Ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Παναγιώτης Ιωακειμίδης μιλάει στο Liberal για την κρίση που προκαλεί η Τουρκία στην ΑΟΖ της Κύπρου και τους κινδύνους που εγκυμονεί η διαιώνιση της αντιπαράθεσης. Σχολιάζει την στάση της διεθνούς κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επισημαίνει την αναγκαιότητα επίλυσης του Κυπριακού, προκειμένου να επιλυθεί το ζήτημα διεκδικήσεων της Τουρκίας. Τέλος συνιστά εθνική ενότητα και υπεύθυνη οργάνωση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, ως προϋπόθεση ουσιαστικής αντιμετώπισης των εθνικών μας προκλήσεων.
Συνέντευξη στον Ανδρέα Ζαμπούκα
Κύριε Ιωακειμίδη, ανησυχείτε για την περίπτωση στρατικοποίησης της ΑΟΖ της Κύπρου;
Aναμφισβήτητα, η προσπάθεια της Τουρκίας να προχωρήσει σε έρευνες ή γεωτρήσεις στην ΑΟΖ της Κύπρου, αντιβαίνει με βάναυσο τρόπο, το διεθνές δίκαιο και παραβιάζει, για άλλη μία φορά, την διεθνή νομιμότητα. Πέρα όμως από την επίκληση του δικαίου, που η Κύπρος έχει με το μέρος της, η ρεαλιστική αποτίμηση της ισορροπιών στην περιοχή συνιστά επίλυση του Κυπριακού. Τον Ιούλιο του 2017 χάθηκε άλλη μία ευκαιρία να τελειώσουμε με ένα αγκάθι στα εθνικά μας ζητήματα – το μεγαλύτερο ίσως- που δεσμεύει την εξωτερική πολιτική Ελλάδας και Κύπρου για δεκαετίες. Από δω και πέρα, η κατάσταση είναι σαφώς ανησυχητική αλλά ο κος Αναστασιάδης οφείλει να βρει τρόπους επανεκκίνησης του ζητήματος, δεδομένου πως αυτή τη στιγμή η Τουρκία έχει απέναντί της και τις ΗΠΑ και την ΕΕ στο θέμα της παραβίασης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου. Αν δεν λυθεί το Κυπριακό, οι Τούρκοι θα δημιουργούν συνεχώς προβλήματα.
Τα προβλήματα δεν γίνεται να λυθούν με όρους ισχύος, δεν την έχουμε. Ακόμα όμως κι εάν την είχαμε, δεν θα ήταν η ενδεδειγμένη λύση, θα επιδείνωνε το πρόβλημα. Αυτό που ουσιαστικά πρέπει να γίνει, είναι να αξιοποιήσουμε με ευρηματικό και δημιουργικό τρόπο το πλαίσιο μέσα στο οποίο έχει η Ελλάδα ισχυρότερη παρουσία, αυτό δηλαδή της ΕΕ. Να διερευνήσουμε όλες τις δυνατότητες, να επανασυνδέσουμε την Τουρκία με το ευρωπαϊκό πλαίσιο, όχι να την απομονώσουμε. Η απομόνωση είναι ζημιογόνος. Η επανασύνδεση πρέπει να γίνει με τέτοιο τρόπο, ώστε να πειθαρχήσουμε την Άγκυρα σε συμπεριφορές με βάση την καλή γειτονία και το διεθνές δίκαιο. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως έχουμε να κάνουμε με μία διαιρεμένη χώρα. Το 50% στηρίζει τον αυταρχικό Ερντογάν και περίπου άλλο ένα περίπου 50% θέλει την Ευρώπη. Προς τα εκεί να εργαστούμε.
Πιστεύετε ότι η αυστηρή στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που μπορεί να περιλαμβάνει και κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας, θα επιφέρει ένα θετικό αποτέλεσμα για τα κυπριακά συμφέροντα;
H EE κατανοεί το πρόβλημα και αντιδρά θεσμικά, όπως προβλέπει το διεθνές δίκαιο. Και είναι πιθανόν το Ευρωπαικό Συμβούλιο να λάβει συγκεκριμένα μέτρα τις επόμενες μέρες. Προσέξτε όμως κάτι. Στο ακραίο σενάριο της σύρραξης ούτε η Ένωση ούτε οι ΗΠΑ θα εμπλακούν με τον τρόπο που μπορεί να φαντάζεται κάποιος «τιμωρός» της άδικης Τουρκίας. Πρώτον γιατί η ΕΕ δεν διαθέτει δικό της στρατό και δεύτερον επειδή οι ΗΠΑ δεν διακινδυνεύουν ακόμα μία διμερής σύγκρουση με την Τουρκία. Το πιθανότερο είναι να δημιουργηθούν τετελεσμένα εις βάρος των εθνικών μας συμφερόντων. Ακόμα και οι Γάλλοι οι οποίοι αυτή τη στιγμή δείχνουν ότι βρίσκονται πολύ κοντά στην στήριξη των κυπριακών συμφερόντων, δεν είναι σίγουρο ότι θα εμπλακούν .
Πως αξιολογείτε την στάση της ελληνικής πλευράς απέναντι στην κρίση; Είστε ικανοποιημένος από την πολιτική της κυβέρνησης ως προς την αποφασιστικότητά της;
Η Αθήνα δεν πρέπει να παγιδευτεί στη λογική της Τουρκίας. Δεν πρέπει να συμβάλλει στην ένταση, ενώ θα πρέπει να είναι σε εγρήγορση και με αποφασιστικότητα, νηφαλιότητα και ψυχραιμία να διαχειριστεί την κρίση. Να θέτει συνεχώς το ζήτημα στους συμμάχους και να απαιτεί εφαρμογή του διεθνούς δικαίου. Ένας κακός χειρισμός από όποια πλευρά θα μπορούσε να οδηγήσει, έστω μέσω ατυχήματος, στην κλιμάκωση. Χρειάζεται να αποφευχθούν θεατρικές κινήσεις και εμπρηστικές ρητορείες.
Έγιναν όμως λάθη στο παρελθόν. Μέσα από αυτά αλλά και από την τωρινή κρίση η Ελλάδα χρειάζεται να αντλήσει διδάγματα. Ένα σημαντικό λάθος του παρελθόντος ήταν όταν δεν επιλύσαμε συγκεκριμένα προβλήματα διότι δεν είχαμε αντιληφθεί πως ο χρόνος δεν λειτουργεί υπέρ μας. Η Τουρκία έχει ισχυρότερη θέση και προσθέτει θέματα, τα οποία κατά κανόνα είναι εις βάρος μας. Κλιμακώνει την ένταση με τέτοιο τρόπο, βλαπτικό για την Ελλάδα. Για παράδειγμα, όλο το πακέτο των θεμάτων του Αιγαίου θα μπορούσε να είχε επιλυθεί μετά το Ελσίνκι. Φτάσαμε κοντά το 2004 και από τότε ουσιαστικά εγκαταλείψαμε τον πολιτικό χάρτη του Ελσίνκι.
Το θεμελιακό ερώτημα τελικά για την προστασία των ελληνικών συμφερόντων και την επίλυση των προβλημάτων είναι εάν οι στόχοι αυτοί εξυπηρετούνται από μια «στριμωγμένη» με οποιονδήποτε τρόπο Τουρκία ή όχι.
Η ψύχραιμη απάντηση είναι ότι μια Τουρκία «στριμωγμένη» καθίσταται περισσότερο απρόβλεπτη και επιθετική. Ενώ μια Τουρκία πιο «άνετη» και ενσωματωμένη στο Δυτικό στρατόπεδο και τους αντίστοιχους θεσμικούς μηχανισμούς και διαδικασίες (ΝΑΤΟ, ΕΕ) είναι περισσότερο προβλέψιμη αλλά και πειθαρχημένη, ελεγχόμενη από τους εν λόγω μηχανισμούς.
Επομένως ας μη δείχνουμε μια κάπως αφελής αγαλλίαση για την ένταση στις σχέσεις με τις ΗΠΑ ή γενικότερα τη Δύση, ΝΑΤΟ, κλπ. Με όλα αυτά η Τουρκία καθίσταται αυτό που θα έλεγαν και στην Ουάσιγκτον «loose cannon» – τελείως απρόβλεπτη και ανεξέλεγκτη. Κι αυτό δεν μας εξυπηρετεί…