Της Κατερίνας Μπακογιάννη*
Υπάρχει μόνο ένα μέρος στην Ελλάδα όπου το ελληνικότατο ερώτημα «Ξέρεις ποιος είμαι εγώ;» δεν έχει πέραση. Τα Εξάρχεια. Αντίθετα, στα Εξάρχεια, η συγκεκριμένη ερώτηση θα έβαζε σε κίνδυνο τη ζωή εκείνου που τυχόν θα την διατύπωνε. Γι αυτό και όσοι θεωρούν ότι είναι… κάποιοι που οι άλλοι θα έπρεπε να ξέρουμε, δεν πατούν – κατά κανόνα –το πόδι τους στους δρόμους γύρω από το Πολυτεχνείο.
Φοβούνται. Όπως φοβούνται και οι κάτοικοι των Εξαρχείων που ακούν ριπές πολυβόλων τα βράδια και γυρίζουν από το άλλο πλευρό. Που καλούν την αστυνομία και τους λένε «δεν έχουμε εντολή να επέμβουμε». Που βλέπουν να πωλούνται ναρκωτικά δίπλα στους παιδικούς σταθμούς και στα σχολεία.
Στην περίπτωση των Εξαρχείων, ισχύει μία άλλη ελληνικότατη διαπίστωση: «Έλα μωρέ, στην Ελλάδα ζούμε.» Με άλλα λόγια, έτσι ήταν, έτσι είναι και έτσι θα είναι τα πράγματα. Εάν επί ΣΥΡΙΖΑ η κατάσταση χειροτέρευσε, το θέμα είναι ποσοτικό και όχι ποιοτικό, καθώς τα Εξάρχεια παραμένουν άβατο εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες.
Πίσω από το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;» κρύβεται η γενεσιουργός αιτία κάθε έκφανσης παραβατικότητας. Το ότι, δηλαδή, πολλοί σε αυτή την χώρα θεωρούν εαυτούς υπεράνω του νόμου. Από τον Αναπληρωτή Υπουργό Υγείας κ. Παύλο Πολάκη ο οποίος φωτογραφίζεται να καπνίζει αυτάρεσκα σε δημόσιο κτίριο (διότι όλοι ξέρουμε ποιος είναι) μέχρι τον ιδιοκτήτη μπαρ που σερβίρει αλκοόλ σε ανηλίκους (διότι τον ξέρει η αστυνομία της περιοχής του, ίσως και οι γονείς των ανηλίκων).
Η διαπίστωση «Έλα μωρέ, στην Ελλάδα ζούμε», είναι ο λόγος που τα πράγματα δεν αλλάζουν. Είναι η βασική αιτία, ίσως η βασικότερη, της παραβατικότητας. Η μοιρολατρία. Η συλλογική «γνώση», ως λαός, ότι τίποτα απολύτως δεν μπορεί να γίνει. Υπομένουμε στωικά την κατάσταση που μας έχει επιβληθεί, ίσως από κάποια ανώτερη δύναμη (;) που απαγορεύει την τήρηση των νόμων σε αυτή τη γωνιά του πλανήτη.
Ακούμε καθημερινά, σχέδια επί σχεδίων για την καταπολέμηση των κακοποιών στοιχείων στα Εξάρχεια. Όπως ακούγαμε για την καταπολέμηση της βίας στα Ελληνικά γήπεδα και για τους «μπαχαλάκηδες» στις διαδηλώσεις. Ακούμε, αλλά γνωρίζουμε ότι δεν θα γίνει τίποτα. Και έτσι απλά το δεχόμαστε, όλοι μας, ως κάτι δεδομένο. Ως μέρος της εθνικής μας ταυτότητας.
Όπως ακριβώς δεχόμαστε να μετατρέπονται οι λεωφόροι σε στενάκια, λόγω του παράνομου παρκαρίσματος, όπως δεχόμαστε να κλείνουν οι ράμπες αναπήρων από αυτοκίνητα και μηχανές, όπως δεχόμαστε να επιτρέπεται το κάπνισμα σε κλειστούς χώρους, παρόλο που έχει απαγορευτεί εδώ και σχεδόν μια δεκαετία.
Σύμφωνα με τον Σαίξπηρ «ξέρουμε τι είμαστε, αλλά δεν ξέρουμε τι θα μπορούσαμε να είμαστε» και δεν θα μάθουμε ποτέ αν δεν αποκηρύξουμε την ατιμωρησία και όσους την υπηρετούν.
Αλήθεια, θα πήγαινε ο κ. Πολάκης στα Εξάρχεια να καπνίσει ένα τσιγάρο πίνοντας τον καφέ του στην πλατεία;
*Η κ. Κατερίνα Μπακογιάννη είναι εκπρόσωπος τύπου στο Ποτάμι.