Της Αναστασίας Τσιβγούλη*
Σε κοινωνίες της γνώσης με πανεπιστήμια κι ερευνητικά κέντρα υψηλού επιπέδου, ανοιχτά στη διεθνή κοινότητα, χωρίς θεσμικές αγκυλώσεις, στηρίζεται σύμφωνα με τους πιο έγκυρους οικονομικούς αναλυτές το παρόν και το μέλλον της ανάπτυξης των προηγμένων χωρών. Σε μια πρόσφατη σημαντική μελέτη τους, οι διεθνούς φήμης οικονομολόγοι Αnna Valero και John Van Reenen κατέδειξαν ότι η αύξηση του αριθμού των πανεπιστημίων σχετίζεται θετικά με τη μελλοντική οικονομική ανάπτυξη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Η Κύπρος, που κατάφερε μέσα στα τελευταία περίπου δέκα χρόνια να δημιουργήσει ένα περιβάλλον υγιούς ανταγωνισμού και υψηλών επιδόσεων στα πανεπιστήμιά της -τρία δημόσια και πέντε ιδιωτικά- χωρίς ιδεοληψίες, με κοινή μάλιστα αξιολόγησή τους την τελευταία τριετία από έναν φορέα, είναι η περίτρανη απόδειξη αυτών των θεωριών.
Ο τομέας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Κυπριακή Δημοκρατία συνέβαλε περίπου στο 4,8% του ΑΕΠ της χώρας, καθώς και στο 2,6% των συνολικών θέσεων εργασίας στην οικονομία. Ο συνολικός αριθμός των σπουδαστών αυξήθηκε από περίπου 25.000 το 2007-8 σε σχεδόν 45.000 το 2016-7. Από αυτούς, το 47% ήταν διεθνείς φοιτητές, με την πλειοψηφία (64%) από την Ελλάδα, περίπου το ένα τρίτο (35%) από διάφορες μη ευρωπαϊκές χώρες και 2% από διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η συμβολή της ανώτερης εκπαίδευσης στην οικονομία φθάνει μέχρι το 1 δισ. ευρώ σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε πρόσφατα από τον ελεγκτικό οίκο EY της Κύπρου.
Πως τα κατάφεραν
Πώς τα κατάφεραν οι Κύπριοι και μόνο το 2016 υπολογίζεται ότι η ανώτερη εκπαίδευση προσέφερε 739 εκατ.-979 εκατ. ευρώ στην τοπική οικονομία, ενώ απασχόλησε περίπου 9.500 εργαζόμενους στον τομέα αυτόν και σε άλλες υποστηρικτικές βιομηχανίες.
Η ετήσια συμβολή του τομέα μπορεί να παρουσιάσει περαιτέρω αύξηση κατά 50% και να δημιουργήσει 1.500 νέες θέσεις εργασίας.
Η αγορά των «σπουδών εξ αποστάσεως» παρουσιάζει μια σημαντική ευκαιρία για την Κύπρο, καθώς η πιθανή προσβάσιμη αγορά εκτιμάται ότι φτάνει περίπου σε 1 δισ. ευρώ - 4 δισ. ευρώ, για το οποίο η Κύπρος θα ανταγωνίζεται αγγλόφωνες χώρες όπως Αυστραλία, Σιγκαπούρη, Ιρλανδία κ.τ.λ.
Στην Κύπρο λειτουργούν τρία δημόσια πανεπιστήμια: το Πανεπιστήμιο Κύπρου, με έδρα τη Λευκωσία, το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου, με προσανατολισμό προς την εφαρμοσμένη έρευνα και έδρα τη Λεμεσό, και το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, που δραστηριοποιείται αποκλειστικά στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Επίσης, πέντε Ιδιωτικά Πανεπιστήμια είναι επίσημα εγγεγραμμένα στο Μητρώο Πανεπιστημίων του υπουργείου Παιδείας της Κύπρου: το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου στη Λευκωσία, το Πανεπιστήμιο Frederick που δραστηριοποιείται στη Λευκωσία και τη Λεμεσό, το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, το Πανεπιστήμιο Neapolis Πάφου και το University of Central Lancashire - Cyprus στη Λάρνακα.
«Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον να γνωρίζουμε ότι η μη ευρωπαϊκή κατηγορία σπουδαστών περιλαμβάνει άτομα από τις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Γερμανία, που έρχονται στην Κύπρο για προγράμματα όπως η Ιατρική, η Οδοντιατρική, η Νοσηλευτική και η Φαρμακευτική», αναφέρει ο δρ Νίκος Περίστιανης, ιδρυτής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας και εξηγεί ότι «τα εν λόγω προγράμματα, που προσφέρονται από τοπικά πανεπιστήμια, φαίνεται να είναι πολύ υψηλού ακαδημαϊκού επιπέδου.
Για παράδειγμα, το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας προσφέρει το μεταπτυχιακό πρόγραμμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου του St George του Λονδίνου, πέραν του δικού του, εξαετούς τακτικού προγράμματος συμμετοχής, τα οποία και λαμβάνουν συγχαρητήρια για την αριστεία. Το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο ξεκίνησε πρόσφατα ένα ποιοτικό πρόγραμμα στην Οδοντιατρική, το οποίο προσελκύει φοιτητές από τη Γερμανία και την Αυστρία».
Η ανάπτυξη
Ο κοσμήτορας Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, Αχιλλέας Αιμιλιανίδης, μιλώντας στον «Φ» εξήγησε αναλυτικά πως βρέθηκε η Κύπρος μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα από την ίδρυση του πρώτου δημόσιου Πανεπιστημίου της Κύπρου, τη δεκαετία του ''90, να έχει γίνει σήμερα πόλος έλξης πρωτοκλασάτων φοιτητών απ' όλο τον κόσμο. Οσο κι αν ακούγεται παράδοξο, η καλή της τύχη ήταν πως δεν προηγήθηκε των ιδιωτικών πανεπιστημίων η μακρά ιστορία των δημόσιων πανεπιστημίων της, όπως συνέβη στην Ελλάδα, αλλά κρατικά και ιδιωτικά ιδρύματα αναπτύχθηκαν σχεδόν παράλληλα.
«Το 2007 δόθηκε η άδεια στα τρία πρώτα ιδιωτικά πανεπιστήμια και περίπου την ίδια περίοδο ξεκίνησε η λειτουργία του Τεχνολογικού και του Ανοιχτού Πανεπιστημίου Κύπρου, που ήταν ακόμη δύο κρατικά πανεπιστήμια. Τα νέα πανεπιστήμια λοιπόν, για να έχουν λόγο ύπαρξης, είναι σαφές πως επιδιώκουν να μάθουν και να συνεργαστούν με αυτούς που διεθνώς είναι οι καλύτεροι, γι'' αυτό κι επιτεύχθηκαν συνεργασίες με κορυφαία ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, αλλά και με πανεπιστήμια του Σίδνεϊ, της Ρωσίας κ.ο.κ., τα οποία επέτρεψαν την περαιτέρω διεθνοποίηση και ανάπτυξη.
Παράλληλα με τα ελληνόγλωσσα προγράμματα, υπήρξε και ανάπτυξη σε αγγλόγλωσσα και διεθνή προγράμματα και, το πιο σημαντικό, υπήρξαν ανάπτυξη και επένδυση στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση, την οποία αγκάλιασαν τα κυπριακά πανεπιστήμια με διάφορους τρόπους, προσελκύοντας και φοιτητές εκτός Κύπρου και βεβαίως αναπτύσσοντας και προγράμματα σπουδών τα οποία στοχεύουν όχι μόνο σε φοιτητές εντός αλλά και εκτός Κύπρου.
Αυτό ήταν το ζητούμενο, πώς θα αναπτυχθούν προγράμματα σπουδών που θα μπορούν να ανταγωνιστούν αντίστοιχα προγράμματα του εξωτερικού. Ειδικά στην περίπτωση των ιδιωτικών πανεπιστημίων, καταλαβαίνετε ότι αν ένας φοιτητής σκοπεύει να πληρώσει δίδακτρα για να έρθει να σπουδάσει, πρέπει να έχει ένα πρόγραμμα το οποίο αξίζει τον κόπο να επενδύσει τα χρήματά του» εξηγεί ο κ. Αιμιλιανίδης.
Χαρακτηριστική περίπτωση της δυναμικής που αναπτύσσουν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια της Κύπρου είναι το μεταπτυχιακό του Πανεπιστημίου Λευκωσίας στα ψηφιακά νομίσματα, που ήταν το πρώτο παγκοσμίως σε αυτόν τον τομέα και γι' αυτό το λόγο προσέλκυσε αρκετές εκατοντάδες φοιτητών από χώρες οι οποίες είναι πρωτοπόρες στην οικονομική ανάπτυξη του δυτικού κόσμου, όπως η Αμερική, ο Καναδάς, η Αυστραλία κ.α.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια βοήθησαν στην ανάπτυξη, αν συγκρίνουμε πως ήταν το 2007 η κατάσταση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση Κύπρου με το πώς είναι σήμερα. Σημειώθηκε μια εντυπωσιακή εξέλιξη, η οποία δεν υπήρξε στα ελληνικά πανεπιστήμια στο ίδιο διάστημα» αναφέρει ο κ. Αιμιλιανίδης
Τι συνέβη στο ίδιο διάστημα με τα τρία κρατικά πανεπιστήμια στην Κύπρο; Σαφώς ευνοήθηκαν από την ύπαρξη ανταγωνισμού, έχουν αρκετές επιτυχίες και διακρίσεις στις διεθνείς κατατάξεις, το επίπεδό τους είναι ιδιαίτερα υψηλό και αναπτύσσονται παράλληλα με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Εκείνο που θεωρείται πολύ σημαντικό βήμα είναι ότι πριν από τρία χρόνια η επιτροπή αξιολόγησης των κρατικών πανεπιστημίων αντικαταστάθηκε από τον σημερινό φορέα για την ποιότητα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ο οποίος διέπει τόσο τα δημόσια πανεπιστήμια όσο και τα ιδιωτικά από τον φορέα διασφάλισης και πιστοποίησης ποιότητας της ανώτερης εκπαίδευσης.
Το θεσμικό πλαίσιο
«Τέθηκε ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο και είναι πλέον ενιαία τα κριτήρια ποιότητας για όλα τα πανεπιστήμια, δημόσια και ιδιωτικά. Αν έχεις έναν φορέα ο οποίος κάνει εξωτερικές αξιολογήσεις, και το τονίζω αυτό, διότι στην Ελλάδα υπήρξε άρνηση εξωτερικών αξιολογήσεων, ακόμη και η επανίδρυση π.χ. γίνεται από το υπουργείο Παιδείας, που δεν είναι ανεξάρτητος φορέας, είναι φορέας της κυβέρνησης, διασφαλίζεις τον έλεγχο μιας ποιότητας κι επομένως υποχρεώνεις και όλα τα πανεπιστήμια να αγωνιστούν για να διεκδικήσουν βελτίωση των προγραμμάτων τους» καταλήγει ο κ. Αιμιλιανίδης.
Την ίδια ώρα στην Ελλάδα η κατάσταση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση παραμένει «στον κόσμο της», μακριά από τις διεθνείς εξελίξεις, με τη «συμμαχία» της μη αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος να αντιστέκεται σθεναρά στην πραγματικότητα. Περίπου 10.000 νέοι φεύγουν από την Ελλάδα ετησίως για να σπουδάσουν σε κρατικά και ιδιωτικά πανεπιστήμια της Κύπρου, αναφέρει ο διευθυντής Ερευνών του Κέντρου Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων (ΚΕΔΙΣΑ) διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών, Πέτρος Βιολάκης, ο οποίος σε πρόσφατη σχετική έρευνά του για τη φυγή νέων από τη χώρα μας στο εξωτερικό για σπουδές αναφέρει μεταξύ άλλων: «Υπάρχουν συνθήκες που δίνουν ένα σημαντικό παράθυρο ευκαιρίας, που θα ωφελήσει τόσο την κρατική όσο και τη μη κρατική τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Μελέτη της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος εκτιμά ότι η χώρα μας έχει πολλές δυνατότητες στον τομέα της ιδιωτικής εκπαίδευσης μιας και μπορεί να προσελκύσει μεγάλο αριθμό ξένων φοιτητών (110.000) που θα συνέβαλε στην αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα ετησίως (!) (''''Ναυτεμπορική'''', 4/10/2017), ενώ τα χρήματα που δαπανήθηκαν στο εξωτερικό (fees, δίδακτρα, κόστος ζωής) θα έμεναν στην Ελλάδα».
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Παρασκευής 30 Νοεμβρίου