Της Κυριακής Στυλιανού*
Κάθε λαός έχει τα χούγια του και τις ιδιαιτερότητές του. Τα καλά και τα λιγότερο καλά. Στην Κύπρο πάσχουμε από μια νόσο που θα την ονομάσουμε “προδοτολαγνεία”. Κάθε σπίτι και κάθε γειτονιά έχει κι έναν προδότη. Αυτός που θεωρείται για τους μεν “προδότης”, είναι για τους δε “ήρωας” και για χρόνια αυτές οι ιστορικές φιγούρες του “προδοτο-ήρωα” χρυσοκαδρώνονταν στις εισόδους σπιτιών. Οι τελευταίες γενεές των Κυπρίων έχουν μεγαλώσει σε σπίτια, στους τοίχους των οποίων δίπλα από την κορνίζα με τη φωτογραφία του γάμου του ζευγαριού, στεκόταν περίλαμπρος ένας αρχιστράτηγος, αυστηρός, δαφνοστεφανωμένος μουστακαλής ή ένας ρασοφορεμένος, μελαγχολικός, σχεδόν αγιοποιημένος κύριος.
Η διαφορά με το τι συμβαίνει στον υπόλοιπο προηγμένο κόσμο είναι πως εκεί ο φορέας της αντίθετης άποψης και δράσης ονομάζεται “πολιτικός αντίπαλος”. Στην Κύπρο δεν χωράνε τόσο “ξενέρωτες” μετριοπάθειες. Σύμφωνα με τον μέσο Κύπριο, μια φιγούρα της κυπριακής ιστορίας δεν είναι (όπως θα έπρεπε να ήταν) ένα ιστορικό/πολιτικό πρόσωπο με λανθασμένες ή θετικές ενέργειες, αλλά είναι είτε ήρωας είτε προδότης. Είναι τραγική η ανυπαρξία μέσης οδού ή μιας κλιμακωτής ετικετοποίησης και είναι ακόμα πιο τραγικό ότι η ακραία ετικετοποίηση συνεχίζεται σε επικαιροποιημένη εκδοχή.
Προδότης είναι (για τους μεν) αυτός που συνεργάστηκε με τη Χούντα Αθηνών, προετοίμασε ή έλαβε μέρος στο πραξικόπημα εναντίον του νόμιμα εκλελεγμένου προέδρου της Κύπρου τω καιρώ εκείνω, γεγονός που οδήγησε στην τουρκική εισβολή με όλα τα γνωστά συμπαρομαρτυρούντα. Προδότης είναι (για τους δε) αυτός που πρόδωσε το όνειρο των Κυπρίων για ένωση με την Ελλάδα και αποδέχθηκε ανεξαρτησία. Το ίδιο πρόσωπο θεωρείται προδότης και από μια άλλη προσέγγιση, εκ διαμέτρου αντίθετη. Από τη στιγμή που υπέγραψε/αποδέχθηκε τη συμφωνία ανακήρυξης της Κυπριακής Δημοκρατίας, όταν αποφάσισε να συνεχίσει τον ενωτικό αγώνα, ουσιαστικά πρόδιδε την ίδια την ανεξαρτησία που ο ίδιος είχε υπογράψει και εγκαινίαζε άτυπα πολιτική αστάθεια στο νησί.
Με τη διάνοιξη των οδοφραγμάτων το 2003 και τη δυνατότητα προσωρινής επίσκεψης στα κατεχόμενα εδάφη, δημιουργήθηκαν νέα είδη Κύπριου προδότη και επιχειρηματολογίας επ' αυτού. Προδότης είναι (για τους μεν) αυτός που “καταδέχθηκε” να δείξει ταυτότητα ή διαβατήριο στα σημεία ελέγχου των οδοφραγμάτων, θεωρώντας πως έτσι γίνεται έμμεση αναγνώριση του ψευδοκράτους. Ακόμα μεγαλύτερος προδότης (σε βαθμό “τουρκολαγνείας” ή “τουρκοσποράς”) είναι αυτός που “καταδέχθηκε” να αγοραπολαύσει καφέ ή λεμονάδα στα κατεχόμενα μέρη ή να συμφάγει με Τουρκοκύπριους. Από την άλλη, προδότης είναι (για τους δε) αυτός που -ενώ μπορεί πια- αρνείται να επισκεφτεί το σπίτι και τη γειτονιά που μεγάλωσε, στερώντας έτσι τη δυνατότητα να συντηρηθεί η μνήμη, να ξαναζωντανέψει το ελληνοκυπριακό χρώμα και να διεκδικηθούν δυναμικά οι ευκαιρίες επιστροφής. Με το δημοψήφισμα έγκρισης ή απόρριψης του σχεδίου λύσης Ανάν το 2004, δημιουργήθηκαν και οι κατηγορίες “προδότες του ναι” (όσοι είπαν ναι στο δημοψήφισμα και στη λύση για δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία, θεωρώντας ότι ισοδυναμεί αυτό με υποχώρηση κι εγκατάλειψη του μακροχρόνιου αντικατοχικού αγώνα) και “προδότες του όχι” (όσοι είπαν όχι στο δημοψήφισμα, θεωρώντας ότι έτσι παγιώνεται η στασιμότητα, η διαιώνιση της κατοχής και η εξυπηρέτηση των σχεδίων της Τουρκίας για διχοτόμηση).
Το συμπέρασμα είναι κατάδηλο: Η προδοτοετικετοποίηση μπορεί -αν θέλει- να στηριχτεί πολύ στιβαρά ως προς την επιχειρηματολογία. Εξίσου κατάδηλο είναι και το γεγονός πως μεγάλη επιχειρηματολογική γκάμα δύναται να γεννηθεί αντίστοιχα για να στηρίξει την ηρωοποίηση ενός ιστορικού προσώπου σε βαθμό μάλιστα αγιοποίησης.
Ένα άλλο συμπέρασμα είναι πως κινδυνεύουμε από μεγάλες πιθανότητες πνιγμού στη λαοθάλασσα τόσων προδοτών ανάμεσά μας.Το περίεργο και το μαζοχιστικό του Κύπριου είναι πως αυτοί οι “προδότες” μετά θάνατον έγιναν όλοι δρόμοι, αεροδρόμια, αθλητικά στάδια και λοιπά, αφού δόθηκαν τα ονόματά τους σε αυτά. Αυτό συνέβη ακριβώς, γιατί για τους υπόλοιπους θεωρείται “ήρωας”. Εχουμε μπλέξει σε μποτιλιάρισμα ανάμεσα σε τόσους προδοτοήρωες. Ανάμεσα στα τόσα μνημεία ηρώων, που για τους υπόλοιπους μισούς είναι προδότες! Στην εξύμνηση του θανάτου παρά στην ανάδειξη και λατρεία της ζωής! Δεν χωράμε να περάσουμε! Δεν μπορούμε να αναπνεύσουμε!
Οι ακραίες προσφωνήσεις “προδοτών” και οι επικλήσεις “ηρώων”, φανερώνουν παθολογικό διπολισμό, φανατισμό που οδηγεί σε διαζύγιο με τη λογική, υποκουλτούρα και αδυναμία διαχείρισης συναισθημάτων. Όλα τούτα είναι συμπτώματα έλλειψης παιδείας.
Είναι ξεκάθαρο πως για να δούμε φως μέσα στο πνευματικό σκοτάδι της εύκολης προοδοτοηρωοετικετοποίησης και κατ' επέκταση της ακατάσχετης προδοτοηρωολαγνείας, θα πρέπει να βάλει το χέρι του ο δάσκαλος και ο χώρος της εκπαίδευσης. Ο δάσκαλος οφείλει να εξαλείψει τα πάθη και να ασκήσει τους μαθητές/τριες σε νηφάλια εξέταση των ενεργειών του κάθε ιστορικού προσώπου. Ο μαθητής/τρια μαθαίνει πως δεν λατρεύουμε ιστορικά πρόσωπα, δεν ετικετάρουμε. Τους εξετάζουμε. Είναι άνθρωποι με τα καλά και τα κακά τους, τα σωστά και τα λάθη τους.
Αν δεν σταματήσουμε να μισούμε προδότες και να λατρεύουμε -ιδιαίτερα μετά θάνατον- ανθρώπους ως υπερ-ανθρώπους ήρωες, αν δεν σταματήσουμε να τυφλωνόμαστε από έντονο συναίσθημα αποκομμένο από όποιο εγχείρημα λογικής προσέγγισης, γιατρειά και ορθοπάτημα δεν θα βρούμε στο νησί.
* Η Κυριακή Στυλιανού είναι Φιλόλογος, εκπαιδευτικός σε σχολείο της Κύπρου.