιουργούνται περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιλύονται.
Γιατί αρχικά, ώσπου να ενημερωθούν οι νέοι υπουργοί και να αναλάβουν ουσιαστικά τα καθήκοντα τους, περνά ένα χρονικό διάστημα απραξίας. Επίσης ο συντονισμός και η συνεργασία των συναρμόδιων νέων υπουργών δεν είναι δεδομένη, ενώ είναι διαπιστωμένο πως ο κάθε ανασχηματισμός προκαλεί εσωκομματικές τριβές.
Τότε γιατί γίνεται; Για να δώσει ο εκάστοτε πρωθυπουργός το μήνυμα μιας δυναμικής επανεκκίνησης, για να επιβεβαιώσει την εξουσία του και για να αποδώσει τις ευθύνες των κακώς κειμένων στο απερχόμενο κυβερνητικό σχήμα.
Στον ανασχηματισμό της Παρασκευής, έχουμε μια διατάραξη των ισορροπιών μεταξύ της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και του κομματικού κορμού, με άγνωστες συνέπειες. Η απομάκρυνση ιστορικών στελεχών από την κυβέρνηση ενδεχομένως να λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά γι΄αυτήν, ανατρέποντας τον σχεδιασμό του Α. Τσίπρα, που προσβλέπει πλέον στην εξάντληση της τετραετίας. Κάποια πρόσωπα που επέλεξε, σηματοδοτούν αυτήν την μακριά και δύσκολη πορεία, αν και υπάρχουν σοβαρές ενστάσεις γι΄αυτό. Η υπουργοποίηση θιασώτη του παράλληλου νομίσματος, καλόν είναι να μας εμβάλλει και σε δεύτερες σκέψεις για τις προθέσεις του πρωθυπουργού.
Βέβαια, ο χρόνος παραμονής μιας κυβέρνησης στην εξουσία, είναι ευνόητο, δεν εξαρτάται μόνον από τις προθέσεις της, αλλά κυρίως από την ικανότητα της να διαχειρισθεί τα μεγάλα και τα μικρά προβλήματα της χώρας και των πολιτών. Και στήριγμα σε αυτήν την προσπάθεια έχει το κόμμα με τους μηχανισμούς του.
Ο Α. Τσίπρας φαίνεται ότι εκτίμησε πως το ποσοστό του 93% με το οποίο επανεξελέγη πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, τον καθιστά απόλυτο κυρίαρχο του εσωκομματικού παιχνιδιού. Μάλλον δεν έλαβε υπ΄όψη τι έγινε στην εκλογή του ανώτατου καθοδηγητικού οργάνου, γιατί αυτό καταδεικνύει η απομάκρυνση από την κυβέρνηση στελεχών με ιστορία στον ΣΥΡΙΖΑ και ισχύ στην κομματική μηχανή.
Στα κόμματα που δεν είναι αρχηγικά ο εκάστοτε πρόεδρος είναι primus inter pares, κάτι που σημαίνει πως είναι υποχρεωμένος στις αποφάσεις του να τηρεί τις ισορροπίες, να συνθέτει τις απόψεις και να συμβιβάζει αντιθέσεις. Στα κόμματα που υπάρχει ο πατριάρχης, δηλαδή ο ιδρυτής τους, δεν υπάρχουν- ουσιαστικά- καταστατικά, άλλες απόψεις, εσωκομματικές διαδικασίες. Όλα αυτά συμπυκνώνονται στο πρόσωπο του αρχηγού, ο λόγος του οποίου διαμορφώνει την πραγματικότητα και υποκαθιστά τις εσωκομματικές λειτουργίες. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Α. Παπανδρέου είναι οι κλασσικές περιπτώσεις αυτού του φαινομένου. Ουδείς τόλμησε να αμφισβητήσει τον τελευταίο όταν έχασε τις συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις του 1989-1990.
Προφανώς ο Α. Τσίπρας δεν ανήκει σε αυτήν την κατηγορία, καθώς δεν διαθέτει παρόμοιο μείγμα ικανοτήτων, ούτε είναι ο πατριάρχης του κόμματος του. Συνεπώς, πρέπει να τηρεί τις ισορροπίες για να μπορεί να ασκεί μιαν εξουσία που δεν είναι αποκλειστικά δική του. Με τον προχθεσινό ανασχηματισμό φαίνεται πως δεν τήρησε αυτόν τον κανόνα. Κάτι που θα το βρει μπροστά του, όταν η σοβαρότητα των προβλημάτων που θα κληθεί να αντιμετωπίσει, θα απαιτήσουν την στήριξη του κομματικού μηχανισμού.
Ίσως πιστεύει ο πρωθυπουργός πως μπορεί να προσδώσει στον ΣΥΡΙΖΑ, αποκλειστικά, την ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία που αυτός επιθυμεί. Το ερωτηματικό είναι αν έχει επεξεργασμένη αυτήν την φυσιογνωμία. Γιατί η εξουσιολαγνεία δεν είναι ιδεολογία.