Του Θόδωρου Σκυλακάκη
Η δημοκρατία φαίνεται -εκ πρώτης όψεως- το πιο ευάλωτο πολίτευμα και έχουμε πολλούς τα τελευταία χρόνια που στρεφόμενοι στον αυταρχισμό άμεσα ή έμμεσα διεθνώς την αμφισβητούν. Κι όμως, όπως αποδεικνύουν οι αυτοδιοικητικές εκλογές στην Τουρκία, όπου ο Ερντογάν έχασε καίριες εκλογικές μάχες, μεταξύ των οποίων και -προς ώρας τουλάχιστον- την Κωνσταντινούπολη, είναι «πολύ σκληρή για να πεθάνει». Όταν ένας λαός συνηθίσει στην άσκηση των θεμελιωδών του δικαιωμάτων, ακόμα και υπό περιορισμό, όπως συνέβαινε επί δεκαετίες στην Κεμαλική Τουρκία, η επιβολή αυταρχικών προτύπων δια της ψήφου έχει ημερομηνία λήξης.
Οι αυταρχικοί ηγέτες είτε θα πρέπει να την καταργήσουν εντελώς με δικτατορικές πρακτικές -όπως επιχειρεί να κάνει ο Μαδούρο στη Βενεζουέλα ή έκαναν τα κομμουνιστικά και φασιστικά καθεστώτα πριν και μετά τον Β'' Παγκόσμιο πόλεμο, είτε αργά ή γρήγορα θα ανακαλύψουν ότι η απλή χρήση των μέσων επιβολής και εκμαυλισμού που προσφέρει ένας ισχυρός κρατικός μηχανισμός (που κατεξοχήν υπάρχει στη γειτονική χώρα), δεν αρκεί για να εξασφαλίσει τη διαιώνισή τους στην εξουσία. Ο λαός αργά ή γρήγορα θα βρει τον τρόπο να εκφράσει την θέλησή του.
Η εξέλιξη αυτή όμως έχει και μια ακόμα ανάγνωση, θετική για την Ελλάδα. Τα σύνορα μεταξύ δημοκρατικής Δύσης και αυταρχικής Μέσης Ανατολής μπορεί τελικά να είναι ανατολικότερα του Έβρου. Ίσως γιατί ο Ερντογάν γεννήθηκε ως λαϊκός ηγέτης και δεν μπορεί (ενδεχομένως και για λόγους εγωισμού), να δεχθεί ότι θα τελειώσει την ιστορική του πορεία ως κάποιο είδος δικτάτορα, ή/και γιατί η γειτονική χώρα είναι πολύ πιο πολύπλοκη απ'' ό,τι μας φαίνεται από την Αθήνα, το όραμα μιας Τουρκίας Ευρωπαϊκής και δημοκρατικής (με τις προφανείς ιδιαιτερότητές και δυσκολίες), δεν έχει ακόμα οριστικά ηττηθεί.