Η σκιά από τα κόκκινα δάνεια των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, μαζί με την σκιά από την μη εκταμίευση νέων δανείων στην πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων που τα χρειάζονται, βαραίνουν σε σημαντικό βαθμό την επόμενη ημέρα της πραγματικής οικονομίας. Μπορεί να εκκαθαρίζονται οι τραπεζικοί ισολογισμοί και να είναι περισσότερο ασφαλείς, όμως τελικές λύσεις δεν έχουν δοθεί.
Προ ημερών η στήλη έλαβε επιστολή, από έναν μικρό επιχειρηματία της επαρχίας, που είχε υπαχθεί στο νόμο Κατσέλη. Το δικαστήριο είχε προχωρήσει σε κούρεμα και του είχε προσδιορίσει τον χρόνο αποπληρωμής και τη νέα μηνιαία δόση που έπρεπε να καταβάλει. Από την τράπεζα του, είχε λάβει την ενημέρωση, ότι το δάνειο του είχε πωληθεί σε ένα νομικό πρόσωπο με έδρα την Ιρλανδία και από τότε τερματίστηκε η γραπτή επικοινωνία σχετικά με την πορεία του δανείου του. Έκτοτε, κατά τακτά χρονικά διαστήματα δέχεται οχλήσεις από νομικά γραφεία που τον ενημερώνουν ότι η τοκοχρεωλυτική του δόση δεν είναι πλέον 400 ευρώ, αλλά επιβαρύνεται κατά επιπλέον 180 ευρώ το μήνα. Ο επιχειρηματίας ζητά να του αποσταλεί έγγραφη ενημέρωση τόσο γι’ αυτήν την απόφαση του servicer, όσο και για το σύνολο των δόσεων που έχουν αποπληρωθεί, αλλά και των υπολοίπων δόσεων που μένουν να αποπληρωθούν. Απάντηση δεν λαμβάνει. Με αποτέλεσμα, ο επιχειρηματίας να βρίσκεται στο σκοτάδι. Και αυτή δεν είναι μια σπάνια περίπτωση δανειολήπτη.
Οι ειδήσεις που αφορούν την αποκλιμάκωση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων που βρίσκονται στους τραπεζικούς ισολογισμούς, είναι συνεχείς. Τα νέα από το μέτωπο της Εθνικής Τράπεζες σχετικά με την τιτλοποίηση Frontier ύψους 6,1 δισ. και της Τράπεζας Πειραιώς σχετικά την τιτλοποίηση Sunrise I ύψους 7,12 δισ. που πωλείται στην Intrum και στην Serengeti είναι ιδιαίτερα θετικά. Μπορεί τα NPEs των τραπεζών να μειώνονται σταθερά, βοηθώντας την τελική εικόνα των τραπεζών και τους δείκτες τους, όμως τα κόκκινα δάνεια που αποτελούν βάρος για την κοινωνία και την οικονομία βρίσκονται ακόμα παρόντα.
Σήμερα εκτός από τα κόκκινα δάνεια που βρίσκονται στα χέρια των τραπεζών υπάρχουν άλλα 30 δισ. ευρώ που βρίσκονται στα χέρια διεθνών θεσμικών επενδυτών, 14 δισ. στα χέρια της PQH και περίπου άλλα 20 δισ. με 30 δισ. ευρώ που μέσα στο 2021, θα φύγουν από τις τράπεζες και θα περάσουν στους servicers.
Δηλαδή, κόκκινα δάνεια που βρίσκονται εκτός τραπεζικών ισολογισμών αλλά εντός της πραγματικής οικονομίας. Κόκκινα δάνεια, που ναι μεν, δεν επιβαρύνουν το τραπεζικό σύστημα, αλλά αποτελούν τροχοπέδη για μια σειρά από επιχειρήσεις που δεν βρίσκουν άκρη. Και δεν βρίσκουν άκρη διότι είτε είναι υπερχρεωμένες, είτε υπολειτουργούν, είτε έχουν τα περιουσιακά τους στοιχεία υποθηκευμένα.
Είναι φανερό ότι τόσο οι τράπεζες, όσο και οι servicers θα πρέπει παράλληλα με το κύμα πλειστηριασμών που θα έρθει, να παράσχουν στους «κόκκινους» επιχειρηματίες και στα «κόκκινα» νοικοκυριά, βιώσιμες λύσεις και μια δεύτερη ευκαιρία οριστικής εξυγίανσης από τα δανειακά βάρη. Διαφορετικά, οι δανειολήπτες αυτοί θα μείνουν στην άκρη και η ανάκαμψη δεν θα τους αφορά.
Παρόμοιο πρόβλημα παρατηρείται και στον χώρο της δανειοδότησης των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αδυνατούν να έχουν πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα. Οι επιχειρήσεις που κατάφεραν να χρηματοδοτηθούν μέσα στη κρίση, ήταν συνολικά περί τις 65.000. Κάποιες από αυτές τα κατάφεραν από μόνες τους, ενώ κάποιες άλλες ευνοήθηκαν από τη κρατική εγγυοδοσία. Αν δεν βρεθεί λύση για τις υπόλοιπες πάνω από 720.000 επιχειρήσεις, η πολυπόθητη ανάπτυξη που αρχίζει να λαμβάνει σάρκα και οστά, δεν θα τις αφορά.
Όσα δισ. ευρώ και να εισρεύσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης, όσο ίδια κεφάλαια και να ενεργοποιηθούν και όση δανειακή μόχλευση και να επιτευχθεί, το πρόβλημα με τους «παρίες» του τραπεζικού συστήματος θα παραμείνει ως έχει, αν δεν ληφθούν πρωτοβουλίες, όχι μόνο σε τραπεζικό αλλά και σε πολιτικό επίπεδο. Η επιβίωση δεκάδων χιλιάδων μικροεπιχειρήσεων και νοικοκυριών, αποτελεί ένα άγνωστο τετράγωνο στην σκακιέρα των οικονομικών εξελίξεων, καθώς δεν μπορεί να απαντηθεί με καθαρά οικονομικά και μαθηματικά κριτήρια.