Η πρόταση του καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης να θεσμοθετηθεί χωρίς καμία προϋπόθεση, ένα μηνιαίο επίδομα ύψους 300-350 ευρώ μηνιαίως, για όσους είναι μεταξύ 20-30 ετών από το κράτος, δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει. Ειδικά όταν η πρόταση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο πόρος αυτός, αγοράζει αξιοπρέπεια, χρόνο και επιλογές.
Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση ξετυλίγει το Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» με προοπτικές για τη δημιουργία 200.000 νέων άμεσων θέσεων απασχόλησης και το έμμεσο άνοιγμα χιλιάδων εξειδικευμένων και καλοπληρωμένων θέσεων εργασίας κυρίως στον χώρο του ψηφιακού κόσμου, το δύσμορφο πρόσωπο του κρατισμού και του προστατευτισμού, κάνει και πάλι την εμφάνιση του.
Αγοράζουν άραγε τα επιδόματα των 300 ευρώ αξιοπρέπεια, χρόνο και επιλογές ή απλά μεταγγίζουν στους νέους τη νοοτροπία του απόμαχου της ζωής; Επιθυμούν οι νέοι να εισπράττουν χαρτζιλίκια και να εξαρτώνται από τα επιδόματα του κράτους, αντί να είναι αυτάρκεις, να στηρίζονται στα πόδια τους και να μη δίνουν λόγο σε κανένα; Είναι λογικό το κράτος να επιλέγει να υποδύεται το ρόλο του «πατερούλη», αντικαθιστώντας το ρόλο του παππού ή της γιαγιάς;
Φυσικά και όχι! Η επιδοματική λογική συμβαδίζει με τη διαδικασία ευνουχισμού των νέων και της σίγασης της δημιουργικότητας τους και των προσδοκιών τους. Έτσι ώστε να προσδεθούν στο άρμα της εξάρτησης από τον κρατισμό. Ο κρατισμός δε θέλει νέους πολίτες ανεξάρτητους και δημιουργικούς, που «να στύβουν την πέτρα». Θέλει νέους πολίτες που να είναι πελάτες. Που να βασίζουν την ατομική τους πορεία στις αποφάσεις του κράτους. Δηλαδή, να είναι αιωνίως όμηροι του κρατικού λεφτόδεντρου.
Η αλήθεια είναι, ότι ο κρατισμός δεν είναι μόνο οικονομικά αναποτελεσματικός και ανήθικος. Ο κρατισμός καταστρέφει την προσωπικότητα των νέων και καταργεί την ατομικότητα, βυθίζοντας τους νέους στον εφησυχασμό, στην αναζήτηση εύκολων λύσεων και στη «συλλογική» διεκδίκηση αιτημάτων από το λεφτόδεντρο.
Είναι γεγονός, ότι δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν, ότι η πανδημία, έφερε τον κρατισμό και πάλι στο προσκήνιο. Οι ίδιοι υποστηρίζουν, ότι αυτή τη φορά ο κρατισμός ήρθε για να μείνει και να λειτουργήσει σαν ισχυρότατο αντίβαρο στην οικονομική ελευθερία.
Άλλωστε από την αρχή της υγειονομικής κρίσης, όλα τα συνθήματα, τα αιτήματα και οι διεκδικήσεις των κρατιστών είχαν λίγο – πολύ στο ίδιο μοτίβο. Επιτάξεις χωρίς αποζημιώσεις, διορισμοί στο ΕΣΥ, εμπροσθοβαρή πακέτα, διορισμοί στην εκπαίδευση, προσλήψεις προσωπικού καθαρισμού, αποζημιώσεις, επιδόματα, δωρεάν παροχές, αύξηση των κρατικών δαπανών, σεισάχθεια, διαγραφή χρεών, διαγραφή τόκων, διαγραφή προστίμων και πάει λέγοντας.
Η φιλοσοφία της κρατικής φροντίδας, στα καλύτερα της. Και όπου ο πολίτης αισθάνεται ότι δεν τον φροντίζει αρκετά το κράτος πατερούλης, βροντοφωνάζει σαν κακομαθημένο παιδάκι, το γνωστό «πού ‘ναι το κράτος». Ο χρόνια εθισμένος στην κρατική φροντίδα, είναι αδύνατον να δει τα πράγματα διαφορετικά, ειδικά κάτω από καθεστώς πίεσης. Όταν έχει συνηθίσει να αποκτά πράγματα, όχι μέσα από τη σκληρή δουλειά και την ατομική προσπάθεια, αλλά μέσα από την κρατική ικανοποίηση των «δίκαιων αιτημάτων», την επετηρίδα, την ωρίμανση και όλα όσα θυμίζουν «ουρά αναμονής» και όχι ανάληψη πρωτοβουλίας, είναι προφανώς ότι η αντιμετώπιση της κρίσης έρχεται γάντι, στην θρησκεία της λατρείας του κράτους.
Το γεγονός ότι οι έρευνες, τα φάρμακα, τα εμβόλια, οι θεραπευτικές αγωγές, ο μηχανολογικός εξοπλισμός των νοσοκομείων, τα τεστ και ότι άλλο χρειάστηκε στη μάχη κατά του covid-19, αποτελούν επιτυχίες της οικονομικής ελευθερίας και της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας, διαφεύγει από την προσοχή των κρατιστών. Το γεγονός ότι η ζωή συνεχίστηκε απρόσκοπτα, στηριγμένη πάνω στα ψηφιακά επιτεύγματα των ιδιωτικών τεχνολογικών εταιρειών δεν πέρασε καν, από τη σκέψη των κρατιστών.
Η κυβέρνηση πρέπει να καταφέρει να επικοινωνήσει με κάθε τρόπο το Σχέδιο Ελλάδα 2.0, το οποίο αφορά κατά βάσιν το παραγωγικό κομμάτι της κοινωνίας, των millennials, δηλαδή τις ηλικίες μέχρι τα 35. Αυτή είναι η γενιά που θα κάνει κτήμα της το Σχέδιο, που θα δουλέψει για την επίτευξη του και που θα απολαύσει τους καρπούς του. Θα απολαύσει να ζει σε μια διαφορετική Ελλάδα, από αυτή που έχει συνηθίσει τα τελευταία 12 χρόνια.
Είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι εθισμένοι στην εξάρτηση από το κράτος, θα ζητούν επιδόματα. Ούτε καν κουπόνια διαδικτυακών μαθημάτων με τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου. Όμως η πλειονότητα των νέων ζητά δουλειές, ζητά να προοδεύσει και να επιτύχει. Η κυβέρνηση, οφείλει να πείσει αυτή τη γενιά, για την προοπτική που ανοίγεται μπροστά της. Αυτή η γενιά πρέπει να παράγει ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες για να μην αφανιστεί. Διότι δεν είναι μόνη της στον κόσμο. Διότι αυτό πράττουν οι γενιές των millennials σε όλον τον κόσμο.