Του Κώστα Γιαζιτζόγλου*
Τόνοι μελανιού έχουν χυθεί για τα αγαθά του υγιούς ανταγωνισμού. Το γενικό συμπέρασμα είναι πάντα, ότι όσο περισσότεροι παίκτες υπάρχουν σε μια αγορά, τόσο μεγαλύτερα είναι τα οφέλη για τον καταναλωτή. Η παρακάτω ιστορία είναι σχεδόν αληθινή. Μόνο τα μεγέθη έχουν σμικρυνθεί, ώστε να είναι πιο προσεγγίσιμα στον μέσο αναγνώστη.
Στο χωριό μου (500 μόνιμοι κάτοικοι) είχαμε ένα και μοναδικό περίπτερο στην πλατεία. Ο κυρ Γιώργος ο περιπτεράς είχε πάντα λογικές τιμές και κέρδιζε ένα αξιοπρεπές, για τα μέτρα του χωριού, μηνιάτικο. Σίγουρα θα μπορούσε να πουλάει τις καραμέλες με 30% καπέλο, αλλά στο χωριό μας, αν θυμώσουμε με τον κυρ Γιώργο απλά δεν αγοράζουμε καθόλου καραμέλες.
Πέρυσι επέστρεψε από την Αμερική ένας άλλος χωριανός μας, ο Mr. Gus. Ο mr Gus είχε «σπουδάσει» στην Αμερική. Είχε ζήσει το Αμερικάνικο όνειρο. Με τα χρήματα που κέρδισε, εκπλήρωσε το όνειρο του να γυρίσει στον τόπο του. Από την πρώτη στιγμή μας εξήγησε με απλά λόγια πόσο καλό πράγμα είναι ο ανταγωνισμός, αφού και την ποιότητα βελτιώνει και τις τιμές μειώνει. Έτσι δεν δυσκολεύτηκε καθόλου να πάρει από τον δήμαρχο την άδεια να ανοίξει ένα δεύτερο περίπτερο στην πλατεία του χωριού.
Επειδή οι χωριανοί μου συμπεριφέρονται όπως η «τέλεια αγορά» των οικονομολόγων, τον πρώτο μήνα πήγαν ακριβώς οι μισοί στο παλιό περίπτερο και οι άλλοι μισοί στο νέο. Στο τέλος λοιπόν του μήνα, ο μεν κυρ Γιώργος είχε κάνει τον μισό τζίρο απ' ότι συνήθως και άρα δεν πήγε αρκετά λεφτά σπίτι του, ο δε Mr. Gus είχε μπει και μέσα διότι έπρεπε να πληρώσει και τα συνεργεία που του έχτισαν το περίπτερο. Αμέσως και οι δύο κατάλαβαν ότι έπρεπε να κερδίσουν όσο περισσότερη πελατεία μπορούσαν για να μεγαλώσει ο τζίρος. Ακολούθησαν λοιπόν την παραδοσιακή συνταγή. Μείωσαν τις τιμές. Μάλιστα, κάθε φορά που ο κυρ Γιώργος κατέβαζε τιμές ο Mr. Gus κατέβαζε το ίδιο ή και λίγο περισσότερο. Εμείς, συμπεριφερόμενοι σταθερά ως τέλεια αγορά, πηγαίναμε κάθε μέρα να ψωνίσουμε σε εκείνον που είχε τις χαμηλότερες τιμές. Μάλιστα, για μην ταλαιπωρούμαστε να πηγαίνουμε από το ένα περίπτερο στο άλλο, ρωτώντας πόσο έχει σήμερα η εφημερίδα μου ή το πακέτο τα τσιγάρα μου, το κάθε περίπτερο έβαλε σε περίοπτη θέση στην πλατεία έναν πίνακα, στον οποίο παρουσίαζε τις καθημερινές προσφορές του. Πλήρης διαφάνεια δηλαδή. Στο τέλος του δεύτερου μήνα, τα δύο περίπτερα είχαν κάνει τον μισό τζίρο απ' ότι τον πρώτο μήνα και είχαν μπει και τα δύο μέσα για τα καλά. Βέβαια, το χωρίο απήλαυσε τα πρωτοφανώς φτηνά τσιγάρα και τις εφημερίδες, αλλά πέρα από μερικούς πιτσιρικάδες που τάραξαν τις σοκολάτες, κανένας μας δεν κατανάλωσε περισσότερο επειδή τα τσιγάρα ή οι εφημερίδες ήσαν φθηνότερες. Ακόμα και μερικοί «πονηροί» που πήγαν την πρώτη μέρα των προσφορών και πήραν τα τσιγάρα του μήνα, απλά το μετάνιωσαν διότι στο τέλος του μήνα οι τιμές είχαν πέσει ακόμα πιο κάτω.
Στην τέλεια από πλευράς οικονομικής αντίληψης κοινωνία του χωριού μας, οι δύο περιπτεράδες κατάλαβαν αμέσως ότι αυτό δεν ήταν η λύση. Έτσι επανέφεραν τις τιμές τους στα αρχικά επίπεδα και σταμάτησαν τις οποιεσδήποτε προσφορές. Οι τέλειοι καταναλωτές συγχωριανοί μου ξαναμοιράστηκαν ακριβώς στη μέση και τα δύο περίπτερα απλά φυτοζωούσαν. Δύο μήνες αργότερα, πήγαν στον Δήμαρχο και του είπαν ότι θα κλείσουν και οι δύο, διότι δεν είχε νόημα να χάνουν χρήματα. Ο Δήμαρχος τους εξήγησε ότι αυτό θα ήταν καταστροφή για το χωριό, καθώς θα έπρεπε για τσιγάρα και εφημερίδες να πηγαίνουν 12 χιλιόμετρα μακριά. Έτσι ένα πακέτο τσιγάρα – μαζί με τη βενζίνη – θα στοίχιζε τα διπλά από ότι σήμερα. Αφού το σκέφθηκαν καλά και οι τρείς, συμφώνησαν να ανέβουν οι τιμές κατά 30%, ώστε τουλάχιστον να βγάζουν και τα δύο περίπτερα ένα αξιοπρεπές μεροκάματο. Μάλιστα, ο Δήμαρχος ανέλαβε να εξηγήσει στο χωριό ότι, παρ' όλη την αύξηση των τιμών, οι δύο «επιχειρηματίες» όχι μόνο δεν θα είχαν υπερκέρδη, αλλά θα έβγαζαν – ο καθένας - λιγότερα από ότι έβγαζε ό κυρ Γιώργος όταν ήταν μόνος του.
Σήμερα λοιπόν η πλατεία έχει δύο περίπτερα. Έτσι ο ανταγωνισμός λειτουργεί καλύτερα, σύμφωνα με τις θεωρίες. Ο κυρ Γιώργος βγάζει λίγο λιγότερα από όσα έβγαζε πριν, πουλώντας λιγότερα τσιγάρα και εφημερίδες σε ακριβότερες τιμές. Όμως συμφώνησε με τον mr. Gus να μην ανοίγουν και οι δύο τις Κυριακές και έτσι απολαμβάνει το ψάρεμα στο ποτάμι που τόσο του άρεσε. Ο Mr. Gus βγάζει και αυτός ένα αξιοπρεπές μεροκάματο. Βέβαια ακόμα δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί ο ανταγωνισμός, που σύμφωνα με τα βιβλία είναι επωφελής για όλους, του «αφήνει» ένα μάλλον μίζερο μεροκάματο, που καμία σχέση δεν έχει με τις καλές μέρες του κυρ Γιώργου. Εμείς απλά πληρώνουμε 30% ακριβότερα ότι αγοράζουμε, δηλαδή εν τέλει πληρώνουμε από την τσέπη μας το αξιοπρεπές μεροκάματο του Mr. Gus. Ειμαστε όμως πολύ ευχαριστημένοι, διότι μπορούμε να αγοράσουμε το ίδιο πακέτο τσιγάρα, στην ίδια ακριβώς τιμή, από δύο διαφορετικά περίπτερα. Έχουμε δηλαδή επιλογές !
Αυτά τα ολίγα για τα αγαθά του ανταγωνισμού.
Οποιος κατάλαβε δεν χρειάζεται να του το εξηγήσω. Όποιος δεν κατάλαβε επίσης δεν χρειάζεται να του το εξηγήσω.
*Ο Κώστας Γιαζιτζόγλου είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ΓΕΩΕΛΛΑΣ ΑΕ.
[email protected]
Φωτογραφία: Shutterstock