Δεν ήταν τέσσερα θύματα μιας τυφλής βίας, όπως υποστηρίζουν άκριτα και άστοχα κάποιοι. Ήταν θύματα στοχευμένης βίας με συγκεκριμένο ιδεολογικό πρόσημο.
Δεν ήταν μόνον αυτοί που πέταξαν τις μολότοφ. Ήταν και αυτοί που επιδοκίμαζαν την πράξη τους και κυρίως αυτοί που εμπόδιζαν τα πυροσβεστικά οχήματα να προσεγγίσουν τον τόπο της φωτιάς. Ήταν ένα έγκλημα στου οποίου τη διάπραξη πολλοί συνετέλεσαν.
Κακώς αποδίδουμε τις ευθύνες μόνον στους άγνωστους φυσικούς αυτουργούς. Υπήρχαν και οι δεκάδες, για να μην πω εκατοντάδες, ηθικοί αυτουργοί της αποτρόπαιης δολοφονίας τεσσάρων ανθρώπων, οι οποίοι για κακή τους τύχη βρισκόταν στη «λάθος πλευρά», για να θυμηθούμε και τι είπε ο τέως πρωθυπουργός.
Η πολιτική ταυτότητα των δραστών πολύ συγκεκριμένη. Ανήκαν όλοι σε εκδοχές της επαναστατικής Αριστεράς. Και για αυτόν τον λόγο το συγκεκριμένο έγκλημα άργησε να αναδειχθεί σε ένα κορυφαίο στην απέχθεια και αποκρουστικότητα του, πολιτικό γεγονός.
«Παιδιά δικά μας» ήταν οι δράστες, άλλωστε οι μολότοφ δε σκοτώνουν, όπως δήλωσε με κυνισμό κορυφαίο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ. Του διέφυγαν οι τέσσερις νεκροί της ΜARFIN.
Ας αναλογιστεί ο αναγνώστης τι θα γινόταν αν οι δράστες ήταν ακροδεξιοί και τα θύματα ανήκαν στην Αριστερά. Πόσοι δρόμοι και πόσες πλατείες θα έπαιρναν τα ονόματα τους. Πόσα τραγούδια θα γραφόταν από τους «προοδευτικούς» καλλιτέχνες στη μνήμη τους. Και πιθανόν οι τραγικοί οικείοι τους να γινόταν αγωνιστικές τηλεπερσόνες.
Οι γονείς των τριών νεκρών βιώνουν τον πόνο τους μέσα στη σιωπή και στη διακριτικότητα, μακριά από τα φώτα μιας νοσηρής δημοσιότητας. Το πένθος τους συνοδεύεται από την αξιοπρέπεια. Ουδείς ασχολήθηκε μαζί τους γιατί αυτοί δεν το επέτρεψαν. Γιατί αυτοί δεν το επεδίωξαν και δεν το προκάλεσαν. Δε θέλησαν να γίνουν περιφερόμενα σύμβολα.
Τα κόμματα που δεν ανήκουν στην Αριστερά άργησαν δραματικά να εκτιμήσουν τις πολιτικές διαστάσεις αυτής της δολοφονίας. Εδώ και μόλις δύο χρόνια γίνονται εκδηλώσεις μνήμης, με την επίσημη συμμετοχή της Πολιτείας, χωρίς τυμπανοκρουσίες και λαϊκές κινητοποιήσεις.
Πάντως, στο μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας υπάρχει η στιφή γεύση του γεγονότος πως οι δολοφόνοι κυκλοφορούν, μετά από έντεκα χρόνια, ελεύθεροι.
Ουδείς πιστεύει πως η επανεξέταση της υπόθεσης, μετά από τόσο καιρό, μπορεί κάπου να οδηγήσει. Υπόνοιες ή υποψίες μπορεί να υπάρχουν. Δύσκολα όμως τεκμηριώνονται στην αίθουσα του δικαστηρίου. Άλλωστε, αυτός ο πολιτικός χώρος, σαν τους μαφιόζους, εύκολα τρομοκρατεί και απειλεί παράγοντες της δίκης. Τα έχουμε ζήσει.
Ελπίζω η πολιτική ηγεσία σήμερα να τιμήσει τη μνήμη των τεσσάρων συνανθρώπων μας που η εγγενής βία ενός κομματιού της Αριστεράς τους στέρησε τη ζωή.