Του Βασίλη Λογοθέτη*
Στην κορυφαία, ίσως, στιγμή της καριέρας του, ο κατά τα άλλα συμπαθέστατος Σπύρος Καλογήρου αναφωνεί την αλήστου μνήμης φράση για να εξηγήσει στον Νίκο Κούρκουλο το πώς και γιατί πίσω από την απόφαση να χτυπηθεί μαζί του. Μια ομολογουμένως ελάχιστα ποιητική φράση, που αρκεί, όμως, για να περιγράψει με απόλυτη σαφήνεια το ακριβές κίνητρο των πράξεων του κινηματογραφικού ήρωα. Είναι η απλότητα αυτή που λείπει συχνά από τις προσπάθειες ερμηνείας της πόλωσης ως πολιτικού φαινομένου στη χώρα μας. Οι λυρικές προσεγγίσεις περί «κουλτούρας διχασμού» ή μιας «κατάρας του λαού μας», που μας ακολουθεί στο διηνεκές, μπορεί να γεμίζουν σελίδες αναλύσεων και άρθρων, συσκοτίζουν, όμως, το ταπεινό, αλλά πανίσχυρο κίνητρο του προσπορισμού προσόδων.
Στην Ελλάδα, η κρατική εξουσία είναι συνυφασμένη με μια σειρά εγχρήματων και μη, απολαβών. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι οι εκατοντάδες έμμισθες θέσεις μετακλητών υπαλλήλων, με μισθολογικές απολαβές υψηλότερες αυτών του ιδιωτικού τομέα και μη αξιοκρατικά κριτήρια επιλογής. Όμως, οι δυνατότητες της κρατικής εξουσίας δεν εξαντλούνται εκεί. Επεκτείνονται κι εκεί που το φύλλο συκής του «πολιτικού χαρακτήρα» των θέσεων δύσκολα μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Θέσεις σε διοικητικά συμβούλια οργανισμών και νοσοκομείων, στην κρατική τηλεόραση, σε ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης για την ευνοϊκότερη κάλυψη του κυβερνητικού ρεπορτάζ, σε κάθε είδους ιδρύματα, στο πανεπιστήμιο. Ο κατάλογος δεν έχει τέλος.
Η κυβέρνηση έχει επίσης τη δυνατότητα, ακόμα και τώρα που η χώρα βρίσκεται υπό αυστηρή επιτήρηση, να διαμορφώνει πλευρές του ρυθμιστικού πλαισίου της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η δυνατότητα αυτή, που επιχειρήθηκε να χρησιμοποιηθεί από την παρούσα κυβέρνηση για την αναδιάταξη του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, είναι ικανή να γεννήσει οφέλη για ευνοούμενους επιχειρηματίες και να επεκτείνει τις προσόδους που απολαμβάνουν συγκεκριμένα δίκτυα ανθρώπων στο κόμμα και πέριξ αυτού.
Η πραγματικότητα αυτή θολώνει την πολιτική αντιπαράθεση και την τοποθετεί στο επίπεδο της αναπαραγωγής των συστημάτων εξουσίας και μόνο, με την ένταση της πόλωσης να καθίσταται δείκτης της προσπάθειας που καταβάλλεται στην μάχη για τα οφέλη από την κατάληψη της κρατικής εξουσίας. Όσο η εξουσία είναι συνδεδεμένη με πλειάδα προνομίων, η πολιτική πρακτική εύκολα θα καταφεύγει στη λογική της πόλωσης, ενώ όσο περισσότεροι μπορούν να συμμετάσχουν στη νομή της κρατικής εξουσίας τόσο περισσότερο η πόλωση θα διαχέεται στην κοινωνία.
Η βελτίωση του πολιτικού κλίματος και του δημόσιου διαλόγου έχει ως προαπαιτούμενο τον περιορισμό των έμμισθων θέσεων και των προνομίων που η κυβέρνηση δύναται να προσφέρει, μιας και είναι η προοπτική κατάληψής τους που οξύνει την αντιπαράθεση, κατά κανόνα μέσα από ανούσιες συζητήσεις και γύρω από δευτερεύοντα ζητήματα. Αν συμφωνήσουμε ως κοινωνία ότι δεν χρειάζεται πολιτικός κομισάριος για να διοικηθεί ένα νοσοκομείο, τότε έχει γίνει το πρώτο βήμα για τη βελτίωση της ποιότητας της πολιτικής και της δημοκρατίας μας. Βήμα, όμως, ιδιαιτέρως δύσκολο, μιας και θίγει τους ίδιους τους συμμετέχοντες στην εξουσία, που καλούνται να παραδώσουν κομμάτι των προνομίων τους.
«Είναι πολλά τα λεφτά, Άρη».
* Ο Βασίλης Λογοθέτης είναι λέκτορας Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Παρασκευής, 28 Σεπτεμβρίου