Πάω να βγω απ’ το σπίτι και βρίσκω ένα σαμαράκι στο πάτωμα μπροστά στην εξώπορτα, σαν αυτά που βάζουν στους δρόμους έξω από σχολειά για να μην τρέχουν τα αμάξια. Αν βγαίνω για δουλειά το δρασκελίζω πιο εύκολα, αν είναι όμως για βόλτα, για καφέ ή για τίποτα ψευτοψώνια, κοντοστέκομαι. «Που να τρέχω τώρα…» σκέφτομαι, «δεν κάθομαι καλύτερα σπίτι;» Να, αυτό το σιχαμένο σαμαράκι μου άφησε το 2021. Που είχε αρχίσει να υψώνεται από το 2020, αλλά φέτος παράγινε.
Θα μου πείτε, «ας ήσουνα είκοσι χρονών και ούτε τοίχος με κάγκελα δε θα σε συγκρατούσε μέσα στο σπίτι. Ενώ τώρα που είσαι εξήντα, βάζεις μόνος σου ένα ανάχωμα και το αποδίδεις στην πανδημία. Αμ δε σου φταίει ο Covid και η Όμικρον, αλλά οι δεκαετίες που κουβαλάς στη ράχη σου. Όσο αυξάνονται αυτές, τόσο κονταίνει το σκοινί που σε δένει με τον καναπέ σου. Νόμος της ζωής.»
Μπορεί και να χετε δίκιο. Αλλά αν στο παλιό σκαρί που δυσκολεύεται όλο και περισσότερο να αφήσει το λιμάνι, προσθέσεις και μια ακόμα έκτακτη άγκυρα, τότε βράσε όρυζα. Εκεί θα σαπίσει. «Βρε συ, τι προτιμάς; Να είσαι ζωντανός και κλεισμένος μέσα στο σπίτι σου ή να βγεις μια και καλή για καμιά ΜΕΘ και μετά για το πανοραμικό κοιμητήριο του χωριού σου;» θα με ρωτήσετε. Σύμφωνοι, το αγοράζω το δίλημμα, αλλά απ’ την άλλη πόσο ζωντανός είναι αυτός που μοιράζει τον χρόνο του σε οκτώ ώρες ύπνο, μία ώρα φαγητό και δεκαπέντε ώρες laptop;
«Βγες να περπατήσεις από τον Φλοίσβο ως τον Άγιο Κοσμά, φτιάξε μια φούσκα με δυο μόνιμους φίλους να πίνετε το καφεδάκι σας, τα εμβόλια σου τα χεις κάνει, υπάρχουν λύσεις» θα μου ξαναπείτε. Καλά τώρα. Ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος να περπατά σε παραλίες μόνος του, ούτε να συναντά κάθε μέρα τον ίδιο φίλο σαν να ναι παντρεμένοι. Ο άνθρωπος είναι ον ρέμπελο και κοινωνικό. Θέλει να ανεβοκατεβαίνει τη ρούγα και να πιάνει κουβέντα με όποιον χωριανό έρχεται από απέναντι.
Όσο, την ώρα που βάζουμε το πανωφόρι μας για έξω, υψώνεται εντός μας η φράση «κάτσε στ’ αυγά σου μην κολλήσεις τίποτα κι έχουμε ντράβαλα», τόσο απομειώνεται το νόημα και η ουσία της ζωής μας. Εντάξει, δεν είμαστε και νεκροί, αλλά δε θα υποστήριζα με θέρμη ότι είμαστε και τελείως ζωντανοί. Κάπου εκεί στη μέση κινούμαστε επί του παρόντος. Επιβιώνουμε, αλλά ζούμε; Να το λοιπόν, τι θα ‘θελα από το 2022. Ν’ αρχίσει να χαμηλώνει εκείνο το άτιμο το σαμαράκι που υπάρχει στο πάτωμα μπροστά απ’ την εξώπορτα μου. Καλή χρονιά με υγεία. Στο μυαλό πρωτίστως.