Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Το μεγάλο πρόβλημα του φιλελευθερισμού είναι ότι δεν τον ερωτεύεται κανείς με την ίδια ευκολία που υποκύπτει στην σαγήνη «τελικών λύσεων» και «χαρούμενων αύριο».
Σε άρθρο του στην «Καθημερινή της Κυριακής» (17.11.2019) ο καθηγητής και συγγραφέας κ. Στάθης Ν. Καλύβας υπό τον τίτλο «Τελείωσε ο φιλελευθερισμός;» μεταξύ άλλων γράφει:
«Το τείχος του Βερολίνου έπεσε πριν από 30 χρόνια σηματοδοτώντας τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης σήμανε και το ·τέλος της κομμουνιστικής ουτοπίας. Τότε ήταν που ο Αμερικανός διανοούμενος Φράνσις Φουκουγιάμα έγραψε το περίφημο δοκίμιό του όπου υποστήριζε πως η εξέλιξη αυτή αποτελούσε «το τέλος της ιστορίας». Σχεδόν όλοι τον χλεύασαν τότε και συνεχίζουν γιατί η διαπίστωση αυτή είναι εύκολος στόχος. Ο λόγος είναι προφανής: η ιδέα και μόνο πως η Ιστορία είναι δυνατόν να τελειώσει ακούγεται σαν αστείο. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί μόνο με την ολοσχερή καταστροφή της ανθρωπότητας. Όσο υπάρχουν άνθρωποι, τόσο η ιστορία θα συνεχίζεται.
Τι επεδίωκε λοιπόν να πει ο Φουκουγιάμα με την περίεργη αυτή διατύπωση;»
Την απάντηση στο ερώτημα που θέτει ο αρθρογράφος, λίγο καιρό μετά το θόρυβο του άρθρου του την έδωσε ο ίδιος ο Φρ. Φουκουγιάμα, στο βιβλίο του «Το τέλος της Ιστορίας και ο Τελευταίος Άνθρωπος» (εκδόσεις Λιβάνη), στο οποίο προβλέπει μεν την μακροημέρευση της φιλελεύθερης δημοκρατίας, αλλά επισημαίνοντας τους κινδύνους που την απειλούν. Και στο επίπεδο αυτό, σήμερα, εγείρονται πολλά και σοβαρά ερωτήματα, κάποια από τα οποία, πολύ αδρά και εύστοχα, περιέγραφε ο ίδιος ο Φράνσις Φουκουγιάμα στο τότε βιβλίο του.
Υπογραμμίζοντας ότι κανένα σύστημα πολιτικής και οικονομικής διακυβέρνησης δεν είναι «άριστο», ο συγγραφέας τονίζει κάτι που είναι πολύ επίκαιρο.
«Παρά την υποχώρηση των ταξικών διακρίσεων, που κάποτε ήταν η σημαία της Αριστεράς, δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμη αν θα μπει τέλος στις νέες και πολύ πιο ριζοσπαστικές προκλήσεις απέναντι στη φιλελεύθερη δημοκρατία, που βασίζονται σε διάφορες μορφές κοινωνικής ανισότητας. Ήδη, μορφές ανισότητας, όπως ο ρατσισμός, ο σεξισμός και η ανθρωποφοβία έχουν εκτοπίσει το παραδοσιακό ταξικό ζήτημα που έθετε η Αριστερά από τις συζητήσεις στους διαδρόμους των σημερινών αμερικανικών πανεπιστημίων. Από τη στιγμή που εμφανίζεται και σταθεροποιείται η αρχή της ίσης και αμοιβαίας αναγνώρισης της ατομικής αξιοπρέπειας — η ικανοποίηση της ισοθυμίας — τίποτα δεν εγγυάται ότι οι άνθρωποι θα εξακολουθήσουν να αποδέχονται την ύπαρξη των φυσιολογικών ή αναπόφευκτων υπολειμμάτων κοινωνικής ανισότητας.
Το γεγονός ότι η ίδια η φύση κατανέμει άνισα τις ικανότητες στους ανθρώπους δεν είναι ιδιαίτερα επαρκές για να νομιμοποιεί τις κοινωνικές ανισότητες. Και επειδή ακριβώς η σημερινή γενιά αποδέχεται αυτού του είδους τις ανισότητες, είτε ως φυσιολογικές είτε ως αναπόφευκτες, αυτό δε σημαίνει ότι θα εξακολουθήσουν να γίνονται αποδεκτές με τον ίδιο τρόπο και στο μέλλον. Ίσως κάποια μέρα να εκδηλωθεί ένα πολιτικό κίνημα αναβίωσης της αριστοφανικής σύλληψης των Εκκλησιαζουσών, που θα αναγκάζει τους όμορφους άντρες να παντρεύονται άσχημες γυναίκες και αντίστροφα ή το μέλλον να μας φέρει νέες τεχνολογίες που θα δίνουν τη δυνατότητα διόρθωσης τέτοιων αδικιών της φύσης και επανακατανομής φυσικών χαρακτηριστικών, όπως η ομορφιά ή η ευφυΐα, με ένα πιο «δίκαιο» τρόπο».
Πηγαίνοντας πιο μακρυά, ο Φουκουγιάμα, κάνει λόγο επίσης για την κριτική κατά του φιλελευθερισμού και τονίζει ότι στον 21ο αιώνα αυτή δεν θα έχει καμιά σχέση με τα γνωστά στερεότυπα του 20ου αιώνα. Κατά την εκτίμησή του, μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού και των «παραδείσων» που αυτός υποσχόταν, οι εχθροί της δημοκρατίας δεν θα «υπόσχονται» «χαρούμενα αύριο», αλλά θα υποσκάπτουν τα φιλοσοφικά της θεμέλια. Σε ακραίες δε περιπτώσεις, όπως αυτήν του ισλαμο-λαϊκισμού, οι πραιτωριανοί τους θα επιδιώκουν τη βίαιη κατάργησή της.
Από την άλλη πλευρά, στο μέτρο που παγκοσμίως παίρνουν κατακλυσμιαίες διαστάσεις οι διάφορες θεωρητικές κατασκευές για τις ανισότητες και το ρόλο των ελίτ (που κανείς δεν ξέρει ποιες είναι), ο Φουκουγιάμα προβλέπει ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία θα είναι θύμα της ισονομίας.
Γράφει έτσι στο βιβλίο του για το «Τέλος της Ιστορίας και τον τελευταίο άνθρωπο»:
«Ένας πολιτισμός που ενδίδει στην αχαλίνωτη ισοθυμία, η οποία με φανατισμό αποζητά την εξάλειψη κάθε μορφής άνισης αναγνώρισης, σύντομα θα οδηγηθεί στα όρια που του επιβάλλει η ίδια η φύση. Παρακολουθήσαμε από κοντά μια περίοδο κατά την οποία ο κομμουνισμός επιδίωξε να χρησιμοποιήσει την κρατική ισχύ για να εξαλείψει την οικονομική ανισότητα και κάνοντας αυτό υπέσκαψε τα θεμέλια της σύγχρονης οικονομικής ζωής. Αν ο αυριανός ισοθυμικός φανατισμός αποφασίσει να θέσει εκτός νόμου τις διαφορές στη φυσική ομορφιά ανάμεσα στους όμορφους και τους άσχημους ή να προσποιηθεί ότι ένα άτομο χωρίς πόδια αποτελεί όχι απλώς το υπαρξιακό ισοδύναμο αλλά το φυσικό ισοδύναμο με έναν σωματικά ακέραιο άνθρωπο, τότε το επιχείρημα της ισοθυμίας με το πλήρωμα του χρόνου θα αυτοαναιρεθεί, όπως ακριβώς συνέβη με τον κομμουνισμό. Η διαπίστωση αυτή δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού για τα μέλλοντα να συμβούν».
Πολλά γεγονότα που σήμερα ιχνογραφούν την επικαιρότητα, είναι ενδεικτικά ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι πολύ πιθανόν «να πιάστηκε στον ύπνο», που λέει η λαϊκή σοφία. Ίδωμεν…