Του Τάσου Ι. Αβραντίνη*
Οι φόροι πάνω από ένα ανεκτό όριο επιβαρύνουν την οικονομία, υπονομεύουν την παραγωγή και επηρεάζουν αρνητικά τα κίνητρα των ατόμων για επιχειρηματική δράση και δημιουργική εργασία. Επίσης, η βαριά και άδικη φορολογία οδηγεί σε μείωση των εσόδων του κράτους. Αυτή την τελευταία «αόρατη» επίπτωση φαίνεται να αγνοούν παντελώς όσοι αντιδρούν στη μείωση της φορολογίας.
Σήμερα θα ασχοληθώ με δύο φόρους. Για την ακρίβεια, με έναν κι ένα έκτο φόρου ακόμη… Το ένα έκτο του φόρου είναι ο συμπληρωματικός φόρος του ΕΝΦΙΑ.
Αυτή η «κουτσουλιά» φόρου που δεν θα ξεπεράσει το 2019 τα 500 εκατ. € ή αλλιώς το 0,28% του ΑΕΠ είχε τις εξής -μεταξύ άλλων- δραματικές συνέπειες στην οικονομία, σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ:
- μείωση της αξίας των ακινήτων μέχρι 200.000 € κατά 19%. Οσο μεγαλύτερη είναι η αξία ενός ακινήτου τόσο μεγαλύτερη υπήρξε και η πτώση των τιμών (φθάνει το 73,6% σε ακίνητα άνω του 1 εκατ. €),
- μείωση των αποδόσεων των επενδύσεων σε ακίνητα, συνεπώς και μείωση των επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία,
- σωρευτική μείωση των καταθέσεων τουλάχιστον κατά 3 δισ. €, για να πληρωθεί μόνο ο συμπληρωματικός φόρος.
Τι θα συνέβαινε, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, εάν αποφασίζαμε να καταργήσουμε -όχι τον ΕΝΦΙΑ- αλλά μόνο τον συμπληρωματικό φόρο, που παρουσιάζει και τη μεγαλύτερη προοδευτικότητα:
- το ΑΕΠ της χώρας θα αυξανόταν τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του μέτρου κατά 1,3 δισ. € ή 0,7%,
- η απασχόληση θα αυξανόταν περίπου κατά 155.000 θέσεις εργασίας μέχρι το 2022,
- το μέσο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών θα αυξανόταν από 1.139 € σε 1.310 €.
Επιπλέον, θα αυξανόταν η καθαρή απόδοση των ακινήτων και θα ανέβαιναν οι πραγματικές αξίες των ακινήτων. Οι ιδιοκτήτες θα είχαν μεγαλύτερη πρόσβαση στις αποταμιεύσεις τους, θα ενισχύονταν οι καταθέσεις και η ρευστότητα της οικονομίας και οι τράπεζες θα έβλεπαν την αξία των εξασφαλίσεων σε ακίνητα στα χαρτοφυλάκια των δανείων τους να ανεβαίνουν.
Ας δούμε τώρα έναν άλλο φόρο. Πρόκειται για τον φόρο επί των ασφαλίστρων με συντελεστή 15%. Τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις του φόρου αυτού μέτρησε το Ινστιτούτο Δημοσιονομικών Μελετών σε ένα μόνο τμήμα της οικονομίας. Ο φόρος αυτός οδήγησε τις ναυτιλιακές εταιρείες ελληνικών συμφερόντων να συνάπτουν συμβάσεις ασφαλειών με ασφαλιστικές εταιρείες που εδρεύουν σε άλλες χώρες, στις οποίες δεν υπάρχει φορολογία στα ασφάλιστρα.
Περισσότερες από επτακόσιες (700) ναυτιλιακές εταιρείες ελληνικών συμφερόντων καταβάλλουν κάθε χρόνο περισσότερα από 5 δισ. δολάρια σε ασφαλιστικές επιχειρήσεις άλλων χωρών. Το ορατό όφελος για το ελληνικό κράτος από τη φορολογία αυτή δεν πρέπει να ξεπερνά λίγες εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Όμως οι αόρατες οδυνηρές επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία είναι 5 δισ. δολάρια λιγότερα στο εγχώριο προϊόν της χώρας, απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας, σημαντικών εσόδων από τον φόρο εισοδήματος, απώλεια ΦΠΑ, ασφαλιστικών εισφορών (υπολογίζονται συνολικά σε 2,3 δισ. €). Το ποσό αυτό προστιθέμενο στην ελληνική οικονομία θα συνέβαλε ακόμη στη βελτίωση της δυναμικής του δημόσιου χρέους.
Τι μπορεί λοιπόν να εμποδίζει την κατάργηση αυτών και πολλών ακόμη παράλογων φόρων που «μικραίνουν» την οικονομία μας;
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Παρασκευής, 8 Φεβρουαρίου