Οι αντιδράσεις των κρατών στην πανδημία έχουν αναδείξει ορισμένες αξιοσημείωτες περιπτώσεις πολιτικοποίησης των δαπανών για την ανακούφιση επιχειρήσεων και πολιτών. Στο Τόγκο η εκεί κυβέρνηση αποφάσισε να ανακουφίσει τους πολίτες με απευθείας μεταφορά χρημάτων. Η παγίδα ήταν φυσικά ότι για να λάβει κανείς το βοήθημα θα έπρεπε να έχει την αντίστοιχη κάρτα εγγεγραμμένου ψηφοφόρου που στις προηγούμενες εκλογές τα αντιπολιτευόμενα κόμματα είχαν σαμποτάρει. Το αποτέλεσμα; Η κυβέρνηση μοίρασε τα λεφτά μόνο στους ψηφοφόρους της!
Το Τόγκο βέβαια είναι μία ακραία περίπτωση, πολύ μακριά από τον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο. Όμως, αντίστοιχες κατηγορίες αντιμετωπίζει και ο Τραμπ. Η κυβερνήτης του Μίσιγκαν για παράδειγμα πρόσφατα κατηγόρησε τον πρόεδρο Τραμπ ότι η διανομή αναπνευστήρων, μασκών και χρηματικής βοήθειας που έλαβε η πολιτεία της ήταν μικρότερη από τη βοήθεια που έλαβαν άλλες πολιτείες, που είτε ψηφίζουν το κόμμα του προέδρου είτε είναι κρίσιμες για τη νίκη του στις επερχόμενες εκλογές του Νοεμβρίου. Τα παραδείγματα τέτοιου είδους πολιτικής ευνοιοκρατίας δεν είναι σπάνια. Αντίθετα, όσοι έχουν μελετήσει έστω και λίγο τη σχολή της δημόσιας επιλογής (Public Choice) γνωρίζουν ότι οι πολιτικοί είναι αρκετά ευάλωτοι σε τέτοιου είδους πειρασμούς ακόμα και σε περιόδους μεγάλων καταστροφών.
Υπάρχουν δύο κυρίως λόγοι που οδηγούν σε τέτοια φαινόμενα. Ο πρώτος, και πιο προφανής, είναι ότι οι πολιτικοί, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ενδιαφέρονται για το ατομικό τους συμφέρον όπως και οποιοσδήποτε άλλος πολίτης. Όταν μπορούν να χρησιμοποιήσουν την εξουσία που τους παρέχουμε για να ωφελήσουν τους ίδιους είναι το ίδιο πιθανό να το πράξουν με έναν εργαζόμενο ή έναν εργοδότη. Οι πολιτικοί δεν προέρχονται από κάποια πεφωτισμένη, ανώτερη φυλή από όλους τους υπόλοιπους και το να υποκρινόμαστε ότι κατά κάποιον μυστήριο τρόπο είναι λιγότερο ευάλωτοι στην επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος από τον υπόλοιπο πληθυσμό είναι αφελές και ενδεχομένως αυτοκαταστροφικό.
Ο δεύτερος λόγος που παρατηρούμε φαινόμενα ευνοιοκρατίας σε περιόδους μεγάλων κρίσεων είναι ότι σε αυτές ακριβώς τις περιόδους οι κυβερνήσεις αποκτούν αρκετές έκτακτες εξουσίες. Οι συστημικοί έλεγχοι εν μέσω κρίσεων είναι πιο αδύναμοι και η ανάγκη για άμεση λήψη αποφάσεων χωρίς τους ελέγχους της κανονικότητας είναι μεγαλύτερη. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτή η περίοδος, σε αρκετές χώρες, φέρνει στην επιφάνεια ορισμένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του κεντρικού σχεδιασμού. Πέρα από τις υποχωρήσεις σε θέματα ιδιωτικότητας και ατομικών δικαιωμάτων, τα κράτη έχουν αναλάβει και αρκετά μεγαλύτερο ρόλο στην οικονομία.
Σε περίπτωση που οι κατηγορίες εναντίον του Τραμπ ευσταθούν, τότε θα έχει πραγματοποιήθει και η ρήση που λέει “ένα κράτος αρκετά μεγάλο για να σου δώσει τα πάντα, μπορεί και να σου στερήσει τα πάντα”. Μέχρι όμως οι φίλοι μας από την αριστερά να καταλάβουν ότι η κατάχρηση της εξουσίας που παρατηρείται, ευτυχώς όχι στη χώρα μας προς το παρόν, σε διάφορα μέρη του κόσμου δεν είναι γνώρισμα των αγορών αλλά του κρατισμού, ίσως έχει περάσει ακόμα ένας αιώνας.