Του Γιάννη Παπαδόπουλου*
Ενόψει εκλογών, πολλοί υποψήφιοι αιρετοί έχουν γίνει… πελαργοί της ανάπτυξης: ο ένας αύξησε τον τουρισμό στην Ελλάδα μόνος του, ο άλλος έχει αναπτύξει στρατηγικές για να κάνει το χωριό του Σίλικον Βάλεϊ, και οι υπόλοιποι τσακώνονται ποιος θα φέρει τους περισσότερους επενδυτές (με πελαργούς θέσεων εργασίας και επιδομάτων...).
Αναρωτιέμαι λοιπόν: οι πολιτικοί φέρνουν την ανάπτυξη; Δηλαδή, κάποιος δήμαρχος έκανε την Μύκονο Μύκονο και την Σαντορίνη Σαντορίνη; Κάποιος υπουργός έκανε τον κρόκο κρόκο και την μαστίχα μαστίχα;
Νομίζω πως η απάντηση είναι ξεκάθαρη: Όχι! Αν η απάντηση, όμως, είναι όχι, τότε ποιος φέρνει την ανάπτυξη, ποιος ο ρόλος των πολιτικών, και γιατί όλοι την περιμένουμε από αυτούς ενώ αυτή δεν έρχεται;
Ας ξεκινήσουμε από το πρώτο και το τελευταίο ερώτημα - ποιος φέρνει την ανάπτυξη και γιατί δεν έρχεται - μέσω ενός παραδείγματος που εστιάζει στην αγορά ακινήτων, αλλά νομίζω πως δείχνει την ευρύτερη στάση μας απέναντι στην ανάπτυξη.
Κάποιος θέλει να επενδύσει στην Καλαμάτα. Πηγαίνοντας σε έναν σύμβουλο ακινήτων, βρίσκει ένα πολύ ωραίο, καινούργιο τεσσάρι το οποίο πωλείται 100.000 ευρώ λιγότερο από οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο διαμέρισμα στην περιοχή: μόλις 250.000 ευρώ. Ακούγεται φοβερή ευκαιρία! Είναι όμως επενδυτική;
Για να είναι επενδυτική η ευκαιρία αυτή, θα πρέπει ο επενδυτής να βγάζει κέρδος. Για να βγάλει κέρδος θα πρέπει να το μεταπουλήσει ή να το νοικιάσει με κέρδος. Ο επενδυτής κάνει την έρευνά του και βρίσκει φερέγγυο ενοικιαστή με 700 ευρώ το μήνα. Εξαιρετική τιμή! Πόσοι παίρνουν 700 ευρώ το μήνα ενοίκιο για τεσσάρι στην Καλαμάτα; Εγώ δεν ξέρω κανέναν!
Τι ποσοστό κέρδους όμως είναι αυτό; Ο επενδυτής βάζει 250.000 ευρώ και παίρνει 8.400 το χρόνο. Αν έβαζε τις 250 χιλιάδες στην τράπεζα, 8.400 θα έπαιρνε με επιτόκιο λιγότερο από 3,5%. Αν συνυπολογίσει τον φόρο εισοδήματος, τον ΕΝΦΙΑ και τα χρήματα προς αποκατάσταση ζημιών, η απόδοση της επένδυσής του είναι μικρότερη του 2% που μπορεί εύκολα να πάρει ως επιτόκιο από ελληνική συνεταιριστική τράπεζα τη στιγμή που μιλάμε. Η επένδυση είναι ασύμφορη.
Από την άλλη πλευρά, για να γίνει μεταπώληση θα χρειαστεί να βρεθεί κάποιος διατεθειμένος να πληρώσει ένα ακόμη πιο ασύμφορο ποσό για το διαμέρισμα. Ο επενδυτής, βάζοντας τον εαυτό του στην θέση αυτού του άλλου, καταλαβαίνει ότι δεν υπάρχει μεταπώληση και δεν προχωρά στην αγορά.
Στην πραγματικότητα, για έναν επενδυτή ακινήτων που ζητά μικτή απόδοση στην επένδυσή του γύρω στο 10%, η αξία ενός διαμερίσματος που μπορεί εύκολα και γρήγορα να νοικιαστεί προς 700 ευρώ το μήνα είναι μόλις 84.000 ευρώ, ενώ ένα ακίνητο των 250.000 θα πρέπει να αποφέρει ενοίκιο 2.000 ευρώ το μήνα για να θεωρηθεί αποδοτικό.
Γιατί λοιπόν δεν έρχεται η ανάπτυξη; Στο παραπάνω παράδειγμα, η τιμή του ακινήτου δείχνει ότι μάλλον απευθυνόταν σε καταναλωτές παραδοσιακών ψυχολογικών αναγκών μας, όπως το «να είμαστε ιδιοκτήτες» και το « να αφήσουμε κάτι στα παιδιά μας» και όχι σε επενδυτή. Επομένως, η ανάπτυξη δεν έρχεται γιατί εμείς – εμείς εμείς, αυτοί που πουλάμε, αγοράζουμε και δουλεύουμε κάθε μέρα στις πραγματικές αγορές - δεν γνωρίζουμε τις ανάγκες αυτών από τους οποίους ζητάμε να μας δώσουν τα χρήματά τους.
Σε συνδυασμό με το εθνικό μας σκιάχτρο, την άρνηση να πουλήσουμε κάτι τη στιγμή που πρέπει, στην τιμή που θεωρεί σωστή η αγορά εκείνη τη στιγμή, επειδή φοβόμαστε ότι θα μας κατηγορήσουν για «ξεπούλημα», η αδυναμία μας να κατανοήσουμε τις ανάγκες των άλλων διώχνει την ανάπτυξη και θα φέρει μία ακόμα απαξίωση της περιουσίας που θα αφήσουμε στα παιδιά μας – απλώς σκεφτείτε πόσα λογγομένα χτήματα και ετοιμόρροπα σπίτια υπάρχουν ήδη στα χωριά μας από προηγούμενες γενιές που δεν τα αξιοποίησαν όταν έπρεπε.
Τι μπορούν να κάνουν οι πολιτικοί, λοιπόν; Με λίγα λόγια: Τίποτα! Δουλειά του δήμου είναι να φτιάξει ένα πεζοδρόμιο έξω από τα σπίτια μας και να το κρατάει καθαρό και όμορφο. Δουλειά του κράτους είναι να συλλαμβάνει τον κλέφτη πριν μπει στο σπίτι μας και να μας βοηθά να λύνουμε τις διαφορές μας ειρηνικά. Και να μας χρεώνει μόνο γι' αυτά.
Το ωραίο πεζοδρόμιο θα το προσέξει ο επενδυτής και θα λάβει υπόψη του τη δικαστική αποτελεσματικότητα της χώρας πριν αγοράσει, αλλά, τελικά, θα αγοράσει το μαγαζί μας, το σπίτι μας ή το χτήμα μας για αυτό που μπορεί να του προσφέρει, και αυτό που θα μπορεί να του προσφέρει μπορούμε να το χτίσουμε μόνο εμείς.
Σε τελική ανάλυση, δεν έχει σημασία αν θα πουλήσουμε σε τιμές αγοράς – που μπορεί να είναι και η λάθος επιλογή - ή αν θα βρούμε τρόπους να γίνουμε όλοι Μύκονος, δηλαδή, μία περιοχή, ένα προϊόν ή μία υπηρεσία με τεράστια υπεραξία, σημασία έχει ότι ο καθένας από εμάς θα πρέπει να αποδεχτεί τον ρόλο του: εμείς θα πρέπει να ενημερωθούμε και να αναλάβουμε δράση, και οι πολιτικοί θα πρέπει να περιοριστούν στον δικό τους ρόλο, δηλαδή να μαζεύουν τα σκουπίδια και να επισκευάζουν τους δρόμους.
* Ο Γιάννης Παπαδόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας