Ο Αλέξης της έκλεισε το μάτι. Καμ του κείθε είπε στην Βάνα Μπάρμπα και αυτή επειδή δεν είχε χρόνο είδε τον Αλέκο. Στον δρόμο σκόνταψε στον Τζανακόπουλο κι εκείνος έπεσε κι είδε τότε έναν ακροδεξιό Ρουβίκωνα. Ο Πάνος απείλησε να κυβερνήσει κι ύστερα ο Κυριάκος διέγραψε έναν Συριζαίο. Ο Βαγγέλης ο Αντώναρος! Κοίτα να δεις! Ιούνιο μήνα πέφτει χαλάζι. Γαμώ την ατυχία μου.
Είπε ο Κύριος αυτού: Κάνε παιδί μου εκλογές να σωθεί ο τόπος. Αλλά αυτός δεν ήθελε και έτσι έφερε τον χωρισμό του κράτους – Εκκλησίας. Κι επειδή ένιωθε ένα άγχος και έναν έρπη τον είχε στο κάτω χείλος, πήγε στην Όλγα την χαρτορίχτρα. Κι εκείνη του είπε να τους πάει φυλακή, να τους κλειδώσει και να πετάξει το κλειδί στο Ποτάμι του Σταύρου, την αυγή που θα ακολουθούσε το γεμάτο φεγγάρι. Αλλά ο Νίκος του είπε ότι την παρτίδα αυτή δεν θα την έπαιζε ούτε φυλακισμένος και έριξε τα ζάρια και έφερε πάλι τρία δύο.
Πήρε τηλέφωνο την Μέρκελ για να ακούσει λόγια παρηγοριάς. Αλλά άκουσε από μέσα τον Κυριάκο να λέει για φόρους. Κι έπειτα άνοιξε την τηλεόραση και είδε τον μύθο του Γκάρι Λίνεκερ να πνίγεται από κάτι Νοτιοκορεάτες. Πάει και η Γερμανία, πάει και ο Κιμ και τώρα τελευταία και ο ίδιος δεν αισθανόταν πολύ καλά.
Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης μόλις είχε τελειώσει τον απογευματινό του καφέ όταν στο κινητό του σχηματίστηκε ένας αριθμός που είχε να δει για χρόνια: «Γεια σου Παναγιώτη. Ναι, εγώ είμαι. Σε παρακαλώ μην μου το κλείσεις. Θέλω να με ακούσεις. Θέλω να με ακούσετε. Απλά πάρε και τον Αλέκο ένα τηλέφωνο. Θέλω να σας δω το βράδυ. Θέλω να κλάψω Παναγιώτη στους ώμους σας, στην αγκαλιά σας. Δεν αντέχω άλλο! Δεν μπορώ να κάνω τόσες θυσίες για τον σοσιαλισμό Παναγιώτη. Θέλω να πάω σε εκλογές»…
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]