Με τις εργασίες της άτυπης πενταμερούς συνόδου για το Κυπριακό να συνεχίζονται την ώρα που σύρονται αυτές οι γραμμές, οποιαδήποτε εικασία για την κατάληξή τους θα ήταν περιττή.
Το βασικό ερώτημα είναι, βέβαια, εάν τελικώς συμφωνηθεί ότι υπάρχει έδαφος για περαιτέρω συνομιλίες, οπότε και θα υπάρξει κοινό ανακοινωθέν στο τέλος μιας πολύ μακράς νύχτας διεργασιών. Ή αν, αντιθέτως, ο ΓΓ του ΟΗΕ καταλήξει στο συμπέρασμα ότι έχει εξαντλήσει χωρίς αποτέλεσμα όλα τα περιθώρια συγκερασμού των απόψεων των εμπλεκομένων μερών και το μόνο πλέον που θα του απομένει είναι να κάνει τη σχετική δήλωση και να συντάξει την έκθεση του προς το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ καταθέτοντας ταυτόχρονα την εντολή του.
Ξεκαθάρισε πάντως ότι δεν δέχεται να θέσει υπό συζήτηση την πρόταση Τουρκίας / τουρκοκυπριακής ηγεσίας περί δημιουργίας δυο νέων κυπριακών κρατών με κυριαρχική ισότητα, διότι είναι εκτός του πλαισίου των αποφάσεων του ΟΗΕ. Όπως επίσης επεσήμανε ότι δεν είναι δυνατόν να αγνοηθεί ο όγκος της δουλειάς που έχει γίνει όλα τα προηγούμενα χρόνια και να αρχίσουν νέες διαβουλεύσεις από μηδενική βάση.
Από τη δική του πλευρά ο πρόεδρος Αναστασιάδης δήλωσε ότι δεν τον ενδιαφέρει το blame game αλλά μια λύση που να διασκεδάζει τις ανησυχίες όλων. Άφησε δε να εννοηθεί ότι δεν θα φέρει αντίρρηση για εκ περιτροπής προεδρία και πολιτική ισότητα μεταξύ των δυο κοινοτήτων, μιλώντας ακόμα και για αποκεντρωμένη ομοσπονδία με διακοσμητικό κατ' ουσία το ρόλο της κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ κατέθεσε και εγγράφως τις θέσεις που παρουσίασε στην ολομέλεια της συνδιάσκεψης μιλώντας για συνιδιοκτησία των δυο κοινοτήτων επί της Κυπριακής Δημοκρατίας με κάθε κοινότητα να έχει ξεχωριστά και ίσα κυριαρχικά δικαιώματα. Πρόσθεσε δε ότι μόνον εφόσον συμφωνηθεί κάτι τέτοιο μπορούν να προχωρήσουν οι συζητήσεις περί ασφάλειας (διάβαζε εγγυήσεων), εδαφικού, σχέσεων με Ευρωπαϊκή Ένωση κλπ.
Μέχρι εδώ καμία έκπληξη. Το μόνον ενδιαφέρον υπό τις περιστάσεις ήταν η προσπάθεια που κατέβαλε ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας προκειμένου να διασώσει τη διαδικασία προτείνοντας να συνεχιστούν οι διαβουλεύσεις με συναντήσεις των δυο Κύπριων ηγετών με τον ΓΓ του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, όπου και η έδρα του Οργανισμού, μέσα στον επόμενο μήνα και πριν από τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Είναι προφανές, και το είχαμε σημειώσει αυτό χθες, ότι ο κ. Αναστασιάδης επιδιώκει να πάρει ό,τι μπορεί επιφυλασσόμενος για τη στάση που θα τηρήσει η Κύπρος στη συζήτηση για την αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης της Τουρκίας με την ΕΕ.
Το ζήτημα, όμως είναι ποια μπορεί να είναι η πρόοδος που αναμένει να σημειωθεί μέσα στη νύχτα ώστε να έχει νόημα η μια ακόμα συνάντηση με τον Ερσίν Τατάρ και τον ΓΓ του ΟΗΕ.
Μπορεί να θεωρηθεί λ.χ. πρόοδος μια νέα διαδικασία στην οποία η τ/κ πλευρά θα έχει μετακινηθεί από τα δύο κράτη μόνο στη θέση της περί κυριαρχικής ισότητας;
Είναι έτοιμη η ε/κ πλευρά για να αποφύγει τις συνέπειες ενός ναυαγίου να συζητήσει κάτι τέτοιο ή και ενδεχομένως, με ανταλλάγματα στις εγγυήσεις, να ανοιχτεί στο ζήτημα της θετικής ψήφου των Τ/Κ σε μια μελλοντική διακυβέρνηση;
Και γιατί να το κάνει όταν το πρώτο ανοίγει την πόρτα της μελλοντικής απόσχισης των Τ/Κ και το δεύτερο είναι ταμπού για την ε/κ πλευρά, αν και συνιστά προϋπόθεση για την αναγνώριση της πολιτικής ισότητας, όπως την αντιλαμβάνεται η τουρκοκυπριακή ηγεσία;
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές που μίλησαν στον "Πολίτη" της Λευκωσίας αυτή η πορεία πλεύσης είναι ίσως η μοναδική δυνατή πια και αυτή ενδεχομένως να είναι η ελάχιστη συναντίληψη που είχε καταγραφεί και έκανε τον Γκουτιέρες να συγκαλέσει την άτυπη σύνοδο της Γενεύης.
Είναι μια πορεία, προσθέτει η ίδια πηγή, "με πολλούς κινδύνους και μάλλον όχι εντός αυτού που αντιλαμβανόμαστε ως συμφωνημένο πλαίσιο στο Κυπριακό. Μόνο που το πλαίσιο αυτό δεν υπάρχει πια δεδομένης της απόστασης που χωρίζει τα δύο μέρη, παρά μόνο σε ψηφίσματα και διακηρύξεις".
Όσο για τη συζήτηση στη βάση μιας πορείας η οποία παράγει δικαιώματα για μελλοντική απόσχιση των Τ/Κ, η διπλωματική απάντηση είναι ένα δίλημμα: τι είναι προτιμότερο, ο κίνδυνος ενός μεταγενέστερου βελούδινου διαζυγίου ή το άμεσο ναυάγιο με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τις επόμενες κινήσεις της Τουρκίας;
Οι διαφωνούντες με αυτό το σενάριο απαντούν ότι με αυτό η ε/κ πλευρά μπαίνει σε αχαρτογράφητα ύδατα χωρίς να έχει μελετήσει τους κινδύνους και χωρίς καν να αποδέχεται δημόσια ότι το κάνει.
Αυτήν την άποψη συμμερίζονται και μερικοί από τους νομικούς που συνοδεύουν την ε/κ αποστολή. Ο ίδιος ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, λέει πως «εάν η ε/κ πλευρά προσήλθε στον διάλογο έτοιμη να συζητήσει άλλες ιδέες για μια «αποκεντρωμένη ομοσπονδία», η οποία επί της ουσίας προχωρά πολύ παρακάτω, θα διευκολύνει απλώς την Άγκυρα και θα της δώσει την ευκαιρία να τη σύρει στο πεδίο των δικών της επιδιώξεων».
Μήπως όμως δεν έχει άλλη επιλογή η ε/κ πλευρά δεδομένου ότι το ορόσημο του Κραν Μοντανά χάθηκε και η τ/κ πλευρά δηλώνει πως δεν συζητά καν ζήτημα διζωνικής πλέον;
Μήπως υπάρχουν όντως ανταλλάγματα από τουρκικής πλευράς στο θέμα των εγγυήσεων για να δεχθεί η ε/κ πλήρως την πολιτική ισότητα;
Τουρκοκυπριακή πηγή στη Γενεύη σχολιάζοντας το προχθεσινό άρθρο της «Κίμπρις Ποστασί» με βάση το οποίο σε περίπτωση που υπάρξει κάποιο βήμα από την Τουρκία στο θέμα της ασφάλειας και αλλάξουν κάποια στοιχεία που αφορούν τις εγγυήσεις, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είναι έτοιμος να αποδεχθεί την πολιτική ισότητα ή και το αντίστροφο, ότι δηλαδή ενδέχεται να υπάρξει αυτή η κίνηση και από τουρκικής πλευράς, ανέφερε πως πρόκειται για ένα σενάριο.
Χωρίς να απορρίπτει τη λογική ή και την ύπαρξη του σεναρίου η ίδια πηγή συμπλήρωσε πως «υπάρχουν πολλά σενάρια αλλά δεν είναι επίσημη αυτή η θέση». Συνέστησε δε υπομονή μέχρι να δούμε τι θα καταθέσουν οι δύο πλευρές στο τραπέζι.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι μέχρι την τελευταία στιγμή θα υπάρχει το ενδεχόμενοι μιας «ανατροπής», όπως πολύ συχνά έχει συμβεί στις συνομιλίες για το κυπριακό και όπως ξανασυνέβη και την τελευταία φορά στο Κραν Μοντανά το 2017.
Σε κάθε περίπτωση πάντως θα πρέπει να κρατηθεί ότι η συνδιάσκεψη της Γενεύης για το κυπριακό είναι η μοναδική που συγκάλεσε ο Γενικός Γραμματέας επί κοροναϊού και η πρώτη που πραγματοποιείται επί Μπάιντεν και μάλιστα υπό καθεστώς κατάψυξης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων.
Το σπουδαιότερο, όμως, ίσως να είναι ότι πρόκειται για τη δεύτερη διεθνούς ενδιαφέροντος συνάντηση που η Ευρωπαϊκή Ένωση υποχρεώνεται από την Τουρκία, με τη συνεργασία αυτή τη φορά της (εκδικητικής;) Μ. Βρετανίας, να καθίσει αδιαμαρτύρητα σε έναν… καναπέ. Χωρίς καν να έχει την ιδιότητα του παρατηρητή. Και παρά το γεγονός ότι το υπό διαπραγμάτευση θέμα την αφορά άμεσα και περισσότερο από οιονδήποτε άλλον.
Σκοπεύει, άραγε, κατόπιν όλων αυτών να συζητήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση στα σοβαρά τις σχέσεις της με την Τουρκία στη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου; Ή μήπως είναι προτιμότερο να συζητήσει σοβαρότερα τι όλα αυτά μπορεί να σημαίνουν για τη θέση της στον μεταπανδημικό κόσμο;