Αυτή είναι η τρίτη ημέρα από τότε που η εισαγγελέας διαφθοράς Ελένη Ράικου προχώρησε σε απίστευτες καταγγελίες για τον χώρο της Δικαιοσύνης. Είχαν προηγηθεί οι καταγγελίες Τσατσάνη και οι καταγγελίες Βγενόπουλου. «Απέναντι» βρίσκονται τα ίδια πάντα πρόσωπα. Οι θεσμικοί παράγοντες της χώρας παρακολουθούν ατάραχοι και αμέτοχοι τα όσα συμβαίνουν στην Δικαιοσύνη. Οι ευθύνες τους είναι τεράστιες.
Η κυρία Ράικου έκανε συγκλονιστικές καταγγελίες. Είναι αληθινές; Δεν είμαστε οι αρμόδιοι για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα. Εκείνο που γνωρίζουμε είναι τι θα συνέβαινε σε ένα πολιτισμένο κράτος: Θα είχαν παραιτηθεί όλοι οι άμεσα εμπλεκόμενοι, μέχρι να ξεκαθαρίσει η κατάσταση. Κι η Δικαιοσύνη θα αναλάμβανε με απόλυτη διαφάνεια να ενημερώσει τον ελληνικό λαό, προασπίζοντας έτσι το κύρος της.
Σε μία άλλη χώρα, από αυτές που έχουν καταληφθεί από τον Μινώταυρο του νεοφιλελευθερισμού, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης θα είχε ήδη θέσει τις παραιτήσεις της στην διάθεση του Πρωθυπουργού. Κι αυτός θα τις είχε κάνει άμεσα δεκτές. Πως αλλιώς θα μπορούσε να διασφαλιστεί το αδιάβλητο της έρευνας;
Αλλά όλα αυτά φαίνεται να είναι ψιλά γράμματα στην Ελλάδα του 2017. Όπως ήταν ψιλά γράμματα και στο παρελθόν με άλλες κυβερνήσεις. Η διαφορά αυτής της κυβέρνησης από τις άλλες είναι ότι έχει ξεπεράσει σε απάθεια όλες τις άλλες.
Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με καταγγελίες της εισαγγελέως διαφθοράς. Είναι μία πολύ σοβαρή υπόθεση. Η κυρία Ράικου άφησε βαριές υπόνοιες. Μίλησε για την αδυναμία του κράτους να την προστατεύσει! Μίλησε για παράκεντρα εξουσίας και διαφθοράς. Υπάρχει κράτος να ακούσει; Ας πούμε ότι η κυβέρνηση έχει τους δικούς της λόγους που θα ήθελε να δει αυτή την υπόθεση να λησμονιέται, όπως έγινε και με άλλες που αφορούσαν την Δικαιοσύνη. Σύμφωνοι! Δεν υπάρχουν άλλοι θεσμικοί παράγοντες να ασχοληθούν σχετικά;
Υπάρχουν θεσμοί για να προστατεύσουν τους πολίτες και την Δημοκρατία μας από την αυθαιρεσία της όποιας εξουσίας; Επειδή κάποιος κέρδισε τις εκλογές, μπορεί, άραγε, να κάνει ό,τι θέλει; Είναι δυνατόν να γίνονται καταγγελίες από έναν ανώτατο δικαστικό λειτουργό και να μην ιδρώνει το αφτί τους; Τι πιθανότητες πιστεύει κανείς ότι έχει αυτή η χώρα να κερδίσει το μέλλον της όταν δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τέτοιου είδους καταστάσεις; Πως είναι δυνατόν να περιμένουν το παραμικρό από αυτό τον λαό όταν δεν υπάρχει το αίσθημα της Δικαιοσύνης; Πόσο πιο χαμηλά πια;
Θανάσης Μαυρίδης