Η γεωστρατηγική σημασία της Ελλάδας μεγεθύνεται. Η μόνιμη παρουσία της αμερικανικής πλωτής βάσης επιχειρήσεων στην Σούδα δείχνει ότι οι ΗΠΑ την βλέπουν πλέον ως το επίκεντρο μιας δυναμικής επιστροφής τους στην Αν. Μεσόγειο, έπειτα από πολύχρονη απουσία. Είναι ευκαιρία που μαζί με τις διαταραγμένες σχέσεις Ουάσινγκτον - Άγκυρας, πρέπει να αξιοποιήσει τα μέγιστα η Ελλάδα για την αναβάθμιση του ρόλου της στην περιοχή, τις πολλαπλές αμυντικές συνέργειες, αλλά και για την δημιουργία ενός δεύτερου πλήρως επιχειρησιακού ελληνικού ναυστάθμου στην Σούδα, σημειώνει μέσω liberal.gr ο Θοδωρής Τσακίρης.
Επισημαίνει ότι μετά και τα ισχυρά μηνύματα της επίσκεψης Πομπέο, η Αθήνα πρέπει αφενός να “κλειδώσει” τις συμμαχίες με Αίγυπτο, Ισραήλ και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, αφετέρου να συγκεκριμενοποιήσει το νέο δεκαετές εξοπλιστικό πρόγραμμα. Αναφορικά με τον επικείμενο διάλογο με την Τουρκία, ο αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής & Ενεργειακής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Λευκωσίας θεωρεί ότι το παράθυρο πρέπει να μείνει ανοικτό, παρ' ότι κρατά μικρό καλάθι για τα αποτελέσματα.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη.
- Τι να κρατήσουμε τελικά από την επίσκεψη Πομπέο; Το ρωτώ γιατί εμπεριείχε πολλά μηνύματα, από την αναβάθμιση της βάσης της Σούδας και την δήλωση ότι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών πρέπει να γίνει μέσω του Διεθνούς Δικαίου, έως φυσικά το γεγονός ότι η επίσκεψη δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη στην Άγκυρα...
Όλα αυτά που αναφέρετε στο ερώτημά σας αποτελούν ενδείξεις της μερικής σημειολογικής μετατόπισης που παρατηρείται στην αμερικανική στάση έναντι του πυρήνα των Ελληνοτουρκικών προβλημάτων από την έναρξη της πλέον πρόσφατης κρίσης στις διμερείς μας σχέσεις. Η μετατόπιση αυτή είναι πλησιέστερη προς στις ελληνικές θέσεις και αυτό φαίνεται στις επίσημες τοποθετήσεις τουλάχιστον του αμερικανικού ΥΠΕΞ ιδιαίτερα μετά τις 10 Αυγούστου, αλλά δεν επιφέρει αλλαγή γεωστρατηγικού παραδείγματος για την αμερικανική διπλωματία που θα έριχνε το βάρος των ΗΠΑ υπέρ της Ελλάδος στις διαμάχες μας με την Τουρκία. Κάτι τέτοιο δεν υφίσταται ως ρεαλιστικό ενδεχόμενο στον ορίζοντα τουλάχιστον όχι ακόμη.
Η επίσκεψη Πομπέο υποδηλώνει αφενός μεν την αυξανόμενη γεωστρατηγική σημασία της Ελλάδας στη στρατηγική επιδίωξη επιστροφής των ΗΠΑ ως παραγωγός ασφαλείας στη Ν.Α. Μεσόγειο και –δια της συμβολικής του απουσίας από την Τουρκία (κάτι που επανέλαβε πριν μερικές εβδομάδες όταν επισκέφθηκε την Κύπρο)- υπογραμμίζει τις εν γένει διαταραγμένες διπλωματικές σχέσεις Ουάσινγκτον - Άγκυρας οι οποίες έχουν επιβαρυνθεί από μια σειρά γεγονότων, με σοβαρότερο την προμήθεια των S400, που δεν έχουν άμεση σχέση με τον πυρήνα των Ελληνοτουρκικών διαφορών, του Κυπριακού συμπεριλαμβανομένου.
Εν πάσει περιπτώσει είναι προφανές ότι το αμερικανικό στρατιωτικό αποτύπωμα στην Ελλάδα μεγεθύνεται και δημιουργεί προϋποθέσεις θετικών συνεργιών με τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες αντανακλώνται στο εκπεφρασμένο ενδιαφέρον αμερικανικών εταιριών για τα Ναυπηγεία Ελευσίνας και Σκαραμαγκά σε συνδυασμό με αμερικανικές προτάσεις για το ναυτικό πρόγραμμα των 4 νέων φρεγατών πολλαπλού ρόλου και τη δομική αναβάθμιση των ΜΕΚΟ, την ήδη δυναμική παρουσία της Onyx στο Νεώριο, και την αναβάθμιση των 84 F-16 Block 52+ στην έκδοση Viper.
- Πόσο σημαντικός είναι ο μόνιμος ελλιμενισμός στην Σούδα του αμερικανικού πλοίου USS Hershel «Woody» Williams;
Ο μόνιμος ελλιμενισμός υποδηλώνει αυτό που ανέφερα προηγουμένως. Οι ΗΠΑ βλέπουν τη Σούδα ως το επίκεντρο της επιδίωξης τους να επιστρέψουν στην Ανατολική Μεσόγειο ως θετικός πυλώνας παραγωγής ασφάλειας μειώνοντας το κενό ισχύς (Power Vaccum) που είχε δημιουργηθεί τα προηγούμενα χρόνια και ιδιαίτερα την περίοδο μετά το 2011. Το κενό αυτό επεδίωξαν να καλύψουν τόσο εξωπεριφερειακές (Ιράν) όσο και ενδοπεριφερειακές (Τουρκία) αναθεωρητικές δυνάμεις εργαλειοποιώντας μεταξύ άλλων μισθοφορικά τζιχαντιστικές οργανώσεις που αποσταθεροποίησαν με τη δράση τους όχι μόνο την Ανατολική αλλά ακόμη και την Κεντρική Μεσόγειο.
Το σημαντικότερο είναι η αναβάθμιση των εγκαταστάσεων μόνιμου ελλιμενισμού για την αμερικανική βάση στη Σούδα να αξιοποιηθεί από την Ελλάδα για την ανάλογη αναβάθμιση των εγκαταστάσεων υποστήριξης που θα καθιστούσαν πλήρως επιχειρησιακό έναν δεύτερο ελληνικό ναύσταθμο στη Σούδα, το λεγόμενο ΣΔΑΜ (Στρατηγείο Διοίκησης Ανατολικής Μεσογείου). Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει αυθημερόν αλλά ο διαφαινόμενος εκσυγχρονισμός των ελληνικών ναυτικών δυνάμεων με τουλάχιστον 4 νέες φρεγάτες αεροπορικής άμυνας πολλαπλού ρόλου, όπως ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό στη ΔΕΘ, υποδηλώνουν έναν στρατηγικό προσανατολισμό προς τη Ν.Α. Μεσόγειο, ιδίως σε ότι αφορά την καταφανή ανάγκη έμπρακτης υπεράσπισης της οριοθετημένης πλέον ΑΟΖ μας με την Αίγυπτο. Η οριοθέτηση αυτή, αν και προς ώρας ημιτελής, αποτελεί την πρώτη έμπρακτη διάψευση των νεοοθωμανικών επιδιώξεων της «Γαλάζιας Πατρίδας». Ένας τέτοιος στρατηγικός προσανατολισμός, είναι λογικό να εξυπηρετηθεί πολύ καλύτερα από τη Σούδα παρά από τη Σαλαμίνα.
- Τα παραπάνω πως κουμπώνουν με τα σενάρια μεταφοράς δραστηριοτήτων από το Ιντσιρλίκ στην Σούδα;
Θα πρέπει να μην προτρέχουμε. Τα σενάρια αυτά έχουν διαψευσθεί επισήμως πολλές φορές από το αμερικανικό ΥΠΑΜ. Η εγκατάλειψη του Ινστιρλίκ από τις ΗΠΑ θα σηματοδοτούσε ένα σημαντικό ρήγμα στις τουρκοαμερικανικές σχέσεις το οποίο θα προκύψει ως αποτέλεσμα μια νέας μεγάλης διμερούς κρίσης, μεγαλύτερης εκείνης που πυροδότησε η αγορά των S400, η οποία υπό άλλες πολιτικές συνθήκες θα είχε πιθανόν ήδη ενεργοποιήσει τις κυρώσεις CΑATSA. Ακόμη ωστόσο και σε αυτό το υποθετικό σενάριο αποχώρησης των ΗΠΑ από το Ιντσιρλίκ, το πιθανότερο είναι το μεγαλύτερο μέρος των υποδομών να μεταφερθεί σε φίλιες προς τις ΗΠΑ χώρες που βρίσκονται πλησιέστερα στο βασικό κέντρο επιχειρήσεων που εξυπηρετεί η βάση του Ιντσιρλίκ, όπως η Ιορδανία ή τα ΗΑΕ. Αυτό από την άλλη δεν συνεπάγεται ότι μέρος των δυνάμεων που σταθμεύουν εκεί, ιδίως εκείνες που έχουν μεγάλη εμβέλεια δράσης, δεν θα μπορούσαν υπό προϋποθέσεις να μετασταθμεύσουν στην Ελλάδα.
- Στο ενεργειακό σκέλος τι να κρατήσουμε από την επίσκεψη Πομπέο;
Η Ενέργεια εκτιμώ ότι αποτελεί παράλληλα με την αμυντική συνεργασία το δεύτερο πυλώνα εμβάθυνσης του ελληνο-αμερικανικού στρατηγικού διαλόγου που εγκαινιάστηκε πριν από μερικά χρόνια και ήδη καρποφορεί. Η στήριξη των ΗΠΑ σε σειρά ελληνικών πρωτοβουλιών πλέον πάνε πολύ πέραν από τον ΤΑΡ και αφορούν την έμπρακτη αμερικανική υποβοήθηση υλοποίησης, ακόμη και σε χρηματοδοτικό επίπεδο - εάν κρίνουμε από την πολύ πρόσφατη επίσκεψη του CEO του Development Finance Corporation στην Αθήνα- μιας σειράς έργων υποδομής που βρίσκονται στον πυρήνα της ελληνικής ενεργειακής διπλωματίας στη Βαλκανική. Στο επίκεντρο αυτής της πρωτοβουλίας βρίσκονται προφανώς ο διασυνδετήριος αγωγός φυσικού αερίου Ελλάδος-Βόρειας Μακεδονίας και το πλωτό τερματικό επαν-αεριοποίησης στην Αλεξανδρούπολη αλλά και η θεσμική συνεργασία Ελλάδος-ΗΠΑ σε διμερές (Strategic Dialogue), τετραμερές (Athens 3+1 Initiative) και σύντομα πολυμερές επίπεδο όπως το East Med Gas Forum, όπου οι ΗΠΑ έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον συμμετοχής στον οργανισμό ως παρατηρητής.
- Εν κατακλείδι, πως πρέπει να κινηθεί από εδώ και πέρα η ελληνική κυβέρνηση; (εκμεταλλευόμενη και το γεγονός ότι το έλλειμμα της αμερικανικής εμπιστοσύνης προς την Άγκυρα μεγαλώνει, αλλά και οι ΗΠΑ με την στάση τους, δείχνουν στην ουσία ποιον θεωρούν υπεύθυνο της έντασης)
Αποτελεί σημαντική επιτυχία το γεγονός ότι η Ελλάδα επέβαλλε στην Τουρκία την επανέναρξη του διαλόγου στο ασφαλές και σαφώς οριοθετημένο πλαίσιο των διερευνητικών επαφών που διακόπηκαν μονομερώς από την Τουρκία το 2016 για να συνεχίσει η συζήτηση –ότι και αν σκαρφίζονται οι τουρκικοί προπαγανδιστικοί μηχανισμοί- επί του μοναδικού θέματος που αναγνωρίζεται ως διαφορά: αυτό της οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών (ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας) σε περιοχές που αφορούν και την Τουρκία, και εν προκειμένω προφανώς δεν εννοώ τη θαλάσσια ζώνης της ημιτελούς ελληνοαιγυπτιακής ΑΟΖ η οποία έχει οριοθετηθεί και αποτελεί κεκτημένο για την Αθήνα, το Κάιρο και τη διεθνή νομιμότητα.
Το παράθυρο αυτό, στο πλαίσιο αυτό πρέπει να μείνει ανοικτό αν και είμαι μεταξύ εκείνων που κρατούν ένα πολύ μικρό καλάθι με δεδομένη την πάγια τουρκική συμπεριφορά. Αυτό όμως, δηλαδή η επανέναρξη των διερευνητικών, είναι ένα τακτικό ζήτημα. Το στρατηγικό ζήτημα είναι άλλο και είναι διττό, Αφορά αφενός την εμπέδωση του πλέγματος συμμαχιών με την Αίγυπτο, το Ισραήλ και τα ΗΑΕ και την επιχειρησιακή έκφανση αυτών των συμμαχιών μέσω της στήριξης υλοποιήσιμων έργων κοινού ενδιαφέροντος και αφετέρου την ταχύτατη εφαρμογή και συγκεκριμενοποίηση του εξοπλιστικού προγράμματος δεκαετούς ορίζοντα που ανήγγειλε ο Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ αντιστρέφοντας μια αυτό-παραλυτική πορεία 15 περίπου ετών.
* O Θοδωρής Τσακίρης είναι αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής & Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας, (οι εκφραζόμενες απόψεις είναι αυστηρώς προσωπικές)