Ένα από τα προπαγανδιστικά σουξέ της σοβιετικής προπαγάνδας στον Μεσοπόλεμο, αλλά και μεταπολεμικά, ήταν το «κίνημα των Σταχανοβιτών» δηλαδή των εργατών που εκπλήρωναν κατά πολύ την ημερήσια νόρμα έργου που έπρεπε να παράγουν, δωρεάν, για το καλό της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Εκτός όμως από τους εργάτες, τους χωρικούς και τους υπαλλήλους που «ρίχτηκαν με τα μούτρα στην εκπλήρωση των στόχων του πενταετούς πλάνου ανάπτυξης» υπήρξαν και άλλοι που διακρίθηκαν για τον ζήλο τους στην εκπλήρωση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων και αρμοδιοτήτων.
Ένας από αυτούς ήταν και ο Πιότρ Ιβάνοβιτς Μαγγό (1879-1941), ο οποίος ξεκίνησε την σταδιοδρομία του στις «υπηρεσίες» από την διαβόητη ΤΣΕ.ΚΑ. το 1918, όπου διακρίθηκε αμέσως και έτσι, τον Οκτώβριο του 1919 ο Φέλιξ Ντζερζίνσκι τον διόρισε δεσμοφύλακα στην Εσωτερική Φυλακή της ΤΣΕ.ΚΑ. στην Λουμπιάνκα, όπου ο Πιότρ Ιβάνοβιτς ως «διπλοθεσίτης» ήταν δήμιος και συμμετείχε στις εκτελέσεις και τους βασανισμούς.
Ο ζήλος του στελέχους εκτιμήθηκε από τους πολιτικούς του προϊσταμένους και το 1920 τον προάγουν σε διευθυντή της τρομερής αυτής φυλακής. Ο Πιότρ Μαγγό, παρόλο που θα μπορούσε να απαλλαγεί από το «καθημερινό μεροδούλι - μεροφάι» των εκτελέσεων, συνεχίζει να συμμετέχει στις εκτελέσεις, επειδή ήταν κάτι που του άρεσε πολύ.
Ατάραχος, ευγενικός, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, είχε το παρουσιαστικό ενός επαρχιώτη δασκάλου. Φορούσε μονόκλ και διατηρούσε ένα μικρό γένι, το οποίο ήταν πάντα ιδιαίτερα φροντισμένο.
Το 1924, για ένα διάστημα ο Μαγγό, έμεινε χωρίς δουλειά. Ο Τζερζίνσκι είχε μετατεθεί στον τομέα της οικονομίας και η νέα ηγεσία της υπηρεσίας θεώρησε πως στην θέση του Μαγγό, έπρεπε να πάει κάποιος «δικός» της.
Ο Μαγγό, όμως, είχε γοητευτεί από το επάγγελμα του δημίου και δεν μπορούσε να κάνει οποιαδήποτε άλλη δουλειά. Έτσι, το 1930 καταθέτει αίτηση για να προσληφθεί στο διοικητήριο της διαδόχου της ΤΣΕ.ΚΑ. Ο.ΓΚΕ.ΠΕ.ΟΥ, ως στέλεχος ειδικών αποστολών.
Η «αποστολή» που ζητούσε να του ανατεθεί ήταν μία: η εκτέλεση των θανατικών ποινών. Το αίτημά του ικανοποιήθηκε ασμένως και ο Πιότ Μαγγό, επέστρεψε στην αγαπημένη του δουλειά.
Του άρεσε αυτός ο ρόλος, του άρεσε απλά να σκοτώνει ανθρώπους, όχι αναγκαστικά επειδή τους θεωρούσε «εχθρούς του λαού». Είναι χαρακτηριστικό πως χαμογελούσε πλατιά, ακούγοντας τις ικεσίες και τις οιμωγές των θυμάτων τους.
Σε αντίθεση με πολλούς άλλους «εκτελεστές» της Ο.ΓΚΕ.ΠΕ.ΟΥ, ο Μαγγό δεν απέφευγε τις εκτελέσεις γυναικών. Σε αντίθεση με την εγκύκλιο που όριζε πως το υπό εκτέλεση θύμα θα πρέπει να μείνει με τα εσώρουχα, ο Μαγγό διέταζε τις γυναίκες να γυμνωθούν εντελώς.
Κατά την διάρκεια κάθε ημερήσιας βάρδιας του, ο Πιότρ Μαγγό, κατά διαστήματα, εκτελούσε από 3-5 έως 10-15 ανθρώπους. Συχνά, εργαζόταν τα Σαββατοκύριακα και τις γιορτές.
Μετά την εκτέλεση της ποινής, ο δήμιος πήγαινε στο δωμάτιο ανάπαυλας, όπου έτρωγε και έπινε με την ησυχία του. Σε αντίθεση με ορισμένους άλλους, ιδίως «νέους» εκτελεστές», ο «Μπολσεβίκος» Πιότ Μαγγό, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, δεν υπέφερε από έλλειψη όρεξης.
Για το «έργο» του ο Πιότρ Μαγγό, τιμήθηκε με το παράσημο «Λένιν» και δύο παράσημα της «Κόκκινης Σημαίας», αλλά και με το μετάλλιο «Τιμημένος ΤΣΕΚΙΣΤΑΣ».
Ως εξαίρετος επαγγελματίας δήμιος, δεν μπορούσε να μην συμμετέχει στην εκπαίδευση και διαπαιδαγώγηση των νέων εκτελεστών: «Θα πρέπει να δέσεις γερά τα χέρια στην πλάτη, εκείνου που πηγαίνεις για εκτέλεση. Τον διατάζεις να προχωρήσει μπροστά και εσύ από πίσω, κρατώντας το περίστροφο. Όπου χρειάζεται του λες «τράβα αριστερά» ή «τράβα δεξιά», μέχρι να φτάσεις στο μέρος όπου είναι απλωμένα τα πριονίδια ή η άμμος. Εκεί, του φυτεύσεις μία σφαίρα στο σβέρκο και μπα! Ταυτόχρονα, του δίνεις μία γερή κλωτσιά στην πλάτη. Αυτό το κάνεις για να μην λερωθεί με αίμα το πουκάμισό τους και χρειαστεί να το πλύνεις».
Από το 1931 μέχρι το 1940 ο Μαγγό εκτέλεσε προσωπικά περισσότερους από 10.000 ανθρώπους.
Ωστόσο, η μοίρα παίζει περίεργα παιχνίδια. Ο Πιότ Μαγγό, ήταν διακεκριμένο στέλεχος της υπηρεσίας, όταν σε αυτή μεσουρανούσαν, αρχικά ο Γιάγκοντα και στην συνέχεια ο Γιεζόφ. Όταν όμως ήρθε η ώρα και αυτών να πάρουν τον δρόμο στο τέλος του οποίου ήταν σκορπισμένα πριονίδια ή άμμος, ο Μαγγό, έπεσε σε δυσμένεια.
Αρχικά, ο νέος επικεφαλής της «υπηρεσίας» Μπέρια, τον κράτησε στην θέση του. Το 1940 όμως απολύθηκε, μαζί με άλλους δημίους. Ο Μαγγό θύμωσε και έγραψε επιστολή στον Στάλιν, κατηγορώντας τον Μπέρια. Ο Στάλιν δεν απάντησε ποτέ. Είχε άλλα προβλήματα που τον απασχολούσαν.
Ο Μαγγό άρχισε να πίνει πολύ και στα τέλη του 1941, πέθανε από κύρωση του ήπατος. Ο τάφος βρίσκεται στο νεκροταφείο της μονής Νοβοντεβίτσι, κοντά στους τάφους των συγγραφέων Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, Νικολάι Γκόγκολ, Αλεξέι Τολστόι, διαφόρων ηρώων του πολέμου του 1812, των αεροναυπηγών Μικογιάν, Τουπόλεφ, Σουχόι και Ιλιούσιν. Κατά διαστήματα, άγνωστοι τον βεβηλώνουν, γράφοντας την λέξη «Δήμιος» με κόκκινη μπογιά.