Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Όλες οι συγκεντρώσεις τού Μένουμε Ευρώπη το 2015 ήταν απογοητευτικές. Λίγος κόσμος, κανένας παλμός, κανένα χαμόγελο, καμία έστω και ψευδεπίγραφη σιγουριά, αυτή που σου δίνει η συμμετοχή σου σε ένα κίνημα όταν αυτό βγαίνει από το γραφείο και περπατάει στους δρόμους. Όταν διαλύονταν, επέστρεφες σπίτι με μια μεταλλική πίκρα στο στόμα, σαν να 'χες δαγκώσει παλιά κέρματα.
Ναι, ήμασταν ενθουσιασμένοι και αποφασισμένοι? ναι, δεν θα το αφήναμε να περάσει έτσι? ναι, θα κάναμε ό,τι περνούσε από το χέρι μας για να μην πάμε —αν μη τι άλλο— άκλαυτοι. Εμείς, οι γερμανοτσολιάδες μενουμευρώπηδες. Που πιστεύαμε και πιστεύουμε ότι καλός αγώνας είναι αυτός που οφείλεις να δώσεις ακόμη κι αν ξέρεις εκ των προτέρων ότι θα χαθεί.
Αλλά τι να σου κάνει ο όποιος ενθουσιασμός και η όποια αποφασιστικότητα. Δεν είναι συστατικά επιτυχίας αυτά. Δεν πας να νικήσεις με τον ενθουσιασμό σου. Με τον ενθουσιασμό σου πας για να πέσεις από τους πρώτους στη μάχη. Σαν τον βλάκα. Για να νικήσεις, θέλεις όγκο, μάζα, ισχυρή δύναμη πυρός, πυροβολικό και αεροπορία να συνδράμουν με βροχή από οβίδες, εφεδρείες και συμμάχους. Και, όπως έχουν τα πράγματα στον πόλεμο, κάπως έτσι είναι και στον πολιτικό αγώνα, και φυσικά στις πολιτικές συγκεντρώσεις. Καναδυό που θυμάμαι, ήταν ο ορισμός της σκόρπιας διαδήλωσης. Ψευτοπράγματα. Μόνο θλίψη σού γεννούσαν. Σε μία συγκέντρωση απ' όλες στον Λευκό Πύργο, οι μαζεμένοι συμφωνήσαμε πως είχαμε δει περισσότερο κόσμο και περισσότερη ζέση σε μνημόσυνο. Και γρήγορα το διαλύσαμε.
Οι λόγοι για τα μεγέθη και την ποιότητα εκείνων των μαζώξεων, των διαδηλώσεων, είναι πολλοί, και είναι γνωστοί. Ό,τι έγινε, από όσους ηρωικούς ανθρώπους διοργανώθηκε, είχε ελάχιστο χρόνο για να δέσει και να «επικοινωνηθεί». Δεν γίνονται τα πράγματα αυτά από τη μια μέρα στην άλλη. Χρειάζεται χρόνος, χρήμα και Μέσα. Και ομάδες που θα αμύνονταν αποτελεσματικά απέναντι στη βία και τα κοντάρια των απέναντι, που ήταν πάντα περισσότερα από τους δικούς μας συμμετέχοντες. Ε, δεν υπήρχε τίποτε από όλα αυτά. Εντέλει, και που έγινε ό,τι έγινε, όπως έγινε, ήταν ένας θρίαμβος. Ένας αλησμόνητος θρίαμβος.
Σε κάθε περίπτωση, ήταν σίγουρο πως, ό,τι και να κάναμε, αυτό το λίγο ή το πολύ, θα νικούσαν οι άλλοι. Και ότι θα ξεσπούσαν σε παραδοσιακούς κύκλιους χορούς στο Σύνταγμα και αλλού. Όπερ και εγένετο.
Grexit. Όχι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ρήξη. Μονομερής διαγραφή του χρέους, σκίσιμο των Μνημονίων, επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, έρωτες κάτω από το αιγαιοπελαγίτικο ηλιοβασίλεμα με μια κιθάρα να παίζει μέσα στο σκοτάδι.
Ή όχι;…
Ναι: ή μήπως όχι;
Γιατί, κοίτα να δεις, αυτά που λέγαμε τότε οι γερμανοτσολιάδες και οι μενουμευρώπηδες εντέλει ΚΕΡΔΙΣΑΝ. Χάσαμε μεν εμείς όλες τις μάχες, και τις χάσαμε κατά κράτος, 100-0 (ή έστω 61-39), αλλά νά που κερδίσαμε τον πόλεμο, ή μάλλον νά που οι ιδέες μας, ο πυρήνας της σκέψης μας, κέρδισαν τον πόλεμο, πολύ καιρό αφότου υπεγράφη μια ταπεινωτική, για εμάς τούς ηττημένους, συνθήκη ειρήνης.
Σήμερα, οι τότε βασικοί μας αντίπαλοι:
1. Έχουν υπηρετήσει όλους τούς πιθανούς και απίθανους αφεντάδες υποτίθεται πως πολεμούσαν εκείνο τον καιρό (κυριολεκτικά όλους: Ευρωπαίους, Βορειομερικάνους, Ασιάτες, Λατινοαμερικάνους — τους πάντες, όποιον περνούσε από μπροστά τους, όπως σε εκείνο το έργο με τον Βουτσά που είναι μασκαρεμένος Άραβας και του κάνουνε όλοι τεμενάδες για να τους δώσει ρολόι).
2. Κατεβαίνουν με τη σημαία του επάρατου «μνημονιασμού» και χωρίς το παραμικρό ψήγμα αμφισβήτησής του (όποιος εντός των τάξεών τους τόλμησε να τον αμφισβητήσει πήρε την άγουσα για τα αποδυτήρια).
3. Είναι πιο δεξιοί κι από μένα (κάνουν μάλιστα και εισαγωγή από ούλτρα δεξιά και ακροδεξιά λούτρινα αρκουδάκια για να τα βάλουν πάνω στο σύνθετο), και
4. Είναι παραπάνω από σαφές ότι, αν δεν φορούν μπλε κονκάρδες με τα δώδεκα κίτρινα αστέρια στο πέτο, χίλια τα εκατό φορούν εσώρουχα με φιλοευρωπαϊκό πατρόν.
Τα έχουμε πει πολλές φορές αυτά, και τα ξέρουμε. Δεν πρωτοτυπώ. Αλλά, πραγματικά, η σημερινή στιγμή δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία μας. Στο πρόσωπο των ηγετών, των στελεχών, των μελών, των χειροκροτητών και των κολαούζων τού ΣΥΡΙΖΑ και των αδελφών τους ΑΝΕΞΕΛ είδαμε να συμπυκνώνεται και να ενσαρκώνεται κάθε πτυχή των θεωριών μας για τον λαϊκισμό, και κάθε υπογεγραμμένη των παλαιών εγχειριδίων για τον οπορτουνισμό: αυτό το απεχθές «έρποντας, γλείφοντας και διά των κεράτων τους». Τα είδαμε να γίνονται. Ήμασταν μάρτυρες. Το έγραψε η κάμερα.
Το μόνο που τους έμεινε από την αριστεροσύνη τους είναι η έφεση για τα κότερα και τη μεγάλη ζωή. Και τα πούρα — που δεν ξέρουν να τα καπνίζουν και κατεβάζουν τον καπνό, αλλά τι να το κάνεις…
Για να κλείσουμε το σημερινό μας σημείωμα. Προσωπικά, ποσώς με ενδιαφέρει εάν η ορθολογική συναίνεση κατίσχυσε στην πράξη έναντι της παλαβής Αριστεράς. Όχι όταν έχουν χτυπηθεί τόσο λυσσαλέα η οικονομία της χώρας και όχι όταν έχει σκιστεί στα δυο η κουρελού που έκρυβε τα χάλια μας και τον με τα δόντια συγκρατημένο διχασμό μας.
Αλλά. Αλλά είναι, όσο να πεις, μια παρηγοριά.
Μένει μόνο να δούμε πόσοι θα ξαναψηφίσουν τούς ιμιτασιόν φιλοευρωπαϊστές, φτύνοντας ταυτόχρονα τα μούτρα τους στον καθρέφτη. Γιατί αλλιώς δεν μπορείς να το κάνεις. Αλλιώς καλύτερα να σου κοπεί το χέρι.