Η κυβέρνηση δηλώνει προς κάθε κατεύθυνση πως οι δεύτερες εκλογές θα διεξαχθούν με τον υπάρχοντα εκλογικό νόμο, καθώς σέβεται τους θεσμούς και δεν αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού λίγους μόνο μήνες πριν από τη λήξη της θητείας της. Δεν θέλει να κατηγορηθεί για σκοπιμότητα και χειραγώγηση των θεσμών στις εκλογικές ανάγκες της. Δεκτά και κατανοητά τα επιχειρήματα. Αυτή είναι η μια όψη του νομίσματος, η θεσμικότητα. Υπάρχει όμως και η άλλη όψη που είναι η κυβερνησιμότητα.
Αυτές οι δύο τάσεις σήμερα συγκρούονται. Από ένα ανεξήγητο λάθος ψηφίστηκε ο εκλογικός νόμος με το κλιμακωτό bonus που καθιστά την αυτοδυναμία και πολύ δύσκολη και, αν τελικά επιτευχθεί, ισχνή. Ίσως τότε η κυβέρνηση πίστευε πως θα μπορούσε να στηριχθεί σε μια μετεκλογική συνεργασία με το ΚΙΝΑΛ της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά, σχηματίζοντας έτσι μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Τα πράγματα άλλαξαν εντελώς και σήμερα η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά σε ένα αδιέξοδο. Γιατί ακόμα και να πετύχει την αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές, αυτή θα είναι οριακή. Και η χώρα έχει ταλαιπωρηθεί από τις οριακές πλειοψηφίες.
Δικαιολογημένα ακούγονται οι φωνές που ζητούν αλλαγή του εκλογικού νόμου και επαναφορά του bonus των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα. Δηλαδή ένα εκλογικό σύστημα με το οποίο διεξήχθησαν όλες οι τελευταίες εκλογές.
Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης λένε πως αυτό που προέχει στην πολιτική ζωή μιας χώρας είναι η κυβερνητική σταθερότητα, η οποία αλλού επιτυγχάνεται με κυβερνήσεις συνεργασίας και αλλού με μονοκομματικές κυβερνήσεις. Στην Ελλάδα, αν εξαιρέσουμε την περίοδο 2012-2014, οι κυβερνήσεις συνεργασίας είχαν τραγικά αποτελέσματα.
Ακόμα και στην περίοδο 2012-2013 οι καθυστερήσεις και η αναποφασιστικότητα της ΔΗΜΑΡ και το λάθος του ΠΑΣΟΚ να μην συμμετάσχει ευθύς εξ αρχής με τα πρωτοκλασάτα στελέχη του, στέρησαν από την κυβέρνηση συνεργασίας, κατά τη διάρκεια της μισής θητείας, την αποφασιστικότητα που απαιτούσαν οι περιστάσεις.
Συνεπώς, η ισχυρή αυτοδυναμία είναι μονόδρομος, υποστηρίζουν. Η αβεβαιότητα δε δημιουργεί μόνον πολιτικά προβλήματα, αλλά έχει παρενέργειες και στην Εθνική Οικονομία. Αποθαρρύνει επενδυτές και στέλνει ανησυχητικά μηνύματα στις αγορές.
Η προοπτική κυβερνητικού αλαλούμ με μαθητευόμενους μάγους της πολιτικής να προσπαθούν να επιβάλουν τον μικρομεγαλισμό τους ή η πιθανότητα σχηματισμού μιας εντελώς ετερόκλητης κυβέρνησης, χωρίς καμιά προγραμματική συνοχή, τρομάζουν και παράγουν αβεβαιότητες. Αν για κάτι η πατρίδα μας σήμερα διακρίνεται είναι για την κυβερνητική σταθερότητα και την ταχύτατη λήψη αποφάσεων.
Υποθέτω πως στο Μέγαρο Μαξίμου όλα αυτά είναι γνωστά και ζυγίζονται. Αν ο προγραμματισμός είναι για εκλογές μετά από εννέα μήνες, χρόνος για δεύτερες σκέψεις υπάρχει. Πάντως, το δίλημμα πάντα θα υφίσταται και θα αποτελεί μια πρόκληση για τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
Θεσμικότητα ή κυβερνησιμότητα;